Απόσπασμα από το βιβλίο του Βασίλη Τακτικού «Θεσμοί και Εφαρμογές της Κοινωνικής Οικονομίας»
Η δια βίου μάθηση συνδέεται με την ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας από την άποψη ότι η πολυπλοκότητα του αντικειμένου απαιτεί διαρκή επιμόρφωση και συνειδητοποίηση των θεσμικών κανόνων μέσα στους οποίους λειτουργεί.
Καταρχάς, θα πρέπει να ορίσουμε ότι η «δια βίου μάθηση» είναι μία μακροχρόνια διαδικασία, που ξεκινάει από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υπό αυτή την έννοια, δια βίου μάθηση δεν είναι ούτε τα Ι.Ε.Κ. ούτε τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας. Δεν ταυτίζεται με την σχολική μάθηση, αλλά είναι μια ξεχωριστή διαδικασία, που συνδυάζεται περισσότερο με τη μάθηση μέσα από την εργασία ή και τον εθελοντισμό. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι μια διαστροφή του όρου και της πρακτικής της διεργασίας σχετικά με τη δια βίου μάθηση.
Ο επίσημος ορισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δια βίου μάθηση αναφέρεται σε: «Κάθε μαθησιακή δραστηριότητα η οποία αναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής με σκοπό τη βελτίωση των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των εφοδίων, στο πλαίσιο μιας προσωπικής, κοινωνικής οπτικής και/ή μιας οπτικής που σχετίζεται με την απασχόληση» (European Commission, Com (2001) 678).
Από φιλοσοφική άποψη, ο όρος “δια βίου μάθηση” αναφέρεται σε μια φιλοσοφική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση θεωρείται ως το πιο κατάλληλο και αστείρευτο μέσο για διαρκή προσωπική βελτίωση και επαγγελματική εξέλιξη. Ο όρος αυτός καλύπτει κυρίως τη βιωματική μάθηση στην εργασία, τον πολιτισμό, καθώς και τη συμμετοχή στη συλλογική δημιουργία στα κοινά, στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών αλλά και την άσκηση στην τέχνη και τον εθελοντισμό.
Στη σύγχρονη πρακτική, ενώ η δια βίου μάθηση εκθειάζεται, στην ουσία ακυρώνεται από ένα γραφειοκρατικό σύστημα με «κούφια» πτυχία. Επιπροσθέτως, ενώ εξελίσσεται τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα, δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα διότι εκτρέπεται από τον πραγματικό της στόχο που είναι η δια βίου μάθηση μέσα από την εργασία και όχι σε κάποιο σχολείο αποκομμένο από την παραγωγή. Η διαστροφή βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός ότι η δια βίου μάθηση γίνεται στα δημόσια σχολεία, ενώ θα έπρεπε ρητά να απαγορεύεται να γίνεται σε αυτά. Η εκτροπή είναι προκλητική και σκόπιμη για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα συμφέροντα από τη διάθεση των πόρων. Αυτή η γενιά προείσπραξε τα χρήματα της επόμενης γενιάς, κάτι που είναι μια πρωτοφανής ιστορική απάτη. Οι πόροι για τη δια βίου μάθηση, λοιπόν, «πετιούνται» στη μαύρη τρύπα ενός αδηφάγου δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος που, στους τομείς τουλάχιστον των οικονομικών και της διοίκησης, κατασκευάζει πτυχία χωρίς αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία.
Αντίθετα, η δια βίου μάθηση δύναται να εφαρμοστεί σε πολυπληθείς τομείς: π.χ. ως μάθηση στην επιχειρηματικότητα, στην συνεργατική οργάνωση, σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες όπου πραγματικά υπάρχει ανάγκη, στην παραγωγικότητα, στη δικτύωση, στην υγιεινή διατροφή, στα ζητήματα της πόλης και το περιβάλλον, στην κηποτεχνική, στη μαγειρική, στη διαδικασία e-learning, στη δημοσιογραφία πολιτών, καθώς και σε πολλούς άλλους τομείς.
Η δια βίου μάθηση μπορεί να προσφέρει βιωματική μάθηση στο χώρο της δράσης και της δουλειάς και σε σχέση με την παραγωγή αγαθών. Δηλαδή, μαθαίνω παράγοντας κάτι χειροπιαστά και όχι αποκτώντας θεωρητικές, ακαδημαϊκές και μόνον γνώσεις, οι οποίες ασφαλώς έχουν την αξία τους, αλλά δεν είναι δυνατόν να εμπεδωθούν χωρίς την πρακτική εφαρμογή. Πολλά Πανεπιστήμια στο εξωτερικό αναγνωρίζουν αυτή την ανάγκη και απαιτούν από τους φοιτητές την παράλληλη πρακτική άσκηση. Αυτό όμως δεν υποκαθιστά την ανάγκη της δια βίου μάθησης, που όπως είπαμε, είναι μια μακροχρόνια διαδικασία εφόρου ζωής, με πρακτική εμπειρία. Σε ότι αφορά μάλιστα την πόλη και τον Δήμο, οι αρχαίοι έλεγαν: Η πόλις είναι το σχολείο. Ακόμη και οι τοίχοι της πόλης διδάσκουν. Δηλαδή, η δια βίου μάθηση γίνεται μέσα στην πόλη, στις λειτουργίες της πόλης, στις διαβουλεύσεις και την συμμετοχή στα κοινά. Η τεχνική κατάρτιση γίνεται στα εργαστήρια παραγωγής και τα εργοτάξια και η άσκηση επιτηδευμάτων στις επιχειρήσεις που παράγουν και αναπαράγουν προϊόντα.