ΑΡΧΑΙΟΙ ΔΡΟΜΟΙ
Ο Παυσανίας στα Ηλιακά του αναφέρει τέσσερις οδούς που οδηγούσαν στον ιερό χώρο της Ολυμπίας. Οι δύο από αυτές οδηγούσαν στην πρωτεύουσα της χώρας Ήλιδα :α) μία ορεινή, προς βορράν (αν τον ακολουθούσε κανείς θα περνούσε από την Ηράκλεια, τη Σαλμώνη, την Οινόη και την ηλειακή Πύλο )και β) μία πεδινή, προς δυσμάς (αν τον ακολουθούσε κανείς θα περνούσε από τους Λετρίνους).Ο Παυσανίας δίνει απόσταση των Λετρίνων από την Ολυμπία 120 σταδίων, δηλαδή 22 χιλιόμετρα.
Ένας άλλος δρόμος ξεκινούσε από την παραλία του Σαμικού και τον Άνιγρο ποταμό, περνούσε την πόλη Σαμία, τα ερείπια του Σκιλλούντα, το ξενοφώντιο κτήμα του Σκιλλούντα, το Τυπαίον όρος, τον Αλφειό ποταμό και έφτανε στην Άλτη.
Και τέλος, από την Ολυμπία ξεκινούσε μία διαδρομή που περνούσε από την Θρίξα, την Άρπινα, την Πίσα, την Αρκαδική πόλη Ηραία, η οποία βρισκόταν κοντά στα σύνορα της Ηλείας, στην δεξιά όχθη του Αλφειού και σε απόσταση 2 ½ ή 3 χιλ. ανατολικά της συμβολής του ποταμού Λάδωνα με τον Αλφειό και έφτανε ως την αρχαία Ψωφίδα.
Προϊστορικά Χρόνια
Η Ψωφίδα αναπτύσσεται ήδη ως “Πόλη- Κράτος” από την εποχή των Πελασγών και παρουσιάζεται ως μια από τις σημαντικότερες Αρκαδικές Πόλεις. Πρώτος οικιστής αυτής αναφέρεται ο Ερύμανθος, ο οποίος κατά τον Παυσανία ήταν γιος του Αρίστα, εκ του Πελασγού ή του Αρκάδα. Αυτοί με τη σειρά τους θεωρούνται γενάρχες της Αρκαδικής χώρας. Ο Ερύμανθος έζησε κατά μια εκδοχή το 1410-1330 π.Χ., έδρασε ως εξερευνητής της περιοχής και ιεραπόστολος του Πελασγικού πολιτισμού, εισχωρώντας στην άβατη περιοχή που μέχρι τότε κατοικούσαν πρωτόγονοι Λέλεγες, Κάρες κλπ. Ο Ερύμανθος συγκεντρώνει και διδάσκει στους κατοίκους την ανοικοδόμηση οικιών, την καλλιέργεια της γης και την υφαντουργία.
Περί το 1270-1250 π.Χ η πόλη περιήλθε στην εξουσία των Αχαιών με πρώτο βασιλιά τον Φυγέα, ο οποίος φέρεται ως γιος του Αλφειού και αδελφός του Φορενέα, βασιλιά του Άργους, ο οποίος υπήρξε και μεγάλος νομοθέτης. Ο Φυγέας επίσης φέρεται ως ιδρυτής της Ψωφίδας, βασιλιάς όλης της Αρκαδίας και πεθερός του βασιλιά της Τεγέας Αγαπήνωρα, ο οποίος οδήγησε τους Αρκάδες στην Τροία. Οι Ψωφίδιοι δεν έλαβαν όμως μέρος στον Τρωικό πόλεμο, λόγω της διαμάχης τους με τους Αργείους.
Ο Φυγέας που αναλαμβάνει τη βασιλεία μετά την επικράτηση των Αργείων, ανασυγκρότησε την πόλη κτίζοντας τα μεγαλειώδη τείχη για τα οποία εργάστηκαν χιλιάδες εργάτες επί πολλά έτη και δαπανήθηκαν τεράστια ποσά, γεγονός που μαρτυρεί τον πλούτο, την ακμή και τη δύναμη της Πόλης. Από εκείνη την περίοδο η Πόλη μετονομάζεται σε Φυγία. Τα τείχη αυτά, που ονομάζονται Κυκλώπεια ή Πελασγικά από τους σημερινούς κατοίκους, στην πραγματικότητα δεν είναι Πελασγικά, αλλά μεταγενέστερα, όπως μαρτυρά η τεχνοτροπία τους, αφού είναι κτισμένα σε ισοδομικό ρυθμό. Ο ρυθμός αυτός κατά την ιστορία της τέχνης ήκμασε κατά την ύστερη μινωική εποχή (1600-1104 π.Χ.). Το εξωτερικό μέτωπο του τείχους ενισχύεται από αμυντικούς πύργους τετράγωνης κάτοψης και ένας μόνο είναι ημικυκλικός στη βορειοδυτική αυτού πλευρά.
Η Πόλη συνδέεται με το μύθο του Ηρακλή, όταν αυτός σκότωσε τον “Ερυμάνθιο Κάπρο” και κατόπιν, όταν εκτελώντας το 12ο άθλο του διέρχεται από τη Σικελία, σκοτώνει το βασιλιά Έρυκα και φεύγει με την κόρη του “Ψωφίδα” στη Φυγία. Στη Φυγία η Ψωφίδα γεννά δίδυμα τέκνα από τον Ηρακλή, τον Πρόμαχο και τον Εχέφρονα, που γίνονται ηγέτες της Πόλης και μετέπειτα ήρωες των Ψωφιδίων. Κατά αυτήν τη μυθική εκδοχή αρχίζει και η τρίτη δυναστεία των βασιλέων της Ψωφίδας, που συμπίπτει με τη δυναστεία των Ηρακλειδών.
Από την προϊστορική εποχή αναφέρονται ακόμη αποικίες των Ψωφιδίων με αρχηγούς τον Ζάκυνθο και τον Δάρδανο, από τους οποίους ο πρώτος εποίκισε τη Ζάκυνθο, δίνοντας στο νησί το όνομά του, αλλά και το κάστρο της πόλης που ονομάζεται Ψωφίδα, ενώ ο δεύτερος, ο Δάρδανος αποίκισε στην περιοχή της Α. Θράκης, όπου βρίσκεται και η περιοχή των Δαρδανελίων.
Κλασική Αρχαιότητα
Στα πρώτα ιστορικά χρόνια η Ψωφίδα φθάνει στη μεγάλη ακμή της. Δημόσια κτίρια, ναοί, θέατρο, αγάλματα, νομίσματα και άλλα ευρήματα μαρτυρούν την ανάπτυξή της. Η συμμετοχή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα αφιερωμένα αγάλματα στο Ναό του Διός της Αρχαίας Ολυμπίας, που περιγράφει ο Παυσανίας αποδεικνύουν επίσης το επίπεδο ακμής της πόλης.
Ερείπια δημοσίων κτιρίων και ναών υπάρχουν σ’ όλη την έκταση της πόλης. Ο ναός της Ερυκίνης Αφροδίτης βρισκόταν στο κέντρο της πόλης, κοντά στο βουλευτήριο. Από το ναό μέχρι το δυτικό παραπόταμο του Ερυμάνθου και στο εσωτερικό του τείχους διακρίνονται τα θεμέλια 10 περίπου ισοδομικά κτισμένων μεγαλοπρεπών κτιρίων. Εκεί, τραβούν την προσοχή μας πελεκημένες με τέχνη πέτρες, πλάκες, κίονες και άλλα λείψανα. Πολλά απ’ αυτά χρησιμοποιήθηκαν δυστυχώς τον τελευταίο αιώνα για την κατασκευή γέφυρας και άλλων κτιρίων.
Κοντά στην όχθη, στο μνημείο όπου σμίγουν οι δύο από τους τρεις παραπόταμους του Ερυμάνθου, υπάρχουν θεμέλια από πολυτελές οικοδόμημα με όλα τα χαρακτηριστικά των αρχαίων ναών. Όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν τους Αρχαίους Ναούς της εποχής. Εκεί εικάζεται ότι βρισκόταν ο ναός του Ερυμάνθου τον οποίο οι Ψωφίδιοι λάτρευαν επίσης ως πολιούχο θεό για να απολαμβάνουν την εύνοιά του. Στη δυτική πλευρά του κωνοειδούς λόφου και στο μέσον περίπου του διαστήματος από την κορυφή της Ακρόπολης ως το δυτικό ποταμό, συναντάμε μια αμφιθεατρική κλίση του εδάφους και λαξεμένες πέτρες, όπου μάλλον θα βρισκόταν το θέατρο της πόλης. Άλλα ίχνη που μαρτυρούν επίσης την αναπτυγμένη οργάνωση και συγκρότηση της πόλης είναι οι κεραμιδένιοι αγωγοί ύδρευσης, οι οποίοι βρέθηκαν στην ανατολική πλευρά της πόλης, και που σύμφωνα με ιστορικές πηγές μετέφεραν το νερό της “Μεγάλης Βρύσης” από απόσταση 12 χιλ. όπως προαναφέρθηκε.
Από τη δημόσια καθημερινή ζωή των Ψωφιδίων υπάρχουν πολλές ανεπεξέργαστες πληροφορίες από επιγραφές, νομίσματα μέχρι και εισιτήρια αρχαίου θεάτρου, αγάλματα, αποσπασματικές αναφορές συγγραφέων της αρχαιότητας, όπως του Πολύβιου, του Παυσανία, του Θεόφραστου, του Στράβωνα κλπ. Υπάρχουν αποσπάσματα από δραματικά έργα – τραγωδίες και χρησμούς. Χαρακτηριστικός είναι ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών προς το βασιλιά Κροίσο της Λυδίας, ότι: “Ευτυχέστερος όλων εκ της Ψωφίδος, Αγλαός”.
