Γράφει ο Φώτης Παπαϊωάννου
Κοινωνιολόγος

Η 3η ετήσια Ελληνογερμανική συνέλευση για την τοπική αυτοδιοίκηση πραγματοποιήθηκε αυτές τις ημέρες στη Θεσσαλονίκη (για δεύτερη φορά στην πόλη έπειτα από πρωτοβουλία του δήμου), στα πλαίσια της ελληνογερμανικής συνεργασίας που ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια.

Με την αφορμή και στο περιθώριό της, ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης κ. Μπουτάρης δημοσιοποίησε κάποιες απόψεις που πιστεύουμε ότι αξίζει να καταγραφούν, αν μη τι άλλο, αφού προέρχονται από τον «διευθύνοντα» του δεύτερου μεγαλύτερου ελληνικού δήμου και από ένα πρόσωπο με σημαντική κοινωνική και επιχειρηματική ιστορία και προσφορά.

Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης θεωρεί ότι το «πέπλο της συνεργασίας ελληνικής και γερμανικής αυτοδιοίκησης» δεν κυριαρχείται τόσο από τα πραγματικά δεδομένα, αλλά κυρίως, από κάποια στερεότυπα που είναι σημαντικό να εντοπιστούν. Και αυτό, διότι η διαχείριση της κρίσης έχει μετατρέψει σήμερα τη σχέση μας με τη Γερμανία στη σημαντικότερη διμερή σχέση της χώρας μας με ξένο κράτος. Από την αρχή της κρίσης έως σήμερα, ίσως το μόνο στοιχείο που δεν αντιμετωπίζεται αρνητικά από τα γερμανικά και ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης είναι αυτό της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών(Ελλάδα – Γερμανία).

Σε αυτό τον τομέα, λοιπόν, η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να επιτελέσει ένα μεγάλο ρόλο, ενώ αντίστοιχα μέσω και της επαφής των τοπικών της ηγετών με τους αντίστοιχους των άλλων κρατών, να αλλάξει την εικόνα των ίδιων, των κεντρικών φορέων διακυβέρνησής τους, και συνολικά, του «μέσου γερμανού πολίτη» για τη χώρα μας, ζήτημα με τεράστια εθνική σημασία. Την εικόνα αυτή, που σήμερα σε μεγάλο βαθμό έχει αφεθεί στις προκαταλήψεις και από τις δύο πλευρές (συγκρίσεις με τη ναζιστική κατοχή, δημοσιεύματα λαϊκίστικων εντύπων και στις δύο χώρες όπως η Bild, δηλώσεις αβασάνιστες που αγνοούν δεδομένα ή επηρεάζονται από πολιτικούς φανατισμούς και ιδεολογικές αγκυλώσεις), που τις επιτείνει η σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας μας, όπως είναι αλήθεια ασφαλώς να αναγνωριστεί.

Στο πλαίσιο αυτό, καταγράφεται από το δήμαρχο Θεσσαλονίκης ότι η συνεργασία προέκυψε από διακυβερνητική συμφωνία για ζητήματα τεχνογνωσίας και δεν προέκυψε «από το πουθενά», ούτε αφορά μεμονωμένους δήμους. Η βοήθεια από τους γερμανικούς αυτοδιοικητικούς φορείς κρίθηκε ως σημαντική, η προσφορά όμως αυτή θα καθοριστεί από τις ανάγκες των ελληνικών -κάθε φορά- δήμων, την αξιολόγηση και τους όρους που αυτοί θα έχουν διαμορφώσει, στα ζητήματα που θα θελήσουν να βελτιώσουν ή να αλλάξουν τους διαχειριστικούς τρόπους και δε θα αφορά μεταφορά υποχρεωτικών ή μίας κοινής πρακτικής ή πολύ περισσότερο, όπως πολλοί θέλουν να φαντάζονται, την προώθηση και μόνο «ιδιοτελών γερμανικών συμφερόντων».

Ητοπικη αυτοδιοικηση τεχνογνωσία αυτή, που κρίνεται ότι λείπει από την τοπική μας αυτοδιοίκηση, θα αφορά τομείς που κρίθηκαν ως «αιχμής» και βαρύνουσας σημασίας για τη Θεσσαλονίκη, όπως η αστική ανάπλαση, η καθαριότητα, τα θέματα τουρισμού ή επαγγελματικής κατάρτισης. Π.χ. στο ζήτημα της καθαριότητας που τίθεται ως παράδειγμα και έγιναν μελέτες – επαφές, προέκυψε ότι η υπηρεσία καθαριότητας του Βερολίνου για την αποκομιδή και επεξεργασία των απορριμμάτων συνεργάζεται με εταιρείες του ιδιωτικού τομέα, ενώ η αντίστοιχη του Αμβούργου όχι, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπάρχει μία μονολιθική γερμανική πρακτική, όπως πολλοί θεωρούν, η οποία και θα επιβληθεί χωρίς όρους ή με κίνητρα κέρδους.

Ακόμη, στη συνέλευση συμμετέχουν τα ερευνητικά κέντρα που έχουν ιδρυθεί από όλους τους μεγάλους γερμανικούς πολιτικούς φορείς, όπως τα Conrad Adenauer του Χριστιανοδημοκρατικού, Friedrich Ebert του Σοσιαλδημοκρατικού, Heinrich Boll των Πρασίνων, Rosa Luxembourg του Die Linke, πολλά από τα οποία πρόσφατα ενεργοποιήθηκαν ξανά -ή κάποια για πρώτη φορά- στην Ελλάδα. Το ότι συμμετέχουν όλα, φανερώνει ότι δε θα υπάρξει μόνο ένας συγκεκριμένος ιδεολογικός προσανατολισμός για τη διαχείριση και τη μελέτη του μέλλοντος της Ελληνικής Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Με τη συμμετοχή τους και την ανάλογη πάνδημη συμμετοχή όλων των ελληνικών ιδεολογικών παρατάξεων, των τοπικών φορέων που «σχετίζονται» με αυτές ή των ανεξάρτητων τέτοιων, θα μπορέσει να υπάρξει πλουραλισμός στη συζήτηση, να διεξαχθεί αυτή ενεργά και δυναμικά. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Γερμανία θεωρείται από τις πιο ισχυρές στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης χώρες, ενώ η δική μας από τις πιο συγκεντρωτικές, της επιχειρούμενης πρόσφατης μεταρρύθμισης μέσω της δομής του «Καλλικράτη», είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε τις εξελίξεις «εκτός των τειχών», για την έναρξη της συζήτησης του «Πώς θέλουμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα».

boutaris-bakatselou 431xΗ περαιτέρω «επικοινωνία στη γνώση και στις πρακτικές» θα είναι μία καλή ευκαιρία για να αρχίσει να γίνεται κάτι ανάλογο και με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και τις τοπικές αρχές τους, ώστε να υπάρχει πληρέστερη ενημέρωση του τι «γίνεται στον έξω κόσμο»-κατά την έκφραση του κ. Μπουτάρη- και ανάλογα, θα συμπληρώναμε εμείς, να γνωρίζει και αυτός την ελληνική πραγματικότητα. Στοιχείο που κατά την γνώμη μας, εκτός του ότι δεν έχει κάτι το επιλήψιμο, θα είναι σε όφελος της χώρας και της αυτοδιοίκησης, αφού η διάδοση της γνώσης, της επαφής θα είναι προς το κοινό συμφέρον, με την προϋπόθεση ότι αποδεχόμαστε την κοινή δέσμευση, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα από την κοινή ευρωπαϊκή πορεία και θέλουμε να αλλάξουμε τα «κακώς κείμενα», να ενισχύσουμε τις καλές πρακτικές, αλλά και να ενισχυθεί ο ρόλος και η ξεχωριστή λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης, διατηρώντας τα όποια καλά της στοιχεία.

Ακόμη, πρέπει να ενισχυθεί η κουλτούρα της μάθησης, της συνεργασίας, της αποδοτικότητας και της συνύπαρξης στα πλαίσια της ευρωπαϊκής και διεθνούς αλληλεγγύης μεταξύ εταίρων, όχι του «ελληνικού λαού και ξένων επικυρίαρχων», η οποία θα ενισχύεται, θα αλλάζει φορά και σχεδιασμό ανάλογα με τις ανάγκες που θα προκύπτουν για όλους τους πολίτες της Ευρώπης.

Τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν στο περιθώριο της συνέλευσης, χωρίς να παραγνωρίζονται τα στοιχεία της κρίσης, της εργασιακής ανασφάλειας και του πανικού που προκαλούν σε κομμάτι του πληθυσμού που νιώθει ότι θίγεται από τις επιχειρούμενες αλλαγές, μάλλον φανερώνουν ότι ο διάλογος και η συνεργασία καθώς και οι συγκεκριμένες προτάσεις που λείπουν, είναι η καλύτερη απάντηση.

Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι ήδη αυτό έχει αργήσει πολύ για την ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση και την κρατική μηχανή γενικότερα, δεν πρωτοτυπεί ασφαλώς ο κ. Μπουτάρης, το ζήτημα είναι να εξελιχθεί σωστά ο διάλογος, με σωστούς όρους και προϋποθέσεις, να είναι παραγωγικός και τα αποτελέσματά του να εκφραστούν υλοποιητικά.