Αναδημοσίευση από το Ελληνικό Δίκτυο «Φίλοι της Φύσης»,

άρθρο της της Ειρήνης Βαλλιανάτου Δρ. Βιολογίας,

Συστηματικός Βοτανικός Φυτοκοινωνιολόγος Πανεπιστήμιο Αθηνών,

Βοτανικός Κήπος Ι. & Α. Ν. Διομήδους

Επιμέλεια: Ευαγγελία Κωτσοβίνου, Γεωπόνος, Γ.Π.Α, M.Sc.


Η Αττική χαρακτηρίζεται κι αυτή από πλούτο βιοποικιλότητας για τους ίδιους λόγους που αυτό ισχύει για όλη τη χώρα. Μάλιστα, παρά τις μακραίωνες και εντονότατες ανθρώπινες επεμβάσεις, η Αττική έχει σημαντικότατους οργανισμούς να επιδείξει. Το περιβάλλον της Αθήνας, μπορεί να μην μας ικανοποιεί, όμως η βιοποικιλότητά του μας εκπλήσσει και μέχρι τις μέρες μας ανακαλύπτουμε σε αυτό νέα είδη!

Η Αττική εκτός των άλλων περιελάμβανε έως τώρα δυο Εθνικούς Δρυμούς (Πάρνηθας, Σουνίου) και περιοχές, που εντάσσονται στο Δίκτυο Προστατευόμενων περιοχών Φύση 2000 (Natura 2000) (Dafis et al. 1996): Όρος Πάρνηθα (Sitecode GR3000001) και Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας (περιλαμβάνει τον πυρήνα) (Sitecode GR3000009), Ωροπός-Εκβολές Ασωπού (Sitecode GR3000002), Σχινιάς (Sitecode GR3000003), Βραυρώνα (Sitecode GR3000004), Σούνιο-Νησίδα Πατρόκλου (Sitecode GR3000005), Υμηττός-Αισθητικό Δάσος Καισαριανής-Λίμνη Βουλιαγμένης (Sitecode GR3000006), Κύθηρα (Sitecode GR3000007), Αντικύθηρα-Πρασσονήσι και Γαγουβάρδο (Sitecode GR3000008). Ανάμεσά τους υπάρχουν και σημαντικοί υγρότοποι.

[Φωτ. Τάσος Λύτρας: Campanula celsii (Καμπανούλα του Celsius) στο Όρος Αιγάλεω – Ποικίλο]

Εξάλλου πλήθος ειδών και υποειδών είναι ενδημικά της Αττικής (δηλαδή υπάρχουν άγρια μόνο στην Αττική) ή είναι ενδημικά της Ελλάδας (υπάρχουν άγρια μόνο στην Ελλάδα και πουθενά αλλού στον κόσμο). Ανάμεσά τους μεγάλος αριθμός προστατεύεται με βάση διεθνείς, ευρωπαϊκές και ελληνικές συνθήκες και νόμους. Για να αντιληφθεί κανείς την σπουδαιότητα της βιοποικιλότητας της Αττικής παραθέτουμε παρακάτω μερικά παραδείγματα:

Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένα από τα στενότοπα ενδημικά φυτά, που φυτρώνουν μόνο σε ορισμένες θέσεις αποκλειστικά  της Αττικής (σε παρένθεση αναφέρεται η περίπτωση συμμετοχής σε καταλόγους προστατευόμενων ειδών):

  1. Asperula baenitzii Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων και Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας» 2009, ως EN, δηλαδή κινδυνεύουν)
  2. Centaurea attica subsp.attica (Προεδρικό Διάταγμα 67/81) 
  3. Centaurea attica subsp. megarensis Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων» 2009, ως VU, δηλαδή τρωτό , Παρ. 2 της Οδηγίας 92/43 ΕΟΚ) 
  4. Centaurea attica subsp.pentelica (ΠΔ 67/81)
  5. Campanula celsii subsp. parnesia
  6. Campanula saxatilis L. subsp. cytherea
  7. Consolida tenuissima Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως VU)
  8. Limonium aphroditae, φυτρώνει σε μια μόνο παραλία των Κυθήρων, τα Λιμνάρια και πουθενά αλλού στον κόσμο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως EN, δηλαδή κινδυνεύουν)
  9. Limonium cythereum Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως VU)
  10. Ophrys fusca subsp. laureotica (μια ορχιδέα που ανακαλύφθηκε πρόσφατα στην Λαυρεωτική)
  11. Satureja acropolitana, μόνο στην Ακρόπολη Αθηνών, μέχρι πρόσφατα το θεωρούσαν πιθανώς εξαφανισμένο («Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 1995)
  12. Silene oligantha subsp. parnesia
  13. Stachys swainsonii subsp. scyronica Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 1995, ως R, δηλαδή σπάνιο)
  14. Verbascum pentelicum

Ενδεικτικά επίσης παραθέτονται παρακάτω μερικά Ενδημικά φυτά της Ελλάδας που φυτρώνουν στην Αττική:

  1. Abies cephalonica (RED LIST of IUCN, ως Lower Risk/near threatened δηλαδή χαμηλού κινδύνου, που πλησιάζει τα απειλούμενα)
  2. Centaurea achaia subsp. corinthiaca Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων …» 2009, ως VU)
  3. Silene holzmanniiΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….»  2009, ως EN)  (βραχονησίδες Αιγαίου)
  4. Stachys spruneri (Π.Δ.67/81) – Σπάνιο κατά IUCN δηλαδή σύμφωνα με την Διεθνή Ένωση για την Προστασία της Φύσης)
  5. Fritillaria obliqua subsp. obliqua (Αττική, Εύβοια) (ΠΔ 67/81, «Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….»  2009 ως NT δηλ. σχεδόν απειλούμενο)
  6. Colchicum lingulatum susbp. lingulatumΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως NT δηλ. σχεδόν απειλούμενο)
  7. Amelanchier chelmeaΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 1995, ως R)

Επίσης σταχυολογώντας, αναφέρουμε ορισμένα από τα φυτά της Αττικής, που δεν είναι μεν ενδημικά της Ελλάδας, αλλά είναι πολύ σημαντικά για την βιοποικιλότητα και προστατεύονται:

  1. Coriaria myrtifoliaΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως VU) , Μεσόγειος
  2. Leontice leontopetalum subsp. leontopetalumΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως VU)
  3. XMalosorbus florentinaΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 1995, ως VU, ΠΔ 67/81)
  4. Roemeria hybrida subsp. hybridaΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 2009, ως VU), Μεσόγειος, ΝΔ Ασία
  5. Ophrys argolicaΒιβλίο Ερυθρών Δεδομένων ….» 1995, ως VU, CITES)

Δεδομένα της Βιοποικιλότητας στην Αττική

Όπως είναι φυσικό, η γειτνιάζουσα με την πρωτεύουσα της χώρας περιοχή, έχει ευκολίες στο να την μελετήσουν οι επιστήμονες. Πολλοί από αυτούς από τον 19ο αιώνα ήδη και μάλιστα ορισμένοι πριν καν την απελευθέρωση και δημιουργία του ελληνικού κράτους, μας δίνουν πληροφορίες για την χλωρίδα, τη βλάστηση, την πανίδα και την γεωλογία. Η διαδικασία αυτή συνεχίζεται έως τις μέρες μας, αν και κατά το τέλος του 20ού αιώνα, η γειτνίαση αυτή ήταν μάλλον ανασταλτικός παράγοντας για μελέτη, εφόσον οι ερευνητές εμπνέονταν και προτιμούσαν να μελετούν σχετικά ανέγγιχτες από τον άνθρωπο περιοχές. Επί της ουσίας η βιοποικιλότητα στην Αττική είναι ικανοποιητικά, αν και αποσπασματικά, μελετημένη όσον αφορά στη χλωρίδα και τη βλάστηση καθώς και την πανίδα των σπονδυλοζώων και πολύ λιγότερο γνωστή όσον αφορά στις περισσότερες ομάδες ασπόνδυλων.

