εισήγηση του Βασίλη Τακτικού

Οι Κοινωνικές Συμπράξεις είναι πλέον ένα θεσμοθετημένο γεγονός. Με νόμο του κράτους ο οποίος ψηφίστηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2011. Πρόκειται για ένα μεγάλο βήμα για τη χώρα μας αφού με τεράστια χρονική καθυστέρηση θεσμοθετείται επιτέλους το τρίτος τομέας της οικονομίας, δηλαδή η κοινωνική οικονομία και παράλληλα παραδίδονται στις οργανώσεις της κοινωνία πολιτών τα αναγκαία εργαλεία που θα τις βάλουν με ισοτιμία, υπευθυνότητα κι ελπίζουμε με διαφάνεια, στο στίβο των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, ώστε να διευρύνουν την κοινωφελής τους δράση.

Πολύ σύντομα θα έχουμε προκηρύξεις προγραμμάτων και πολλές οργανώσεις δεν θα είναι έτοιμες, ακριβώς επειδή όλα αυτά είναι πολύ περίπλοκες διαδικασίες για τα δικά μας δεδομένα μέχρι τώρα. Όμως οι οργανώσεις θα πρέπει να δείξουν ευρύτητα πνεύματος και να αντιδράσουν άμεσα διότι το 2012 αναμένεται να είναι καταιγιστικό σε προκηρύξεις προγραμμάτων τα οποία θα ανοίγουν και θα κλείνουν σε σύντομα διαστήματα. Και δεν θα υπάρχει πολύς χρόνος εάν δεν γίνει προετοιμασία από τώρα.

Δεδομένου μάλιστα ότι λόγω των οικονομικών προβλημάτων της χώρας η εθνική συμμετοχή στο ΕΣΠΑ θα περιοριστεί μόνον στο 5% μέσα σε ένα δυο μήνες από σήμερα όσοι δεν είναι έτοιμοι θα μείνουν θεατές ή θα τρέχουν την τελευταία στιγμή. Βέβαια για να είμαστε ρεαλιστές, αναμένομε και πάλι φαινόμενα σαν κι αυτά που είδαμε με το πρόγραμμα της κοινωφελούς εργασίας, κάποιοι που θα επιχειρήσουν να μεθοδεύσουν να πάρουν όσο το δυνατόν περισσότερα προγράμματα, κάποιοι δήμοι που θα επιχειρήσουν να απορροφήσουν πόρους και να ικανοποιήσουν πελατειακές σχέσεις παλαιού τύπου κλπ.

Όμως αυτή τη φορά είμαστε σαν ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ακόμη πιο καλά οργανωμένοι, έχοντας ενσωματώσει την εμπειρία του πρόσφατου παρελθόντος, ώστε να υποστηρίξουμε περισσότερες οργανώσεις ενημερωτικά και σε τεχνογνωσία.

Εδώ ξεκίνησαν όλα από αυτό το γραφείο. Εδώ ξεκίνησαν οι επαφές με πολλές οργανώσεις οι οποίες αντιλήφθησαν την κατάσταση, έδρασαν γρήγορα και πρόλαβαν και κατέθεσαν και φάκελο για διαχειριστική επάρκεια και προγράμματα για τη κοινωφελή εργασία με αποτέλεσμα να έχουν τώρα την ωριμότητα και τη δυνατότητα να επωφεληθούν άμεσα από τα πλεονεκτήματα που δίνει ο νέος νόμος. Το εργαλείο αυτή τη φορά είναι οι συμπράξεις οι οποίες όπως είπαμε είναι πλέον νόμος ο 4019 του 2011 και το άρθρο που βασικά ενδιαφέρει τις Οργανώσεις Κοινωνίας Πολιτών είναι το 18.

Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ της ΑΤΤΙΚΗΣ έχουμε σχέδιο να οργανωθούμε, ακολουθώντας πάνω στην λογική του Καλλικράτη, με τουλάχιστον 8 περιφερειακές συμπράξεις, μια σε κάθε μια από τις 8 περιφέρειες της Αττικής. Στη συνέχεια οι συμπράξεις αυτές θα συνεργαστούν είτε με τη τοπική αυτοδιοίκηση είτε με τη περιφέρεια προκειμένου να αναλάβουν συγκεκριμένα προγράμματα, ενώ σε δεύτερο πλάνο σχεδιάζουμε την ίδρυση και θεματικών συμπράξεων.

Ταυτόχρονα θέτουμε σα πρακτικό στόχο σε κάθε σύμπραξη να συμμετέχουν μέχρι 7 οργανώσεις προκειμένου τα σχήματα να είναι πιο ευέλικτα και βεβαίως παραμένουμε πάντα ανοικτοί σε κάθε οργάνωση που επιθυμεί να συμμετέχει είτε είναι μέλος του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ είτε όχι.

Από πρακτικής πλευράς, τα καταστατικά είναι ήδη έτοιμα, έχει μελετηθεί η δομή και η διοίκηση ώστε να είναι σύμφωνη με τις επιταγές του νέου νόμου, έχουν συμπεριληφθεί όσο το δυνατόν περισσότερες δράσεις ώστε να καλύπτονται όλες οι πιθανές ευκαιρίες και επομένως δεν υπάρχει λόγος για καθυστερήσεις.

Οι ενδιαφερόμενοι δεν έχουν παρά να συνυπογράψουν και να καταθέσουν τα καταστατικά τους στο πρωτοδικείο άμεσα. Θεωρητικά, μέσα σε ελάχιστες μέρες όλες οι συμπράξεις μπορούν να είναι έτοιμες και να αρχίσουμε τις επαφές μας με την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Στην συνέχεια, αφού οι συμπράξεις αποκτήσουν νομική υπόσταση οι εκπρόσωποί τους θα διαπραγματευτούν με τα υπουργεία. Πριν γίνει οποιοδήποτε άλλο βήμα, θα γνωστοποιήσουμε την ύπαρξή μας και τις θέσεις μας, θα θέσουμε τα αιτήματά και το πρώτο πράγμα που θα διεκδικήσουμε είναι η ισότιμη συμμετοχή μας στη διαβούλευση των υπουργείων όσον αφορά τα προγράμματα που σχετίζονται με εμάς.

Δηλαδή, με κανέναν τρόπο δεν είμαστε πλέον διατεθειμένοι να ανεχτούμε να διαβουλεύονται τα υπουργεία θέματα που μας αφορούν με τρίτους κι όχι με εμάς που είμαστε οι καθ’ ύλη αρμόδιοι φορείς για την υλοποίηση προγραμμάτων. Αναλογιστείτε μόνον, ότι όσον αφορά την εκπροσώπηση της κοινωνίας πολιτών στη διαβούλευση λαμβάνουν μέρος μόνον οι πρόσκοποι! Είναι δυνατόν να κάνουν διαβούλευση μόνον οι πρόσκοποι για λογαριασμό ολόκληρης της κοινωνίας πολιτών; Απαράδεκτο και από νομική κι από θεσμικής πλευρά αλλά κι από τη πλευρά της ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτά είναι ζητήματα τα οποία ήδη τα έχουμε θέσει και τώρα θα τα βάλουμε πιο συγκεκριμένα.

Ως ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ έχουμε ήδη καταφέρει πολλά κι έχουμε μέχρι τώρα παρέμβει δυναμικά στον δημόσιο διάλογο, αλλά πρέπει να έχουμε κάτι μεγάλο κι ουσιαστικό από πίσω μας αν θέλουμε να αυξήσουμε τη διαπραγματευτική μας ικανότητα και να έχουμε αποτελέσματα. Και οι συμπράξεις, εκτός όλων των άλλων, μας προσφέρουν κι αυτή την ευκαιρία και σε άλλους τομείς όπως λ.χ. στη δια βίου μάθηση. Καταφέραμε να βάλουμε τα θέματα που μας αφορούν στην βουλή, ταράξαμε τα νερά και στην ουσία, όσον αφορά τη Κοινωνία Πολιτών κάναμε μια μικρή επανάσταση για τα ελληνικά δεδομένα και σαν αποτέλεσμα προέκυψε το άρθρο 18, το οποίο στην ουσία δίνει τη πλειοψηφία και το προβάδισμα στη Κοινωνία Πολιτών όσον αφορά την υλοποίηση προγραμμάτων. Πρόκειται για ένα μεγάλο επίτευγμα της οριζόντιας συνεργασίας, το οποίο δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα.

Ο νέος νόμος, στην ουσία, βάζει τη Κοινωνία Πολιτών στο παιχνίδι για πρώτη φορά τώρα, με 22 ολόκληρα χρόνια καθυστέρηση! Κι ενώ θα έπρεπε να διαδραματίζει σοβαρό ρόλο, ήδη από το 1989 όταν δηλαδή η Ελλάδα μπήκε στη διαδικασία των κοινοτικών προγραμμάτων με το λεγόμενο τότε «πρώτο πακέτο Ντελόρ», κρατήθηκε τεχνηέντως σε ύπνωση με στόχο την υφαρπαγή των πόρων που δικαιωματικά της ανήκαν από διάφορους κρατικούς μηχανισμούς και κρατικοδίαιτους. Την εποχή εκείνη δινόταν μόνο ένα μικρό κομματάκι στη Κοινωνία Πολιτών, κατευθείαν από υπουργούς και βουλευτές μέσα από πελατειακές σχέσεις. Κι άλλοτε δίνονταν πακέτα ολόκληρα στους ημέτερους κι άλλοτε πεντοχίλιαρα, με τη μορφή επιδόματος ή ελεημοσύνης, σε όσους συλλόγους ήθελαν να χειραγωγήσουν για ψηφοθηρικούς ή άλλους λόγους και δεν υπήρχε καμία θεσμική διαδικασία ώστε να μπορεί ο χώρος της Κοινωνίας Πολιτών να παίξει το θεσμικό ρόλο που μας ανήκει.

Σήμερα, όχι όμως χωρίς εμπόδια, αναγνωρίζεται για πρώτη φορά ο χώρος της Κοινωνίας Πολιτών σαν ισότιμος δικαιούχος και συνομιλητής και δεν μένει παρά να διεκδικήσει το ρόλο του και να επιβάλλει τη παρουσία του, αφού αυτό το ρόλο των παίζουν μονόπλευρα, χρόνια τώρα ,οι συνδικαλιστές και τα επαγγελματικά – εμπορικά σωματεία. Μάλιστα οι συνδικαλιστές , σαν παλαιότεροι, εμπειρότεροι και με κρατικές πλάτες, έχουν εκτοπίσει τις Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών από όλα τα κοινωνικά φόρουμ και από τη συμμετοχή στην ελληνική ΟΚΕ (Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή).

Στη κοινωνία πολιτών συνυπάρχουν μαζί, εθελοντικές οργανώσεις, κάθε είδους σύλλογοι και σωματεία, συνδικαλιστικές και επαγγελματικές οργανώσεις. Οι δυο τελευταίες είναι οργανώσεις αυτοβοήθειας ή αλληλοβοήθειας εξυπηρετούν δηλαδή το δικό τους κλαδικό, επαγγελματικό ή κοινωνικό συμφέρον. Όσον αφορά τον συνδικαλισμό, λόγω του ιστορικού και θεσμικού του ρόλου, παλεύει μόνον για ζητήματα οικονομικής κυρίως φύσης, που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων και δεν ασχολείται με το σύνολο των μελών της κοινωνίας ή αυτούς που έχουν ανάγκη, αλλά με το συμφέρον και την εξυπηρέτηση των μελών συγκεκριμένων σωματείων και είναι ένα οργανωμένος πυραμιδοειδώς. – Η κορυφή της πυραμίδας είναι συνήθως στο παιχνίδι της εξουσίας ενώ η βάση δεν είναι παρά νεροκουβαλητές –

Οι εθελοντικές οργανώσεις από την άλλη, είναι οργανωμένες οριζόντια κι είναι φορείς ετεροβοήθειας – πιο κοντά στο ρόλο της κοινωφέλειας – αφού ασχολούνται με όλους όσους χρειάζονται στήριξη και παλεύουν για αξίες και κοινωνικά αγαθά που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας.

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) είναι για τη φτώχεια, για αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση στην υγεία ή την παιδεία. Για αυτούς που χρειάζονται κάθε είδους στήριξη, γι αυτούς που δεν έχουν τίποτα ή σχεδόν τίποτα ή ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες, είναι άνεργοι, είναι μετανάστες κλπ. Δεν είναι για τους βολεμένους που έχουν μια δουλειά στο δημόσιο ή το εργοστάσιο και αγωνίζονται για κάτι καλύτερο. Αυτοί έχουν την ασφάλειά τους τη σύνταξη τους και αγωνίζονται για το παραπάνω. Υπάρχει όμως ένας κόσμος που δεν έχει τίποτα. Το ΕΚΤ είναι για αυτούς και αυτοί είναι εκείνοι που πρέπει να πάρουν το μερίδιο που τους ανήκει παγκόσμια, ηθικά και κοινωνικά. Δεν είναι για τους συνδικαλιστές οι οποίοι με τις πλάτες του κράτους αντλούσαν μέχρι τώρα πόρους από το ΕΚΤ.

Με όλα όσα είπαμε πιο πάνω θέλουμε με κάθε τρόπο να τονίσουμε ότι το να εκπροσωπείται ολόκληρος ο χώρος της Κοινωνίας Πολιτών από τους συνδικαλιστές είναι απαράδεκτο. Μπορεί να ανήκουν δικαιωματικά στη Κοινωνία Πολιτών, δεν μπορούν όμως με κανένα τρόπο να είναι οι μόνοι εκπρόσωποι του χώρου είτε στην ΕΟΚΕ είτε στα υπουργεία, είτε στη διαβούλευση.

Με την ευκαιρία θα πρέπει να τονιστεί ότι ο θεσμός της διαβούλευσης είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της συμμετοχικής δημοκρατίας αφού δίνει στους ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να εκφράσουν επί ίσοις όροις τις απόψεις τους για θέματα που τους αφορούν και να συνδιαμορφώσουν αποφάσεις.

Το πρώτο θεσμοθετημένο πραγματικό άνοιγμα στην αληθινή Κοινωνία Πολιτών επιχειρήθηκε στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέσα από τον Καλλικράτη με το θεσμό της επιτροπής διαβούλευσης, γεγονός που αποδεικνύει ότι το κράτος πράγμα που σημαίνει ότι το κράτος αντιλαμβάνεται τη σημαντικότητα της διαβούλευσης κι επιθυμεί να τον εισάγει στην κοινωνία. Όμως στη πράξη οι ίδιοι δήμοι, άλλοτε από άγνοια κι άλλοτε από συμφέρον δεν αξιοποίησαν και δεν αξιοποίησαν τα κοινωνικά πλεονεκτήμτα του θεσμού και επί της ουσίας τον απαξίωσαν διορίζοντας ημέτερους σε μια προσπάθεια να διεκπεραιώσουν εύκολα και γρήγορα μια θεσμική υποχρέωση της οποίας δεν αντιλήφθηκαν την πρακτική της αξία.

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, το ίδιο το κράτος το οποίο θεσμοθέτησε τη διαβούλευση, την απαξιώνει αφού, μέχρι σήμερα, αποκλείει από τον κοινωνικό διάλογο τους γνήσιους εκπροσώπους της κοινωνίας πολιτών για αντ’ αυτών συνομιλεί με τους συνδικαλιστές και μεμονομένες οργανώσεις για θέματα που αφορούν τη κοινωνική αλληλεγγύη, την κοινωνική οικονομία, τη στήριξη των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, την δια βίου μάθηση, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής, την προστασία του περιβάλλοντος κλπ.

Κάποτε κάποιοι ΜΚΟ – πατέρες ζητούσαν να αναγνωριστούν οι ΜΚΟ στο Σύνταγμα της χώρας, χωρίς να ενδιαφέρονται να εδραιώσουν πρώτα και επί της ουσίας τον ρόλο των εθελοντικών οργανώσεων μέσα στη κοινωνία και την οικονομική ζωή. Ως Κοινωνία Πολιτών θα πρέπει πρώτα να διεκδικήσουμε τον ρόλο που είδη έχει θεσμικά προσδιοριστεί από την ΕΕ και να παράγουμε αγαθά και υπηρεσίες φιλικά προς το πολίτη και με φθηνότερο κόστος μέσα από τη κοινωνική οικονομία και μετά θα έρθουν όλα τα άλλα. Αυτή είναι και η δικιά μας προσέγγιση σα ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ.

Ας μην ξεχνάμε ότι αυτά που ανακαλύπτονται στην Ελλάδα μόλις τώρα στις υπόλοιπες χώρε της αναπτυγμένης Ευρώπης λειτουργούν και αποδίδουν ήδη. Στη Γαλλίας για παράδειγμα, το 40% των υπηρεσιών υγείας παρέχονται από την κοινωνική οικονομία και τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών μέσω συμπράξεων.

Η αλήθεια είναι, ότι το μοντέλο των συμπράξεων έχει έρθει και στη χώρα μας πριν πολλά χρόνια αλλά με εντελώς ευκαιριακό χαρακτήρα. Συμπράξεις γινόταν σχεδόν αποκλειστικά προκειμένου να παρθεί ένα πρόγραμμα και με τη λήξη του όλα τελείωναν. Μέχρι τώρα έτσι δόθηκαν τα χρήματα και δεν έχει πιάσει τίποτα τόπο. Διάφορα site και portal για παράδειγμα που έχουν κοστολογηθεί για 500.000€ δεν κάνουν 5.000€. Έχουν γίνει του κόσμου οι αρπαχτές, δήθεν για τη δικτύωση της κοινωνίας, δήθεν για την εκπαίδευση άνεργων γυναικών κλπ. Χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Στην αποθέωση της στρέβλωσης κάποιες ΔΕΚΟ με κάποιες δικές τους τάχα ΜΚΟ εκπαιδεύανε δήθεν γυναίκες. Δαπάνησαν 1,5 εκατομμύριο και στο τέλος δεν δημιούργησαν καμία θέση απασχόλησης. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα σε σχέση με το δημόσιο.

Κατακερματισμός, ευκαιριασμός, ασυνέχεια, άγνοια κι αδιαφορία. Τώρα για πρώτη φορά, με τον νέο νόμο, οι συμπράξεις προωθούνταν θεσμικά. Δηλαδή για να πάρει μια σύμπραξη ένα πρόγραμμα πρέπει να λειτουργεί στον χώρο και τον χρόνο, να έχει καταστατικό, να έχει δομή, να έχει γραφεία και δεν μπορεί να είναι μια ευκαιριακή υπόθεση. Είναι απαραίτητο να περάσουμε πλέον στη οργανωμένη και θεσμοθετημένη κοινωνική οικονομία.

Για εμάς αυτό αποτελεί μια δικαίωση και για την κοινωνία μια λύση, αφού οι Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες σαν κι αυτές που παρέχουν φορείς του δημοσίου ή ιδιωτικές επιχειρήσεις με πολύ χαμηλότερο κόστος, πολλές φορές με το 1/3. Μάλιστα στον τομέα των υπηρεσιών και της πληροφορίας ένα δίκτυο αυτοργανωμένο όπως είναι το ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ στοιχίζει 10 φορές λιγότερο από ότι ένα κέντρο επικοινωνίας του κράτους. Και παίρνουμε τελευταίο παράδειγμα το ΕΡΓΟ ΠΟΛΙΤΩΝ, τον κρατικό οργανισμό για τον εθελοντισμό, ο οποίος ιδρύθηκε σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά πρότυπα και με το οποίο συνειδητά συνεργαστήκαμε.

Η λειτουργία του οργανισμού στοίχιζε αρχικά στο κράτος 1,5 εκατομμύριο € τον χρόνο ενώ τελευταία το κόστος λειτουργίας έπεσε στο 1 εκατομμύριο €. Αποστολή του ήταν να παρέχει δομές επικοινωνίας, πληροφόρησης και δικτύωσης μεταξύ των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, έργο το οποίο αυτή τη στιγμή εκτελεί το ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ με κόστος 2-3 χιλιάδες€ τον μήνα δηλαδή περίπου 300.000 € τον χρόνο και η δουλειά γίνεται πολύ πιο αποτελεσματικά. Εκεί δούλευαν 30 άτομα. Αυτή είναι η κατάσταση με το κράτος. Αυτό συμβαίνει σε κάθε επίπεδο.

Ένα άλλο στοιχείο αφορά τις κρατικές αναπτυξιακές εταιρείες που υπάρχουν σ’ όλη τη χώρα, οι οποίες έφτασαν να δαπανούν το 30% των κεφαλαίων που ήταν για την ανάπτυξη οι ίδιες για εσωτερικά έξοδα λειτουργιάς!

Είναι λοιπόν φανερό, ότι οι συμπράξεις μπορούν να λειτουργήσουν με ελάχιστο διοικητικό κόστος αφού για παράδειγμα το διοικητικό συμβούλιο είναι άμισθο. Και μόνον από αυτό καθίσταται ολοφάνερο ότι οι ίδιες ποιοτικές υπηρεσίες, αν όχι και καλύτερες, μπορούν να προσφερθούν σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Η κοινωνική οικονομία και οι αναπτυξιακές συμπράξεις φέρνουν την επανάσταση στη διαχείριση των κοινωνικών πόρους , είτε πρόκειται για χρήματα της ΕΕ είτε για χρήματα του έλληνα φορολογούμενου. Όταν τους πόρους αυτούς τους δαπανά το ίδιο το κράτος έχουν πολύ μικρότερη απόδοση από ότι να τους δαπανούν οι Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών η οποία αφ’ ενός λειτουργεί δωρεάν σε επίπεδο μάνατζμεντ, επικοινωνίας, διάχυσης πληροφορίας και αφ’ ετέρου χρησιμοποιεί το κοινωνικό κεφάλαιο και τον εθελοντισμό σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών .

Επομένως υπάρχουν άπειρα επιχειρήματα και για να πείσει κανείς και ταυτόχρονα να δείξει προς τα έξω ότι μια σύμπραξη είναι ένα βιώσιμο σύστημα.

Η σύμπραξη συνθέτει κοινωνικό κεφάλαιο, από τους εθελοντές, από τους επωφελούμενους, από τις χορηγίες των επιχειρήσεων και των ιδιωτών κλπ. Μια οργανωμένη σύμπραξη η οποία μπορεί να καλύπτει τα βασικά της έξοδα, μπορεί να ενεργοποιήσει ανενεργούς πόρους, για παράδειγμα να χρησιμοποιήσει ανενεργά κτίρια του δημοσίου ή των δήμων, να απαλλάξει τη τοπική αυτοδιοίκηση από ένα κόστος που έχει για κοινωνικές υπηρεσίες όπως να πληρώνει δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι δεν είναι πάντα αποτελεσματικοί.

Για παράδειγμα, έχει αποδειχτεί στη πράξη ότι όσον αφορά το πρόγραμμα «βοήθεια στο σπίτι» μια οργάνωση μπορεί να προσφέρει το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών με έναν δήμο αλλά στο μισό λειτουργικό κόστος.

Σε μια κοινωνική σύμπραξη δεν μπορεί να συμβαίνουν ανορθολογισμοί διότι δεν έχει μονίμους δημοσίους υπαλλήλους που πληρώνονται βρέξει χιονίσει. Έχει ένα πρόγραμμα με ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και ένα συγκεκριμένο προϋπολογισμό και δεν έχει την πολυτέλεια να ξεφύγει από αυτό ούτε στο ελάχιστο.

Αντίθετα πολλές δημοτικές αναπτυξιακές εταιρείες έχουν μόνιμο προσωπικό και επί σειρά ετών δεν έχουν πραγματοποιήσει ούτε ένα πρόγραμμα όπως για παράδειγμα τοπικές αναπτυξιακές Δήμων που πληρώνονται κανονικά και επί 4 χρόνια δεν έχουν υλοποιήσει ούτε ένα πρόγραμμα! Δεν μπορεί να συμβεί αυτό σε μια ΜΚΟ ή σε μια αναπτυξιακή σύμπραξη. Είναι τεράστια η διαφορά. Δηλαδή αν στους δήμους αντί για αναπτυξιακές εταιρείες δραστηριοποιούνταν συμπράξεις Οργανώσεων της Κοινωνία Πολιτών θα γινόταν σημαντικότατη οικονομία πόρων για ίδιο και υψηλότερο επίπεδο υπηρεσιών.

Αυτή είναι μια εξοικονόμηση τελικά υπέρ του πολίτη αλλά και υπέρ του ίδιου του δημόσιου υπάλληλου πολίτη. Γιατί αν οι υπηρεσίες που παρέχονται είναι ακριβές το κόστος το υφίστανται όλοι οι Έλληνες ανεξαιρέτως. Άρα οι κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις έρχονται να καλύψουν μια ανάγκη προσαρμογής της Ελληνικής οικονομίας, να δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας, γιατί όταν η πίττα διανέμεται δίκαια παίρνουν περισσότεροι.

Με τον τρόπο αυτό μένουν περισσότεροι πόροι για να επενδυθούν κάπου αλλού, διότι όταν υπάρχει εξοικονόμηση υπάρχει πάντα η δυνατότητα να αναπτυχθούν νέοι τομείς και νέες πρωτοβουλίες προς όφελος του πολίτη.

Εν κατακλείδι: όταν γίνεται μια εξοικονόμηση σοβαρού μεγέθους, μπορούν τελικά να εργαστούν περισσότεροι είτε στον ιδιωτικό τομέα είτε στον κοινωνικό τομέα αφού μόνον όταν κάποιος δουλεύει ή όταν προσφέρει θα αμοίβεται, ενώ στο δημόσιο παίρνει και χωρίς να προσφέρει στερώντας από άλλους.

Αυτά είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των αναπτυξιακών συμπράξεων των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών κι ευτυχώς, κατ’ ανάγκη κι υπό πίεση, η Ελληνική πολιτεία πέρασε τελευταία στιγμή το άρθρο 18 στον νόμο 4019/2011 και θεσμοθέτησε κάτι που έπρεπε να υπάρχει εδώ και 22 ολόκληρα χρόνια! την κοινωνική οικονομία και τις αναπτυξιακές συμπράξεις.

Εφ’ όσον κατανοήσουμε όλα αυτά τα πράγματα γίνεται πλέον σαφές ότι υπάρχει δυνατότητα βιωσιμότητα ώστε να δημιουργηθούν και να επιβιώσουν όλες οι συμπράξεις. Μάλιστα έχει πλέον ωριμάσει η σκέψη ώστε στελέχη κι εθελοντές του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ να αναλάβουν συγκεκριμένους τομείς δράσεις όπως: περιβάλλον, υγεία, παιδεία πολιτισμός κλπ και να ασκήσουν έλεγχο αλλά και πίεση στα αρμόδια υπουργεία για θέματα όπως: γιατί δεν προχωρούν ορισμένα προγράμματα, γιατί δεν γίνεται διαβούλευση, πως κατανέμονται οι πόροι του ΕΚΤ, γιατί δε βγαίνουν νέες προκηρύξεις για νέα προγράμματα, γιατί δεν υπάρχουν προκηρύξεις «διαχειριστικής επάρκειας» από ορισμένα υπουργεία, γιατί δεν είναι ανοικτά τα μητρώα, γιατί δεν προχωρά το γενικό μητρώο. Ο ρόλος του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ πρέπει πλέον να είναι και παρεμβατικός για αυτό άλλωστε κι αρκετά στελέχη έχουν ήδη αναλάβει τον ρόλο. Βέβαια, όπως πάντα, είμαστε ανοικτοί σε νέα άτομα, νέο αίμα, νέα πρωτοβουλίες και με χαρά δεχόμαστε στους κόλπους όσους και όσες επιθυμούν να συστρατευτούν μαζί μας.

Και ανακεφαλαιώνουμε.

Τι διεκδικούμε μέσα από τις συμπράξεις.

Διεκδικούμε συμμετοχή στα ΤΟΠΣΑ (Τοπικά Ολοκληρωμένα Προγράμματα Στήριξης απασχόλησης), να υλοποιήσουμε προγράμματα δια βίου μάθησης ένα τομέας που είναι τελείως ανοργάνωτος και εξαιρετικά πελατειακός, διεκδικούμε μεγαλύτερα προγράμματα στο μέλλον και προγράμματα από κοινού με την τοπική αυτοδιοίκηση, όπως για παράδειγμα το πολύ σημαντικό πρόγραμμα «Πράσινη Ζωή» στη πόλη, το οποίο θα ξανανοίξει σύντομα και προγράμματα οικοανάπτυξης στην ύπαιθρο.

Πως οργανωνόμαστε

Οργανώνουμε τις συμπράξεις μας ακολουθώντας σε γενικές γραμμές τη δομή του Καλλικράτη με 7- 8 εταιρείες μέλη σε κάθε σύμπραξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι όλα τα μέλη υποχρεωμένα αναλάβουν τομέα δράσεις σε κάποιο πρόγραμμα αν δεν το επιθυμούν ή αν το πρόγραμμα δεν συνάδει με τα δικά της ενδιαφέροντα , σκοπούς και εξειδίκευση.

Για παράδειγμα δεν είναι υποχρεωτικό μια εταιρεία που ασχολείται με το περιβάλλον να λάβει μέρος σε ένα πρόγραμμα που ανέλαβε η σύμπραξη στην οποία ανήκει και αφορά για παράδειγμα την ψυχική υγεία. Έχει δικαίωμα και από τη λογική και από τον νόμο να μην εμπλακεί. Τα μέλη της σύμπραξης έχουν την ηθική υποχρέωση να βοηθούν και να συνδράμουν προκειμένου να πάει καλά η σύμπραξη αλλά δεν είναι υποχρεωτικό να κάνουν οπωσδήποτε δουλειά σε τομέα που δεν τα αφορά. Επιπλέον κάθε οργάνωση μπορεί να είναι μέλος όπου θέλει και σε όσες συμπράξεις θέλει αν το κρίνει απαραίτητο. Δεν απαγορεύεται νομικά.

Μέσα στα απώτερα σχέδια του ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟΥ αφού ολοκληρωθούν οι τοπικές συμπράξεις, είναι να δημιουργηθούν και εξειδικευμένες θεματικές συμπράξεις, για παράδειγμα για το περιβάλλον, την υγεία κλπ. Ουσιαστικά οι δήμοι θα συνεργάζονται με τις συμπράξεις που είναι στη περιοχή τους, αλλά και τις θεματικές συμπράξεις για εξειδικευμένα θέματα.

Νομικά ΜΚΟ και «αναπτυξιακές συμπράξεις» διέπονται από τις ίδιες διατάξεις του αστικού κώδικα, θεσμικά όμως η αντιμετώπισή τους από την πολιτεία και τοπική αυτοδιοίκηση είναι διαφορετική. Διότι οι συμπράξεις έχουν πρωτίστως τοπικό ή θεματικό χαρακτήρα. Ο κάθε δήμος είναι παράλογο πολιτικά να συνεργαστεί με μια σύμπραξη άλλης περιφέρειας όταν έχει σύμπραξη μέσα στα όρια του στην οποία μάλιστα συμμετέχει κι αυτός σαν εταίρος. Ο νόμος δεν το αποκλείει, αλλά πλέον γίνονται προφανείς οι διάφοροι σκοτεινοί στόχοι. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα τα προγράμματα ζητούν η σύμπραξη να έχει έδρα στον τόπο υλοποίησης.

Όσον αφορά τον τρόπο διοίκησης και τον τρόπο εκπροσώπησης. Δεν υπάρχουν εκλογές και συμφωνείται εκ των προτέρων ποιος θα είναι διαχειριστής εταίρος, δηλαδή ποιος θα έχει την ευθύνη για όλο το λειτουργικό και το λογιστικό κομμάτι. Υπάρχει Διοικητικό συμβούλιο, πρόεδρος του ΔΣ και μέλη που εκπροσωπούν τις εταιρείες και διορίζονται από αυτές. Η διοίκηση αλλάζει με τα τρία τέταρτα της πλειοψηφίας των μελών και έχει ακολουθηθεί η λογική που ισχύει στις κοινοπραξίες των εταιρειών που αναλαμβάνουν δημόσια έργα κλπ. Πρόκειται δηλαδή για ένα σχήμα δοκιμασμένο στη πράξη και συνήθης πρακτική όταν μιλάμε για προγράμματα μεγάλου μεγέθους.

Βέβαια σε επόμενη φάση επειδή οι συμπράξεις θα διαχειριστούν πόρους πρέπει να φροντίσουν να αποκτήσουν και την απαιτούμενη διαχειριστική επάρκεια. Δεν είναι υποχρεωτικό να έχουν διαχειριστική επάρκεια όλα τα μέλη. Βέβαια αν κάποια οργάνωση, μέλος της Σύμπραξης, θέλει να είναι αυτοδύναμη κι αυτάρκης προκειμένου να αναλάβει ανεξάρτητα και μεμονωμένα κάποιο πρόγραμμα θα πρέπει να έχει και τη διαχειριστική της επάρκεια.

Βέβαια σε ορισμένες περιπτώσεις η σύμπραξη με τη δική της διαχειριστική επάρκεια, μπορεί να καλύψει κάποιο μεμονωμένο μέλος και να του «δανείσει» τη διαχειριστική επάρκεια προκειμένου να αναλάβει ανεξάρτητα κάποιο μικρό έργο. Βέβαια αυτό το μόρφωμα δεν το δέχονται όλα τα υπουργεία και υπάρχει σχετική ασάφεια. Είναι θέμα ερμηνείας ή και πολιτικής ακόμα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις γίνεται κι έχει γίνει κατ’ επανάληψη στο παρελθόν.

Γενικά, χωρίς να είναι υποχρεωτικό, οι οργανώσεις καλόν είναι να έχουν επάρκεια τύπου Γ’ (για την ανάληψη μικρών άυλων έργων με ίδια μέσα περίπου μέχρι 100.00) ενώ οι συμπράξεις θα πρέπει να έχουν επάρκεια τουλάχιστον τύπου Β’ (για την ανάληψη χρηματοδοτούμενων άυλων έργων ανεξαρτήτου μεγέθους), ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί και διαχειριστική επάρκεια τύπου Α’ αν το έργο που θα αναληφθεί απαιτεί και την ολοκλήρωση κάποιων τεχνικών έργων (υλικών έργων) όπως για παράδειγμα τη διαμόρφωση κάποιας πλατείας, κτιρίων για τη στέγαση κοινωνικών ιατρείων κλπ. Σε κάθε περίπτωση η διαχειριστική επάρκεια είναι ένα εργαλείο . Και στην ουσία είτε επειδή οι οργανώσεις δεν αντιλαμβάνονται έγκαιρα αυτή τη σημαντική τεχνική λεπτομέρεια είτε επειδή δεν είναι διατεθειμένες να δαπανήσουν το χρηματικό ποσό που απαιτείται ως αμοιβή σε ένα εξειδικευμένο μελετητικό γραφείο προκειμένου να την αποκτήσουν, το 90% των οργανώσεων δεν έχει διαχειριστική επάρκεια με αποτέλεσμα να αποκλείονται από τα προγράμματα. Από πλευράς κράτους είχαν κάποτε πει ότι θα η διαχειριστική επάρκεια θα καταργηθεί, πράγμα που ενέτεινε το αλαλούμ, αλλά τελικά αυτό που έγινε ήταν να απλουστευτούν κάπως οι διαδικασίες απόκτησης. Αν όμως θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, αν μια Οργάνωση δεν έχει διαχειριστική επάρκεια θέτει εαυτόν εκτός «παιχνιδιού».

Όσον αφορά την ανάληψη προγραμμάτων αυτό που ισχύει γενικά είναι ότι προκειμένου να πάρει μια Οργάνωση κάποιο πρόγραμμα πρέπει να είναι σε λειτουργία δυο χρόνια. Το ίδιο ισχύει και για τις συμπράξεις. Όμως οι συμπράξεις που δημιουργούνται τώρα, με βάση τον νέο νόμο, θα μπορούν να παίρνουν προγράμματα του υπουργείου εργασίας και του υπουργείου παιδείας που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ανεξαρτήτως παλαιότητας ενώ, προς το παρόν, οι παλαιότερες συμπράξεις έχουν ένα πλεονέκτημα παραπάνω και μπορούν να μπουν σε προγράμματα άλλων υπουργείων που απαιτούν παλαιότητα δυο ετών.

Στόχος μας είναι να συμμετέχουν στις αναπτυξιακές συμπράξεις και οι κοινωφελείς επιχειρήσεις των δήμων. Έτσι αντί κάθε μεμονωμένη οργάνωση να αναζητά δήμους – εταίρους για την ανάληψη κι εκτέλεση προγραμμάτων, όπως έγινε με το πρόγραμμα για τη κοινωφελή εργασία και να αντιμετωπίζει τον σκεπτικισμό και τη διαπλοκή, θα μπορεί να κινείται συντεταγμένα μέσω των συμπράξεων.

Αυτό σημαίνει ότι προκειμένου να γίνουν τέτοιου είδους συνεργασίες κάποιος θα πρέπει να πάρει τη πρωτοβουλία και να πραγματοποιήσει τις σχετικές επαφές με τους δήμους. Εμείς, σαν Οργανώσεις της Κοινωνία Πολιτών, θα πρέπει να κινηθούμε γρήγορα, αποτελεσματικά και συντονισμένα ώστε να μην υπάρχει το γνωστό καπέλωμα από τους συνδικαλιστές, όπως έχουν επιχειρήσει και στο παρελθόν. Βέβαια οι συνδικαλιστές δεν έχουν κινηθεί ακόμα προκειμένου να κάνουν δικές τους συμπράξεις κι αυτό επειδή έχουν δική τους κρατικίστικη, κλαδική λογική. Θα πρέπει όμως να είμαστε έτοιμοι ώστε, αν το κάνουν, να συνεργαστούμε μαζί τους επί ίσοις όροις.

Οι «συμπράξεις» σαν λογική και σαν σχήμα δίνουν απεριόριστες δυνατότητες και διευκολύνουν στη λύση προβλημάτων, αρκεί να υπάρχει ευρύτητα πνεύματος και διάθεση συνεργασίας. Κανείς δεν αποκλείει, για παράδειγμα, τη δημιουργία μιας μια τοπικής ολοκληρωμένης σύμπραξης με τη συμμετοχή Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, Συνδικαλιστικών Οργανώσεων και αναπτυξιακών εταιρειών της τοπικής αυτοδιοίκησης. Όμως βασικός μας στόχος θα πρέπει να είναι να οργανώσουμε τον δικό μας χώρο ώστε να αναλάβουμε εμείς πρωτοβουλίες να κινήσουμε τα πράγματα εκεί που υπάρχουν αδυναμίες, ώστε να μη βρεθούμε ξανά ουραγοί κι έξω από το παιχνίδι.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, ότι μέχρι τώρα ήμασταν ο πιο αδύναμος και ο πιο παραμελημένος κρίκος στο παιχνίδι της εξουσίας. Και δεν θα πρέπει να επιτρέπουμε να παραβλέπεται το γεγονός ότι είμαστε και οι πιο ειδικοί για θέματα κοινωνίας και κοινωνικής οικονομίας.

Για παράδειγμα δεν μπορούμε και δεν πρέπει να επιτρέψουμε να γίνει ξανά αυτό να γινόταν μέχρι τώρα, να κάνει για παράδειγμα το ΙΝΕ ΓΕΣΕΕ προγράμματα για ΑΜΕΑ αντί να τα κάνουν οι Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών που απασχολούν ειδικό προσωπικό κι έχουν εξειδίκευση στον τομέα αυτό, πάνω από 20 χρόνια. Αυτό είναι σχεδόν σκανδαλώδες. Με ποια λογική ένας φορέας του οποίο ο ρόλος είναι διεκδικητικός, κι οικονομικίστικος να αναλαμβάνει την εκτέλεση έργου που δεν έχει καμιά σχέση με το πεδίο δράσης του.

Ποιος αμφισβητεί ότι αυτοί που γνωρίζουν καλύτερα το περιβάλλον είναι άλλοι από τις περιβαλλοντολογικές οργανώσεις; Για τον πολιτισμό είναι κάποιος αρμοδιότερος για να κάνει πολιτιστικά προγράμματα από τις πολιτιστικές οργανώσεις που έχουν μια ιστορία ή είναι ιδρύματα εδώ και 100 χρόνια; Κι όμως αυτό συνέβαινε πάντα. Κάποιοι ισχυροί παράγοντες στήνανε μια εφήμερη μηχανή απορρόφησης κονδυλίων και έπαιρναν τα προγράμματα. Αυτό πάμε να προλάβουμε και γι αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία για να αλλάξουμε τα πράγματα στη βάση τους και αυθεντικοί θεσμοί της Κοινωνίας των Πολιτών να συμμετέχουν σε προγράμματα Κοινωφελή.

Έχει έρθει πλέον ο καιρός να ενηλικιωθούμε σαν Οργανωμένη Κοινωνία Πολιτών, να μην αρκούμαστε στο «χαρτζιλίκι» του πελατειακού πολιτικού συστήματος και να οργανώσουμε με υπευθυνότητα, διαφάνεια και προοπτική την πορεία μας στο μέλλον. Εργαζόμαστε, προσφέρουμε και συγκεντρώνουμε εμπειρία από όλη τη χώρα.

Ανταλλάσουμε ιδέες και καλές πρακτικές διευκολύνοντας συλλογικές οργανώσεις που διαθέτουν κοινωνικό κεφάλαιο αλλά χρειάζονται και τεχνογνωσία.

Αντιμετωπίζουμε την αδιαφάνεια μέσα στην οποία δρούσε όλο το σύστημα μέχρι τώρα και βόλευε μόνον όσους κερδοσκοπούσαν απο τους πόρους που ανήκουν στην κοινωνία πολιτών. Είναι στο χέρι μας να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία που μας παρουσιάζεται και να την αξιοποιήσουμε στο έπακρο προς όφελος της κοινωνίας των πολιτών και του κοινωνικού σκοπού που έχουμε επιλέξει να υπηρετούμε, συντονισμένα, θεσμικά και με απόλυτη διαφάνεια.

“ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ” ΑΤΤΙΚΗΣ