Έχουμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε το νερό και την ενέργεια ως οντότητες σχεδόν ξένες μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα όμως είναι αλληλένδετες και σε πλανητική κλίμακα και στην κλίμακα των έργων του ανθρώπου.
Σε πλανητική κλίμακα πρώτα, ο υδρολογικός κύκλος, που μας προσφέρει τα ανανεώσιμα αποθέματα γλυκού νερού, δεν θα υπήρχε χωρίς την ενέργεια του Ήλιου. Αυτή εξατμίζει το νερό, αυτή δημιουργεί τους ανέμους. Αλλά και το νερό, χάρις στην ή εξαιτίας της ενέργειας που περικλείει, αλλάζει συνεχώς τη μορφή της επιφάνειας του πλανήτη. Άλλοτε απότομα και τρομακτικά, όπως στις μεγάλες πλημμύρες, που παρασέρνει χώμα και βράχια και έργα του ανθρώπου και ανθρώπους και άλλοτε ανεπαίσθητα και σε μεγάλο χρονικό διάστημα.
Συχνά συσχετίζουμε αρνητικά τους ενεργειακούς με τους υδατικούς πόρους, εξαιτίας των επιπτώσεων που μπορεί να έχει στους δεύτερους η παραγωγή, μεταφορά και χρήση των πρώτων. Αυτή όμως η συσχέτιση είναι μικρό μέρος της συνολικής εικόνας. Για κάθε σταγόνα νερού που έρχεται στη βρύση του σπιτιού μας έχει δαπανηθεί ενέργεια και μάλιστα σε διάφορες φάσεις, όπως η άντληση του νερού από τους υπόγειους υδροφορείς, η επεξεργασία του (ώστε να γίνει πόσιμο) και η μεταφορά του με τα δίκτυα ύδρευσης.
Αν είχαμε μάλιστα μια άφθονη, ασφαλή και φθηνή πηγή ενέργειας, θα είχαμε λύσει κάθε πρόβλημα έλλειψης νερού, μέσω της αφαλάτωσης.
Ενέργεια δαπανάται και για τη λειτουργία πολλών δικτύων αποχέτευσης. Μάλιστα είναι πάντα απαραίτητη στα δίκτυα «κενού». Χρήση της (όπως και διάφορων χημικών προσθέτων) απαιτείται στις εγκαταστάσεις καθαρισμού λυμάτων, σε ποσότητες που εξαρτώνται από τη μέθοδο και τον βαθμό επεξεργασίας. Γι’ αυτό και σπάνια είναι περιβαλλοντικά ορθό το να επιδιώκουμε τον καθαρισμό των λυμάτων σε επίπεδο πόσιμου νερού, ακόμη και όταν είναι τεχνικά εφικτό. Υπάρχει για κάθε περίπτωση μια βέλτιστη ποιότητα για τα επεξεργασμένα λύματα, που είναι συνάρτηση της κατάστασης και των ανοχών του φυσικού αποδέκτη (λίμνης, ποταμού θάλασσας), στον οποίο καταλήγουν. Αλλά ακόμη κι’ αν κάνουμε την καλύτερη δυνατή διαχείριση των συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης, θα έχουμε ανάγκη από σημαντικά ποσά ενέργειας για τη λειτουργία τους.
Και αντίστροφα όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις η ύπαρξη υδατικών πόρων είναι απαραίτητη για την παραγωγή ή την αξιοποίηση της ενέργειας. Για παράδειγμα, στους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς απαιτείται συνεχής κατανάλωση νερού για την αντικατάσταση του ατμού, ο οποίος χάνεται στους πύργους ψύξεως. Ανάλογα ισχύουν και στους πυρηνικούς σταθμούς. Η αξιοποίηση της γεωθερμικής ενέργειας προϋποθέτει την ύπαρξη νερού για τη μεταφορά της θερμότητας από το εσωτερικό της Γης στην επιφάνειά της. Η χρήση θερμών άνυδρων πετρωμάτων βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο, καθώς προϋποθέτει κατάταμησή τους και διοχέτευση νερού. Ακόμη η απόδοση των φυτών, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοκαυσίμων, εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την άρδευσή τους.
Αλλά και την ενέργεια του νερού των ποταμών, μεγάλων και μικρών, την αξιοποίησε ο άνθρωπος. Πρώτα για την κίνηση νερόμυλων, η χρήση των οποίων ξεκίνησε από τον 1ο αιώνα π.Χ. και εξυμνήθηκε διότι απελευθέρωσε τους ανθρώπους, και μάλιστα τις γυναίκες και τους δούλους, από μια βαρειά εργασία.
Σήμερα βέβαια, οι εφαρμογές αυτές θεωρούνται ξεπερασμένες και το κινούμενο νερό χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Για τον σκοπό αυτό κατασκευάζονται μικρά και μεγάλα φράγματα, τα οποία όμως κατά κανόνα αποσκοπούν και στην εποχική αποθήκευση νερού για οικιακή χρήση και άρδευση. Αν δεν υπήρχε αυτό το διπλό όφελος, η κατασκευή πολλών φραγμάτων δεν θα ήταν συμφέρουσα.