Το αποτέλεσμα πάντως είναι ότι υπάρχει ένας πολύ μεγάλος όγκος πληροφοριών για την βιοποικιλότητα της περιοχής, που όμως δεν είναι πουθενά συγκεντρωμένος. Για παράδειγμα βρίσκουμε χλωριδικές πληροφορίες σε διάφορες διδακτορικές διατριβές που έχουν εκπονηθεί για τμήματα της Αττικής, όπως όρη, νησιά κ.λπ., αλλά και πάρα πολλές διάσπαρτες πληροφορίες σε δεκάδες επιστημονικές εργασίες, που συνήθως αφορούν ένα είδος ή μια μικρή ομάδα ειδών. Κάποιες περιοχές της Αττικής φαίνεται ότι έχουν ερευνηθεί ικανοποιητικά, άλλες όμως ανεπαρκώς έως καθόλου. Επίσης για όσα φυτικά είδη περιλαμβάνονται στους δύο τόμους της Flora Hellenica που έχουν εκδοθεί έως τώρα (Strid & Tan 1997, 2002), βλέπουμε αν εξαπλώνονται στην Αττική, από τους χάρτες του συγγράμματος. Βεβαίως πληροφορίες μπορεί να αντλήσει κανείς και από κείμενα αρχαίων συγγραφέων, ξένων περιηγητών, ακόμη και λογοτεχνημάτων.

Τα στοιχεία για την διασπορά των ειδών χλωρίδας και πανίδας, την κατάστασή τους καθώς και την κατάσταση των ενδιαιτημάτων τους (οικοτόπων ή βιοτόπων τους), είναι ανεπαρκή. Συγκεντρωτικά στοιχεία για τα φυτά βρίσκονται κυρίως στο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων και αφορούν τα 300 περίπου είδη χλωρίδας της Ελλάδας που αναφέρονται σε αυτό, από τα οποία ορισμένα μόνο βρίσκονται στην Αττική. Είναι πολύ πιθανό και άλλα είδη (ενδημικά ή μη), που συνθέτουν την βιοποικιλότητα της Αττικής, να βρίσκονται σε ορισμένη κατάσταση κινδύνου, εξ αιτίας της περιορισμένης διασποράς τους, του μικρού αριθμού τους, της γειτνίασής τους με τον οικιστικό ιστό και διάφορες εγκαταστάσεις, της εκτέλεσης έργων, της χωροθέτησης εγκαταστάσεων κ.ά. Δεν υπάρχει όμως σύστημα παρακολούθησης (monitoring) των ειδών, των πληθυσμών και των ενδιαιτημάτων τους. Επιπλέον δεν υπάρχει σύστημα παρακολούθησης των ξενικών ειδών που έχουν εισβάλει στα οικοσυστήματα, ούτε έγκυρα στοιχεία για τους θηραματικούς πληθυσμούς της Αττικής. Δεν υπάρχει ροή πληροφόρησης και ενημέρωσης σε ενιαία βάση δεδομένων για τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα της Αττικής.

Εν ολίγοις η γνώση μας για τη βιοποικιλότητα δεν βρίσκεται καταχωρημένη σε ενιαία, ενεργή, βάση δεδομένων (οι παλαιές βάσεις δεδομένων CORINE και ΦΙΛΟΤΗΣ δεν τροφοδοτούνται με στοιχεία εδώ και πολλά χρόνια). Παραμένει αποσπασματική σε διάσπαρτες βιβλιογραφικές πηγές και παλαιές βάσεις δεδομένων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αρμόδιοι φορείς δεν έχουν στη διάθεσή τους το υπάρχον υλικό ώστε να μπορούν, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους, να προχωρούν στους σχεδιασμούς τους. Έτσι τους λείπουν τα πραγματικά στοιχεία για τον ορισμό για παράδειγμα εθνικών πάρκων, ζωνών προστασίας, χρήσεων γης, περιφερειακών πάρκων, υπερτοπικών  πόλων αναψυχής. Ακόμη και αν γνώριζαν την ύπαρξη αυτών των πηγών, δεν θα ήξεραν ούτε πού να τις αναζητήσουν!  Σε αυτό δυστυχώς δυσκολεύονται ακόμη και οι επιστήμονες-ερευνητές.

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που αναγκαία περιλαμβάνουν έκθεση της υφιστάμενης κατάστασης, τείνουν να αποκτήσουν τυπικό περιεχόμενο, αφού τα δεδομένα που επικαλούνται για το φυσικό περιβάλλον της περιοχής επιπτώσεων, τις περισσότερες φορές δεν μπορούν να ελεγχθούν και να επιβεβαιωθούν ή μη, ελλείψει ενιαίας βάσης δεδομένων και παρακολούθησης της κατάστασης των οικοτόπων και της βιοποικιλότητας.

 



Πηγή:

http://naturefriends-gr.blogspot.gr/2012/10/biodiversity-in-attica-biodiversitat-in.html