Γράφει η Κωνσταντίνα Μπαλάσκα
Χημικός
Για τις επόμενες μια ή δύο παραγράφους ας μας επιτραπεί να ανατρέξουμε στο άρθρο μου της προηγούμενης εβδομάδας που αφορούσε τις εφαρμογές της Βιοτεχνολογίας. Μία εξ αυτών είναι, προφανώς και γνωστό τοις πάσι, τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα. Ως τέτοια θεωρούνται κυρίως τα φυτά που τους έχουμε αλλάξει το γονιδίωμά τους (δηλαδή το DNA τους) προσθέτοντας κάτι (δηλαδή γονίδια) που τους προσδίδουν κάποια επιθυμητά χαρακτηριστικά. Αυτά τα επιθυμητά χαρακτηριστικά αφορούν λόγου χάρη ανθεκτικότητα των φυτών σε κάποια ζιζάνια ή ανθεκτικότητα σε ξηρασία ή προσθήκη κάποιων θρεπτικών συστατικών σε αυτά ή μεγαλύτερη περιεκτικότητα αυτών σε ήδη υπάρχοντα συστατικά.
Από τις παραπάνω λόγου χάρες μπορούμε να μαντέψουμε γιατί θα θέλαμε να υπάρχουν τέτοια διαγονιδιακά φυτά, οπότε και έχουν γίνει προσπάθειες να φτιαχτούν. Η ανθεκτικότητα στα ζιζάνια, λογικά θα γλίτωνε την καλλιέργειά μας από ραντίσματα με φυτοφάρμακα και από μία ενδεχόμενη ολοκληρωτική καταστροφή που θα οφειλόταν σε επίθεση ζιζανίων. Η ανθεκτικότητα στην ξηρασία θα επέτρεπε σε πληθυσμούς πολύ ξηρών περιοχών να καλλιεργήσουν τη δική τους τροφή. Η προσθήκη θρεπτικών συστατικών θα επέτρεπε τροφές χαμηλής θρεπτικής αξίας να αποκτήσουν υψηλότερη. Και τροφές καλής θρεπτικής αξίας θα μπορούν να γίνουν θρεπτικότερα. Τα τρία τελευταία, μας δείχνουν τη μεγάλη σημασία που μπορούν να έχουν δυνητικά, τα διαγονιδιακά φυτά. Θα μπορεί να καλλιεργηθεί τροφή στις τρίτες χώρες του κόσμου όπου και επικρατούν άγριες συνθήκες και να τραφούν εκατομμύρια κόσμου με τροφές υψηλής θρεπτικής αξίας.
Ο λόγος που δεν χρησιμοποιούμε σε αυτό το άρθρο ιδιαιτέρως τη λέξη «μεταλλαγμένα», αλλά προτιμούμε τη φράση «διαγονιδιακά φυτά», είναι γιατί τα μεταλλαγμένα είναι ένα θέμα που αρέσκονται όλοι να μιλάνε γι’ αυτό με μία αρνητική χροιά. Και είναι γνωστό ότι δεν μπορείς να ανοίξεις κουβέντα για κάτι το οποίο οι περισσότεροι είναι ήδη αρνητικά προκατειλημμένοι.
Θα επαναλάβουμε ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν μπει σαφή όρια και νόμοι για τα γενετικά τροποποιημένα φυτά που περιλαμβάνουν οδηγίες για την έγκριση καλλιέργειάς τους (ή μη) επί ευρωπαϊκού εδάφους και για την έγκριση εμπορίας των προϊόντων που προέρχονται ή περιέχουν συστατικά αυτών. Άρα μπορούμε με κάποια σχετική ασφάλεια να πούμε ότι στην Ευρώπη είμαστε αρκετά προστατευμένοι ενάντια στα απειλητικά μεταλλαγμένα.
Πέραν αυτών, πρέπει να αναφερθούμε στο γεγονός ότι κάθε τι καινούργιο που έρχεται στη φύση (και στον άνθρωπο) κρύβει κινδύνους και διατρέχεται από παραμέτρους τις οποίες εμείς ως υπεύθυνοι για την κυκλοφορία του, οφείλουμε να αναλογιστούμε.
Η ΕSA (The Ecological Society of America), οικολογική εταιρεία της Αμερικής, τονίζει ότι ενώ υπάρχουν οφέλη από την εξέλιξη της γενετικής μηχανικής, εντούτοις οι κίνδυνοι που απορρέουν είναι μεγάλοι. Γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ειδικότερα όταν πρόκειται για απελευθέρωση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον. Οι διαδικασίες ανάπτυξης τέτοιων τροφίμων και οργανισμών πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρούς και διαφανείς κανόνες της επιστημονικής διαδικασίας. Οι επιπτώσεις για το περιβάλλον πρέπει να αναλύονται προσεκτικά και οι διαδικασίες να είναι ανοικτές και για μελέτη από το κοινό.
Κάποιες παράμετροι αφορούν θέματα αλλεργιών: Χρειαζόμαστε περισσότερες γνώσεις και στοιχεία για το κατά πόσο τα νέα αυτά τρόφιμα μπορούν να προκαλέσουν νέες καταστάσεις αλλεργίας. Δεν έχουμε σήμερα δεδομένα που να υποστηρίζουν ότι τα τρόφιμα αυτά είναι αιτία αυξημένης αλλεργίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει ή ότι δεν πρόκειται να παρουσιαστεί.
Αφορούν επίσης τη διατροφική αξία: Η διατροφική αξία των γενετικώς τροποποιημένων τροφίμων μπορεί να είναι διαφορετική από αυτή των κλασικών τροφίμων. Με την αύξηση της χρήσης τους, το ποσοστό τους στη συνολική διατροφή θα αυξάνεται. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε κάτω από αυτές τις συνθήκες, τη διατροφική τους αξία ιδιαίτερα σε ευάλωτες ομάδες όπως τα βρέφη, τα παιδιά και τους ηλικιωμένους.
Ακόμα υπάρχει ο περιβαλλοντικός κίνδυνος. Ο κίνδυνος αυτός αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες σχετικά με τα διαγονιδιακά φυτά. Η ανθεκτικότητα ορισμένων τροποποιημένων φυτών στα ζιζανιοκτόνα και εντομοκτόνα, μπορεί να είναι αιτία αλλοίωσης του φυτικού πλούτου και της διαφοροποίησης.
Η μεταφορά μεταξύ των διαφόρων φυτών γενετικά τροποποιημένου υλικού, θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων ποικιλιών που να είναι βλαβερές για το περιβάλλον και ανθεκτικές σε φάρμακα ή άλλες καταστάσεις. Τέτοια φαινόμενα θα μπορούσαν να έχουν πολύ αρνητικές επιδράσεις στο περιβάλλον, στο φυτικό και ζωικό βασίλειο διαταράσσοντας την ισορροπία που υπάρχει σήμερα.
Υπάρχουν και ηθικά προβλήματα που αφορούν την ανάμειξη γονιδίων από βιολογικά διαφορετικούς οργανισμούς και την αντίθεση για την κατανάλωση προϊόντων φυτικής προέλευσης που περιέχουν ζωικά γονίδια και αντίθετα.
Τα προβλήματα για την κοινωνία έχουν σχέση με το ότι οι πιο πλούσιες και αναπτυγμένες χώρες θα ελέγχουν τη τεχνολογία αυτών των προϊόντων και άρα τα νέα προϊόντα θα αναπτύσσονται σύμφωνα με τα συμφέροντα των πλουσιοτέρων χωρών.
Δεν θα σταθούμε στα δυνητικά πλεονεκτήματα των διαγονιδιακών τροφίμων, αν και αναφέραμε μερικά παραπάνω, παρά θα αφήσουμε να αιωρούνται στον αέρα μερικά επιστημονικά δεδομένα με καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα.
Αν και στην Ευρώπη δεν μας αρέσουν πολύ οι καλλιέργειες τέτοιων φυτών, τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα προκύπτουν από καλλιέργειες και φυτείες που γίνονται σήμερα σε περισσότερες από 40 χώρες.
Πολλά εκατομμύρια στρεμμάτων καλλιεργούνται με διαγονιδιακά φυτά. Τα κυριότερα είναι φυτά σόγιας, καλαμποκιού, βαμβακιού, πατάτες, ελαιοκράμβη, κολοκυθιές, ραδίκια, ντομάτες.
Κατά γενικό κανόνα η γενετική τροποποίηση των τροφίμων μπορεί να θεωρηθεί ως μια ασφαλής μέθοδος για την υγεία. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν δεδομένα που να υποστηρίζουν ότι τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα έχουν προκαλέσει κάποια ασθένεια ή βλάβες σε ανθρώπους.
Χρειάζεται να γνωρίζουμε πως ό,τι φτιάχνεται στο εργαστήριο με ένα επιθυμητό χαρακτηριστικό, δεν σημαίνει ότι απαραίτητα θα μπορέσει να αναπτυχθεί σε λειτουργικό φυτό. Υπάρχουν πολλές αποτυχημένες προσπάθειες που οφείλονται σε ακριβώς αυτό. Τα 100 κύτταρα δεν μπόρεσαν να γίνουν φυτό γιατί η φύση δεν το ήθελε. Επιπλέον, ένα διαγονιδιακό φυτό που τα κατάφερε και μπήκε σε καλλιέργεια δεν θα επιζήσει απαραίτητα, γιατί ενώ υπερτερεί σε κάτι, είναι ευάλωτο σε κάτι άλλο. Οπότε πάλι η φύση επέλεξε, και όχι ο άνθρωπος.
Σε όλα αυτά έρχονται να προστεθούν οι συνεχείς χρόνιες αναλύσεις που γίνονται στα ‘επιτυχημένα’ διαγονιδιακά φυτά π.χ. για τοξίνες, για θρεπτικότητα και άλλα που προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια στο κοινό που τελικά κάποτε θα τα φάει.
Οι αναλύσεις που γίνονται στα διαγονιδιακά φυτά από το εργαστήριο μέχρι τη στιγμή που θα κοπεί το φρούτο ή το λαχανικό είναι πολύ περισσότερες σε σχέση με τις αναλύσεις που γίνονται στα κανονικά φυτά. Ενώ δεν ξεχνάμε (και καλά κάνουμε) το καινούργιο που μπαίνει στη ζωή μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης τα ταλαιπωρημένα κλασικά φυτά μας που τρέφονται από τον μακράν μολυσμένο μας υδροφόρο ορίζοντα. Και αυτά έχουν τοξίνες, και αυτά έχουν προβλήματα με λιπάσματα και από αυτά τρεφόμαστε όλοι μας, όπως έχουν διεξοδικά αναλύσει συνάδελφοί μου σε προηγούμενα άρθρα.
Τελικώς, μπορούμε να πούμε ότι ναι υπάρχουν κίνδυνοι με τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα, ότι ναι υπάρχουν και οφέλη. Οφείλουμε να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στα επόμενα βήματά μας που αφορούν στη γενετική μηχανική και γι’ αυτό το λόγο βελτιώνονται ολοένα και οι νομοθεσίες που αφορούν στον τομέα. Όλες οι παράμετροι πρέπει να ελέγχονται διεξοδικά και ακριβώς σε αυτό το κλίμα βρισκόμαστε στην Ευρώπη.
Πηγές :