Από διάφορες επιγραφές μαθαίνουμε τα εγχώρια ονόματα αρχαίων Ψωφιδίων όπως: Ψώφις, Ζάκυνθος, Δάρδανος, Λυκόρτας, Εχέφρονας, Παρθάονας, Περιφήτης, Τήμενος, Ξάνθος, Αξίωνας και Αγλαός, και γυναικών όπως: Ψωφίδα, Αλφεσίβοια, Ερσίνη κλπ.
Σημαντικές πληροφορίες έχουμε για τη βιομηχανία και το εμπόριο της Ψωφίδας. Ο Θεόφραστος λέει (Θ. 15,6) ότι γύρω από τα περίχωρα της Ψωφίδας και σε πετρώδη μέρη φύτρωνε σε μεγάλες ποσότητες και σε αρίστη ποιότητα το θεραπευτικό χόρτο “πανάκεια” για όλες τις ασθένειες. Κατά τον Διοσκουρίδη το ιερό αυτό φυτό στην Ψωφίδα καλλιεργούνταν και σαν κηπευτικό λάχανο και γινόταν εξαγωγή του σε άλλες χώρες, επεξεργασμένο σε γαλακτώδη χυμό. Από τις σχετικές αναφορές μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η πόλη διέθετε μια από τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες της κλασικής αρχαιότητας.
Διάφορα επίσης αγγεία, πήλινες φιάλες και καλλιτεχνικά κεραμικά που έχουν βρεθεί στην περιοχή, μαρτυρούν ότι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη ήταν και η κεραμοβιομηχανία στα προάστια της πόλης.
Τα νομίσματα της Ψωφίδας φέρουν πολλές παραστάσεις με τη θεά Άρτεμη και το ελάφι της, το θεό Ερύμανθο, την Πέστροφα του Ερυμάνθου, το κεφάλι της Αθηνάς, τα αρχικά της πόλης ΧΟ,ΧΟ και ένα βελανίδι. Τα νομίσματα που έκοψε η πόλη-κράτος Ψωφίδα ήταν ασημένια και χάλκινα.
Οι Ψωφίδιοι έλαβαν μέρος στους Μεσσηνιακούς πολέμους, υπέρ των Μεσσηνίων, και κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο 431-404 π.Χ μαζί με όλους τους Αρκάδες μάχονται κατά των Αθηναίων, υπό τον Αγησίλαο της Σπάρτης εκστρατεύουν προς κατάληψη της Μ. Ασίας και τιμωρία των Περσών στα 396-394 π.Χ. Επίσης, πολέμησαν ως μισθοφόροι και στην κάθοδο των Μυρίων, ζητηθέντες από τον Κύρο για τη μαχητικότητά τους. Τέλος στα Λεύκτρα (371π.Χ) συμπολεμούν με τους άλλους Αρκάδες μετά των Λακεδαιμονίων κατά των Θηβαίων.
Η Ψωφίδα από τη θέση της αναγκάζεται να βρίσκεται σε αγαθές σχέσεις με τους γείτονές της, της Ήλιδος. Αυτοί, παλαιοί συγγενείς των Αιτωλών, το 250π.Χ είχαν συνάψει συμμαχία μαζί και βρίσκονταν σε διαμάχη με την Αχαϊκή Συμπολιτεία. Οι Ηλείοι βλέποντας τη στρατηγική θέση της Ψωφίδας πίεσαν να αποσχισθεί των άλλων αρκαδικών πόλεων και της Αχαϊκής Συμπολιτείας και να ενωθεί μαζί τους ως σύμμαχος.
Το 220-217π.Χ ένας εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Αχαιών και Αιτωλών καθιστά την Ψωφίδα ορμητήριο των Αιτωλών, αλλά καταλαμβάνεται εξ’ εφόδου από το σύμμαχο των Αχαιών βασιλιά Φίλιππο τον Ε΄ της Μακεδονίας. Την άλωση της πόλης περιγράφει με σαφήνεια ο ιστορικός Πολύβιος, και όπως συμπεραίνεται από την περιγραφή, η άλωση της πόλης έγινε από ολιγωρία των πολιορκημένων, παρά το γεγονός ότι η πόλη διέθετε έξοχα τείχη σε μέγεθος και κατασκευή. Δεδομένου μάλιστα ότι ήταν χειμώνας και οι δύο ποταμοί που σχηματίζουν γωνία ήταν ένα ακόμη φυσικό οχυρό της πόλης, η άλωση θα ήταν πολύ δύσκολη υπόθεση αν δεν γινόταν το ολέθριο λάθος των πολιορκημένων ν’ αφήσουν σχεδόν αφύλακτη την κεντρική πύλη. Ο Φίλιππος κατέλαβε την πόλη με έφοδο από την κεντρική πύλη. Η κατάληψη ήταν η αρχή μιας παρακμιακής περιόδου, ωστόσο η πόλη δεν κατεστράφη τελείως, ούτε απώλεσε πλήρως την αυτονομία της. Εξαντλημένη μπαίνει στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, υπό την κυριαρχία της οποίας ακολουθεί στη συνέχεια την τύχη της συμμαχίας μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους.