Food-waste-008

Το μισό περίπου των τροφίμων που παράγεται παγκοσμίως και ισοδυναμεί με 2 δισ. τόνους, καταλήγει να γίνεται  απόβλητα κάθε χρόνο σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύτηκε σήμερα στην εφημερίδα guardian.

Το ίδρυμα Μηχανολόγων Μηχανικών της Μεγάλης Βρετανίας που έκανε αυτή την έρευνα  κατηγορεί για τη συγκλονιστική αποκάλυψη τις αδικαιολόγητα αυστηρές ημερομηνίες λήξης των προϊόντων, την “ένα συν ένα δώρο” πολιτική  καθώς και τις απαιτήσεις των καταναλωτών της δύσης για αισθητικά τέλειες τροφές. Επίσης  οι κακές μηχανικές και γεωργικές πρακτικές σε συνδυασμό με τις ανεπαρκείς υποδομές αποθήκευσης οδηγούν στην γρήγορη καταστροφή των προϊόντων.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν γίνεται καν η συγκομιδή του 30% των καλλιεργειών κηπευτικών λόγω του ότι  δεν ανταποκρίνονται στα  αυστηρά πρότυπα λιανικής πώλησης που απαιτούν τέλεια φυσική εμφάνιση. Αντίστοιχα πάνω από τα μισά τρόφιμα που αγοράζονται από τις χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής δεν φτάνουν ποτέ στους καταναλωτές.

Αυτό έχει τεράστιες επιπτώσεις και στην κατανάλωση νερού που σπαταλάτε για τις καλλιέργειες παγκοσμίως. Περίπου 550 δισεκατομμύρια κυβικά νερού πάει σε καλλιέργειες που δεν φτάνουν ποτέ στον καταναλωτή. Οι σαρκοφάγες δίαιτες επίσης ενισχύουν το πρόβλημα αφού χρειάζεται 20 με 50 φορές περισσότερο νερό για να παραχθεί ένα κιλό κρέας σε σχέση με ένα κιλό λαχανικών. Οι ανάγκες για νερό στην παραγωγή τροφίμων θα φτάσει στα 10 με 13 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα μέχρι το 2050.

Αυτό αντιστοιχεί σε 2,5 με 3,5 φορές περισσότερο σε σχέση με την παγκόσμια κατανάλωση γλυκού νερού σήμερα και θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες ελλείψεις νερού.  Το ίδρυμα υποστηρίζει ότι υπάρχει η δυνατότητα να παρέχονται 60 με 100 τοις εκατό παραπάνω τρόφιμα με την εξάλειψη των “πεταμένων” τροφίμων ενώ την ίδια στιγμή θα γινόταν εξοικονόμηση ενέργειας και υδάτινων  και γεωργικών πόρων.

Αυτή η έρευνα αποκαλύπτει το κόστος της λανθασμένης διαχείρισης της παραγωγής τροφίμων που στην πλειοψηφία τους είναι στα χέρια λίγων μεγάλων μονοπωλίων, που σε συνδυασμό με  τον καθορισμό των τιμών των προϊόντων σύμφωνα με χρηματιστηριακές αγορές κάνουν την πρόσβαση σε βασικές ανάγκες αδύνατη για τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού.

Οι συντάκτες της έκθεσης επικρίνουν επίσης την συμπεριφορά των καταναλωτών, αναφερόμενοι κυρίως στις προσφορές «στο ένα δώρο το δεύτερο» ή στην αξίωση «για αισθητική τελειότητα» του προϊόντος στα μάτια των αγοραστών. Επισημαίνουν ότι κυρίως στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ «έως και τα μισά από τα τρόφιμα που αγοράζονται πετιούνται από τον ίδιο τον καταναλωτή».

Αυτή η καθαρή απώλεια δεν περιορίζεται στα απορρίμματα που προέρχονται από τα τρόφιμα που δεν καταναλώνονται, προσθέτουν στην έκθεσή τους, καθώς η σπατάλη είναι ορατή σε όλα τα επίπεδα της διατροφικής αλυσίδας: «550 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού» σπαταλώνται μάταια για να απομακρυνθούν αυτά τα χαμένα τρόφιμα. Σύμφωνα με τον δρ. Τιμ Φοξ του IMeche, «είναι συγκλονιστική η ποσότητα των τροφίμων που πάει χαμένη στον κόσμο. Τα τρόφιμα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να θρέψουν τον αυξανόμενο παγκόσμιο πολιτισμό και ιδιαίτερα αυτούς που πεινάνε».

Μεταξύ του 2010 και του 2012, 860 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο υπέφεραν από υποσιτισμό, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO). «Είναι επίσης μια άχρηστη σπατάλη όσον αφορά τις εκτάσεις γης, το νερό και τους ενεργειακούς πόρους, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή, την επεξεργασία και την διανομή των τροφίμων αυτών», σημείωσε ο δρ. Φοξ. Οι ειδικοί εισηγούνται στην έκθεσή τους την βελτίωση «των μεθόδων και των υποδομών με μια ταυτόχρονη αλλαγή στην αντίληψη του καταναλωτή», το οποίο θα επέτρεπε την προσφορά «60 ως 100% περισσότερης τροφής» χωρίς να αυξηθεί η παραγωγή, αποδεσμεύοντας ταυτοχρόνως εκτάσεις και μειώνοντας την κατανάλωση ενέργειας. Το 2075 ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να φτάσει περίπου τα 9,9 δισεκατομμύρια, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, δηλαδή θα υπάρχουν στον κόσμο περίπου 2,9 δισεκατομμύρια περισσότεροι άνθρωποι να τραφούν απ’ ό,τι σήμερα.


Πηγές: