Oι «Κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις» ως εργαλείο Τοπικής Ανάπτυξης
Σε κάθε περιφέρεια η οργανωτική δικτύωση βασίζεται στην οριζόντια δικτύωση συλλογικών οργανώσεων που ενδιαφέρονται και προωθούν την κοινωνική επιχειρηματικότητα, όπως εθελοντικών ανθρωπιστικών οργανώσεων, περιβαλλοντικών και πολιτιστικών, κοινωνικών δικτύων των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών καθώς και καταναλωτικών κινημάτων και οργανώσεων της γειτονιάς.
Διαρκή θεσμικό χαρακτήρα και όχι μιας χρήσεως, θα πρέπει να έχουν οι κοινωνικές αναπτυξιακές συμπράξεις με συμπράττοντες φορείς οργανισμούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και δευτερευόντως με άλλους κρατικούς φορείς, δεδομένης της εγγύτητας του ενδιαφέροντος της τοπικής αυτοδιοίκησης και της συμμετοχικότητας που μπορεί να επιτευχθεί σε τοπικό επίπεδο.
Μπορεί να επιτευχθούν τέτοιοι θεσμοί με ποικίλους τρόπους. Ασφαλώς ο κυριότερος τρόπος είναι η διαμεσολάβηση κοινωνικών συμπράξεων, που δημιουργούν γέφυρες εμπιστοσύνης και δικτύωσης μεταξύ καταναλωτικών οργανώσεων και οργανώσεων παραγωγών. Να σημειωθεί ότι βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας είναι ο περιορισμός του κόστους της διαμεσολάβησης και της γραφειοκρατίας υπέρ του πολίτη.
Υπάρχει το στάδιο προετοιμασίας έναρξης της Κοιν.Σ.Επ., όπου ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην πληροφόρηση-ενδυνάμωση του κοινωνικού επιχειρηματία για τις δυνατότητες, προοπτικές και προκλήσεις που προσφέρει το νέο πεδίο. Στη φάση έναρξης λειτουργίας της Κοιν.Σ.Eπ. (Start-Up), θα παρέχονται υπηρεσίες συμβουλευτικής επιχειρηματικότητας, δικτύωσης μεταξύ κοινωνικών επιχειρήσεων, προμηθευτών και πελατών, προώθησης και προβολής προϊόντων, κατάρτισης μελών και εργαζομένων Κοιν.Σ.Eπ., καθώς και υπηρεσίες θερμοκοιτίδας.
Υπηρεσίες θερμοκοιτίδας, θα παρέχουν οι Περιφερειακές δομές με σκοπό να αναπτύξουν ένα δίκτυο εξωτερικών συνεργατών – συμβούλων φυσικών προσώπων ή φορέων, οι οποίοι στο πλαίσιο ενός δομημένου πλάνου παρέμβασης για την ίδρυση της εκάστοτε κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης θα συνδυάζουν εργαλεία εκπαίδευσης και συμβουλευτικής -εξατομικευμένης ή ομαδικής- προκειμένου να προετοιμάζουν καλύτερα τον μελλοντικό κοινωνικό επιχειρηματία.
Για τη διαδικασία αξιολόγησης του επιχειρηματικού τους σχεδίου, οι παρεχόμενες υπηρεσίες από τις περιφερειακές δομές θα προετοιμάζουν τους κοινωνικούς επιχειρηματίες, προσανατολισμένες στην βιωσιμότητα των Κοιν.Σ.Επ., η δικτύωση των οποίων σε τοπικό επίπεδο καθώς και η δημιουργία Συστάδων Κοιν.Σ.Επ. (clusters) για την ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας και εμπέδωσης κουλτούρας συνεργασίας με άλλες οικονομικές μονάδες, είναι καθοριστικής σημασίας. Απώτερος στόχος είναι η διασύνδεση με ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα καθώς και με τοπικούς αναπτυξιακούς φορείς καθώς και η δημιουργία κατάλληλων υποδομών υποστήριξης σε θέματα διοίκησης, προώθησης, τεχνολογίας, ενσωμάτωσης καινοτομιών στην παραγωγική διαδικασία, σχεδίασης νέων προϊόντων κ.ά.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημιουργία και υποστήριξη κοινωνικών παντοπωλείων, ιατρείων και κοινωνικών αγροκτημάτων και κοινωνικών αγορών έχουν οι κοινωνικές συμπράξεις. Επίσης, οι σχέσεις τους με τα εν λόγω δίκτυα μπορούν να συμβάλουν στη διάχυση ενημέρωσης και τεχνογνωσίας και, εντέλει, στη δημιουργία και στήριξη νέων Κοιν.ΣΕ.π.
Όταν πλέον αναφερόμαστε στις Κοινωνικές Συμπράξεις θεωρούμε ότι πρόκειται για ένα θεσμοθετημένο γεγονός, αφού έγινε νόμος του κράτους που ψηφίστηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2011. Ουσιαστικά είναι ένα μεγάλο βήμα για τη χώρα μας, αφού με τεράστια χρονική καθυστέρηση θεσμοθετείται επιτέλους το τρίτος τομέας της οικονομίας, δηλαδή η κοινωνική οικονομία και παράλληλα παραδίδονται στις οργανώσεις της κοινωνία πολιτών τα αναγκαία εργαλεία που θα τις βάλουν με ισοτιμία, υπευθυνότητα κι με διαφάνεια, στο στίβο των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, ώστε να διευρύνουν την κοινωφελής τους δράση.
Ανθρώπινοι πόροι
Ανθρώπινοι πόροι και μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων
Πέρα από τη δημιουργία των βασικών υποδομών στην κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων από τα μεγάλα αστικά κέντρα και στην μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων για την πράσινη επιχειρηματικότητα, το όλο σχέδιο βασίζεται, και στον εναλλακτικό τουρισμό.
Έτσι το μοντέλο της οικοανάπτυξης μιας περιοχής, πρέπει να δημιουργεί κίνητρα σύνδεσης των κατοίκων των μεγάλων αστικών κέντρων με την ύπαιθρο. Η φιλοσοφία είναι να δημιουργηθεί μια γέφυρα εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ πόλης – υπαίθρου και σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να υπάρξει επαφή των περιβαλλοντικών οργανώσεων των μεγάλων αστικών κέντρων με τους δήμους τις περιοχής.
Μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να δημιουργηθεί αυτό που αποκαλούμε κοινωνικό κεφάλαιο για την πράσινη επιχειρηματικότητα με οικοπάρκα, τον κατασκηνωτικό τουρισμό και την οργάνωση από κοινού πολιτιστικών εκδηλώσεων στην ύπαιθρο. Υπάρχουν συγκεκριμένα κίνητρα συνεργασίας των εν δυνάμει βιοκαταναλωτών των πόλεων με τους βιοκαλλιεργητές της υπαίθρου, για την ποιότητα διατροφής και την ποιότητα ζωής.
Οικοπάρκα και οικοκοινότητες – Βιοκαταναλωτές
Συνδυασμός αναπτυξιακών στόχων και κινητοποίησης των ανθρώπινων πόρων είναι το κοινωνικό κεφάλαιο της οικοανάπτυξης. Τα παραδείγματα των οικοπάρκων και των οικοκοινοτήτων που μπορούν να δημιουργήσουν οικολογικές και βιοκαταναλωτικές οργανώσεις που ενδεχομένως εδρεύουν στα μεγάλα αστικά κέντρα και ενδιαφέρονται να συνεργαστούν με μικρούς «Καποδιστριακούς» δήμους, μπορούν να συμβάλουν με τη σειρά τους στην ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου, προωθώντας ανάλογες σχέσεις με οργανώσεις που αναζητούν σημείο αναφοράς στην ύπαιθρο.
Μοχλός ανάπτυξης της περιοχής αποσκοπεί να γίνει το όλο πρόγραμμα, προσφέροντας σχεδιασμό, οργάνωση και προβολή των συγκριτικών πλεονεκτημάτων με κινητήριο μοχλό της περιοχής με την προσέλκυση επισκεπτών αλλά και με την προώθηση μέτρων βελτίωσης της ποιότητας των ήδη προσφερόμενων υπηρεσιών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη δημιουργία μιας μικροπεριφέρειας προγραμματισμού που αποσκοπεί στην αφύπνιση και ευαισθητοποίηση της οικολογικής και πολιτιστικής συνείδησης της τοπικής κοινωνίας και τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στην κατεύθυνση αυτή και αξιοποίηση άλλων προγραμμάτων όπως «Θησέας» και αναπτυξιακός νόμος.
Επόμενο είναι να υπάρξει τόνωση της αναγνωρισιμότητας της περιοχής και της αξιοποίησης των πλουτοπαραγωγικών της πόρων για τη μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων προερχόμενα και από τα μεγάλα αστικά κέντρα.
Ανασύνθεση υλικών και ανθρώπινων πόρων
Θεωρητική προσέγγιση
Πολλά προβλήματα έχουν δημιουργηθεί με την ασυμβατότητα της μαζικής τουριστικής δραστηριότητας με το περιβάλλον, και τέτοια είναι η αλλοίωση της τοπικής αρχιτεκτονικής, η διατάραξη της περιβαλλοντικής και πολιτιστικής αρμονίας του χώρου ή η καταπάτηση και οικοδόμηση περιοχών με σπάνια φυσική ομορφιά. Το περιεχόμενο και οι κύριοι στόχοι της έννοιας “βιοτουρισμός” περιλαμβάνουν -μεταξύ άλλων- την απόλαυση της φύσης και την επαφή, γνωριμία και αλληλεπίδραση των λαών. Για να θεωρήσουμε, λοιπόν, πως μια τουριστική επιχείρηση ανταποκρίνεται στην απαιτούμενη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, αυτή οφείλει να συμβάλει και στην προστασία του περιβάλλοντος, είτε φυσικού είτε πολιτισμικού.
Η σχέση μεταξύ τουρισμού και περιβάλλοντος θα πρέπει να καταλαμβάνει σημαντική θέση στις προτεραιότητες των σχεδίων δράσης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Εξάλλου, αποτελεί κοινή διαπίστωση πως το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον είναι άρρηκτα συνδεδεμένα και η στενή τους σχέση αντανακλά τη σχέση της ανθρώπινης δραστηριότητας με την ιστορία και τη λαϊκή παράδοση, δηλαδή την ταυτότητα των λαών, όπως αυτή αδιάψευστα εκφράστηκε στους κόλπους του φυσικού περιβάλλοντος.
Επιπλέον, η καθοριστική σχέση μεταξύ του βιοτουρισμού ως πηγής πλούτου και της οικονομίας επιβάλλει τη λογική διαχείριση των βιοτουριστικών πόρων, ώστε να χρησιμοποιούνται χωρίς όμως να εξαντλούνται. Έτσι αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ βιοτουριστικής δραστηριότητας και διαθέσιμων υλικών και άυλων πόρων, που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην οποιασδήποτε μορφής βιοτουριστική ανάπτυξη. Το ζητούμενο, λοιπόν, της παρέμβασης είναι ακριβώς η αξιοποίηση των διαθέσιμων και η ενεργοποίηση των ανενεργών πόρων.
Πρακτική εφαρμογή στη διασυνοριακή περιοχή παρέμβασης
Δεδομένης της ανάγκης προστασίας του φυσικού πλούτου του τόπου, οι προτάσεις που παρουσιάζονται καθορίζονται από τα όρια σωστής διαχείρισης των φυσικών πόρων και τις πολιτικές περιφερειακής ανάπτυξης για τις αγροτικές περιοχές.
Η αναδιάταξη της παροχής υπηρεσιών στις ορεινές περιοχές καθώς και η κινητοποίηση των τοπικών φορέων είναι επιτακτική ανάγκη στη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής οικονομίας και στην ανάδειξη του τόπου ως παράγοντα που παίζει σημαντικό ρόλο στα κοινωνικά και οικονομικά δρώμενα.[1]
Όλοι οι φυσικοί πόροι, σύμφωνα με το κριτήριο της διατηρησιμότητας ή αειφορίας, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με σεβασμό στις ανάγκες των μελλοντικών γενεών. Ωστόσο, αυτό δεν αποκλείει τη χρησιμοποίηση φυσικών πόρων (ακόμα και εξαντλήσιμων) με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζονται τα συμφέροντα των μελλοντικών γενεών. Αυτά διασφαλίζονται όχι μόνο με τη διατήρηση συγκεκριμένων πόρων, αλλά και με την υποκατάσταση αυτών με άλλους όταν η διατήρησή τους δεν είναι εφικτή. Τα μέτρα τα οποία θα προταθούν για την ανάπτυξη του βιοτουρισμού θα πρέπει να εντάσσονται κάτω από το πλέγμα κάποιων αξόνων και στόχων και να στηρίζονται στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής και σαφώς στην αξιοποίηση των ήδη υπαρχόντων πόρων.[2]
Ο βιοτουρισμός ως μια οικονομική δραστηριότητα που κατεξοχήν κατατάσσεται στην κατηγορία «εντάσεως εργασίας», δημιουργεί αποδεδειγμένα νέες θέσεις απασχόλησης:
- · θέσεις υψηλής και χαμηλής εξειδίκευσης,
- · θέσεις για νέους – γυναίκες και ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες,
- · θέσεις σε διαφορετικούς επαγγελματικούς τομείς,
- · θέσεις που δεν επηρεάζονται και δεν κινδυνεύουν από πρακτικές μετεγκατάστασης επιχειρήσεων.[3]
Ανασυγκρότηση του επιχειρηματικού υποκειμένου
Θεωρητική προσέγγιση
Είναι απαραίτητο για την βιοτουριστική στρατηγική, εάν επιδιώκει να συμβάλει στην απασχόληση, να προωθήσει επιλεκτικά το είδος εκείνο της ανάπτυξης που μεγιστοποιεί τον αριθμό των απασχολουμένων, παράλληλα πάντα με την προσπάθεια για άμβλυνση της εποχικότητας μέσω όλων των τομέων του βιοτουρισμού και κατάλληλης επικοινωνιακής στρατηγικής.[4]
Αυτές οι τάσεις που εκφράζονται σήμερα μέσα από τα διάφορα περιφερειακά και θεματικά δίκτυα δείχνουν ότι οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών μπορούν να σχηματίσουν θεματικές κοινοπραξίες με επικοινωνιακό και οικονομικό περιεχόμενο. Αυτό θα τους επιτρέψει να προχωρήσουν στην εισαγωγή οργανωτικών και επιχειρηματικών καινοτομιών, εκεί που η παραδοσιακή αγορά αδυνατεί να αντιληφθεί ως προτεραιότητες ή δεν ενδιαφέρεται να επενδύσει, αφού δεν υπάρχει ορατό κέρδος. Χρειάζεται βέβαια ένα συντονιστικό κέντρο για να εξασφαλιστεί η επιχειρησιακή επάρκεια και διάρκεια.
Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η πρωτογενής παραγωγή και ο βιοτουρισμός στην ύπαιθρο υποκινούνται συνήθως από εθελοντικές οργανώσεις πολιτών, αλλά και από περιβαλλοντικές οργανώσεις, που διευκολύνουν την προσπάθεια των επαγγελματιών σ’ αυτό το χώρο, στα πρώτα δύσκολα βήματα. Σε κάθε περίπτωση, οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών αναδεικνύονται προπομπός της βιοτουριστικής επιχειρηματικότητας και ο συντονισμός αυτών των δικτύων μπορεί να φέρει ακόμη σημαντικότερα αποτελέσματα.[5]
Μέσω της σύστασης Σύμπραξης, μπορεί να επιτευχθεί η ανασυγκρότηση του επιχειρηματικού υποκειμένου εκεί όπου θα συμμετέχουν όσο το δυνατόν περισσότεροι φορείς τοπικής ανάπτυξης.
Η στρατηγική ενεργοποίησης ανενεργών ανθρώπινων πόρων της περιοχής παρέμβασης για την ανάπτυξη του βιοτουρισμού πρέπει:
- να στοχεύει στην αύξηση της ανταγωνιστικότnτας του κλάδου,
- να διαμορφώσει συνθήκες ανάπτυξης νέων μορφών επιχειρηματικότητας όπως η κοινωνική επιχειρηματικότητα,
- να συνδράμει τις προσπάθειες ορθολογικοποinσnς του κόστους και βελτiωσnς της παραγωγικότητας, μέσω και της μεiωσnς του μη μισθολογικού κόστους εργασiας και
- να εξασφαλiσει τη διαθεσιμότητα ποσοτικά επαρκούς και κατάλληλα εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Σε αυτή τη λογική, μπορεί να αναπτυχθεί ένας γενικότερος σχεδιασμός κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, ένας σχεδιασμός που μπορεί:
- Να κινητοποιήσει το «κοινωνικό κεφάλαιο», επιδιώκοντας την εταιρική σχέση μεταξύ των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στον τομέα της αειφόρου ανάπτυξης της οικονομίας και του περιβάλλοντος, οδηγώντας στο θεσμό της Συμμετοχικής Δημοκρατίας.
- Να ευαισθητοποιήσει την Ελληνική κοινωνία και τους κρατικούς οργανισμούς για τις εναλλακτικές πρακτικές προστασίας και αειφόρου ανάπτυξης του περιβάλλοντος και της οικονομίας, με εφαρμογή την ανάπτυξη της Πράσινης Οικονομίας στον τομέα του βιοτουρισμού.
- Να εκπαιδεύσει τις ομάδες στόχους, εμπλουτίζοντας τη γνώση τους, ώστε να τις ενισχύσει σε μακροοικονομικό και μικροοικονομικό επίπεδο, προκειμένου να εκμεταλλευτούν τις εναλλακτικές μορφές αειφόρου ανάπτυξης που προσφέρει η Πράσινη Οικονομία και να γίνει παράδειγμα προς μίμηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Φορείς που μπορούν να κινητοποιηθούν παράλληλα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι:
- · Κρατικοί φορείς και Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα στελέχη των οποίων είναι οι ιθύνοντες για τη χάραξή και υλοποίηση οικονομικής και περιβαλλοντικής πολιτικής, καθώς επίσης είναι οι φορείς που μπορούν να αποδεχθούν τη συμβολή της Συμμετοχικής Δημοκρατίας στην πράξη.
- · Οι οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών στην Ελλάδα, που με τη συμμετοχή και τη δραστηριότητά τους λειτουργούν ως καταλύτης για την ανάπτυξη τόσο της κουλτούρας στην Πράσινη Οικονομία όσο και της Συμμετοχικής Δημοκρατίας.
- · Μικρές και Μεσαίες επιχειρήσεις, ερευνητικά Ιδρύματα, αγρότες και ελεύθεροι επαγγελματίες.
- · Οι συνεργαζόμενες οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις αναπτυσσόμενες χώρες.[6]
Σε τέτοιες περιπτώσεις συχνά υπάρχει πρόβλημα γνήσιας εκπροσώπησης των οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών και των περιφερειακών και θεματικών δικτύων έναντι του κράτους και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το ζητούμενο είναι να υπάρξει συντονισμός και θεσμική εκπροσώπηση του χώρου. Σε αυτό το πλαίσιο σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν τα Παρατηρητήρια Κοινωνικής Σύμπραξης, όπως αυτό της Δυτικής Μακεδονίας που έχει ενεργό δράση στην ευρύτερη περιοχή της Φλώρινας.
Πώς επιτυγχάνουμε την παρακίνηση των συμβαλλόμενων
Θεωρητική προσέγγιση
Το θέμα της παρακίνησης μπορεί να αντιμετωπιστεί με ευκολία από μία σειρά μέτρων. Αλλά είναι ένα δύσκολο αντικείμενο το οποίο αγγίζει πολλούς τομείς εξαιτίας της ιδιαιτερότητας του κάθε φορέα που συμμετέχει στη Σύμπραξη για το βιοτουρισμό. Η τεχνολογία, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, η δομή της Σύμπραξης μπορούν σε μεγάλο βαθμό να αντιγραφούν από τους ανταγωνιστές. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί ν’ αναπληρώσει υψηλά παρακινημένους ανθρώπους οι οποίοι δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για τη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής τους. Το σημαντικότερο κεφάλαιο για κάθε κοινότητα είναι ο άνθρωπος και την ίδια στιγμή η λιγότερο αξιοποιημένη πηγή. Δεν αμφισβητείται ότι είναι η αποθήκη γνώσεων και ικανοτήτων, η βάση η οποία κάνει το βιοτουρισμό πραγματική πηγή ευημερίας για την περιοχή. Η αποτελεσματικότητα πηγάζει από τους ανθρώπους.[7]
Πρακτική εφαρμογή στην περιοχή παρέμβασης
Η αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου συντονιστικού φορέα, μπορεί να εξασφαλιστεί δίνοντας κίνητρα στους συμβαλλόμενους:
- · Με τη χρησιμοποίηση ενός μείγματος επικοινωνιακών μέσων και εκπαιδευτικών πρακτικών διαδικασιών προς τις ομάδες-στόχους, με σκοπό την αποδοχή και υιοθέτηση μιας νέας μορφής διακυβέρνησης, όπως είναι η συμμετοχική διαδικασία.
- · Με τη διάδοση της πρακτικής του βιοτουρισμού ως βιώσιμη και αειφόρος λύση για την προστασία του περιβάλλοντος και την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας.
- · Με την καθιέρωση εταιρικής συνεργασίας μεταξύ των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με προγραμματικές συμφωνίες, που θα συμβάλλουν στην κινητοποίηση και μεταφορά τεχνογνωσίας και βέλτιστων πρακτικών στην ανάπτυξη του βιοτουριστικού προϊόντος.
- · Με την ανάπτυξη μιας δομής στήριξης και συμβουλευτικής των συμβαλλόμενων φορέων.
Διαμόρφωση επιχειρηματικής κουλτούρας
Θεωρητική προσέγγιση
Το στίγμα της συνολικής επιχειρηματικής λειτουργίας, που χαρακτηρίζει με μοναδικό τρόπο την επιχείρηση και διαμορφώνεται σε βάθος χρόνου, δίνει η επιχειρηματική κουλτούρα που περιλαμβάνει τα βαθιά πιστεύω, τις αντιλήψεις, τις αξίες και συμπεριφορές τα οποία μοιράζονται οι εργαζόμενοι των φορέων της Σύμπραξης για το βιοτουρισμό. Κι αυτό αποτελεί τη βάση για να αποδοθεί η απαιτούμενη έμφαση:
- στα μοναδικά και ιδιαίτερα, συνήθως μη-αντιγράψιμα άυλα χαρακτηριστικά της επιχείρησης, π.χ. αξίες, κώδικας επικοινωνίας, κ.ά., τα οποία μπορούν να αποτελέσουν τον συνδετικό ιστό των φορέων της Σύμπραξης,
- σε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ανθρώπινου δυναμικού που συχνά παραγνωρίζονται, π.χ. αντιλήψεις, στάσεις, προσδοκίες, κ.ά.
Επιπρόσθετα συμβάλλει:
- στον εμπλουτισμό και τη διεύρυνση της εσωτερικής επικοινωνίας από «κάτω προς τα πάνω», με ενδυνάμωση της συμμετοχής όλων των φορέων,
- στην καλύτερη κατανόηση των αντιλήψεων των ανθρώπων για τα χαρακτηριστικά της Σύμπραξης,
- στον εντοπισμό περιοχών – ευκαιριών βελτιώσεων,
- στον αποτελεσματικό σχεδιασμό των απαιτούμενων αλλαγών σε θέματα στρατηγικής, οργάνωσης, κ.ά.[8]
Πρακτική εφαρμογή στη διασυνοριακή περιοχή παρέμβασης
Κατά τη σύσταση της Σύμπραξης, η κουλτούρα γνώσης της αποτελεί το θεμέλιο βάσει του οποίου αυτή θα υφίσταται. Η γνώση που θα αποκτήσει η Σύμπραξη δεν είναι απαραίτητα «δική της» αλλά επηρεάζεται κατά πολύ από τις διαδικασίες κοινωνικοποίησης της συγκεκριμένης κουλτούρας την οποία υιοθετεί.
Η Σύμπραξη έχει την ευθύνη της δημιουργίας και της διατήρησης των χαρακτηριστικών που ανταμείβουν και ενθαρρύνουν τη συλλογική προσπάθεια. Ίσως η πιο θεμελιώδης να είναι η επιχειρηματική κουλτούρα, που περιλαμβάνει όλη τη γνώση και τις δραστηριότητες που αναλαμβάνονται από τους ανθρώπους της Σύμπραξης. Απαιτείται ένα πρόγραμμα σε επίπεδο Σύμπραξης, το οποίο θα δελεάσει τους ανθρώπους να αναπτύξουν οικειοθελώς μία κουλτούρα γνώσης μέσα από την κοινωνική δικτύωση.[9]
Τα στάδια ανάπτυξης ομάδων συνεργασίας
Θεωρητική προσέγγιση
Γενικά, οι ομάδες εξελίσσονται σε 4 στάδια:
1ο Στάδιο: Η Επιλογή των Μελών
Είναι απαραίτητο να υπάρξει κάποιος χρόνος για να καθοριστούν τα μέλη της ομάδας και η εργασία τους, για να γνωριστούν τα μέλη μεταξύ τους και να κατανοήσουν τις ικανότητες, τη μόρφωση, και την εμπειρία των υπολοίπων. Χρειάζεται αυτό το χρονικό διάστημα ώστε τα μέλη της ομάδας: (1) να γνωριστούν, (2) ν’ απαλλαγούν από τις αμφιβολίες τους, (3) να διαπιστώσουν τις ικανότητες και τις γνώσεις των υπολοίπων, και (4) ν’ αρχίσουν να εμπιστεύονται και να βασίζονται ο ένας στον άλλον.
2ο Στάδιο: Η Λήψη Αποφάσεων από την Ομάδα
Να λάβουμε υπόψη ότι σ’ αυτό το στάδιο λειτουργίας της ομάδας επιλύονται προβλήματα και λαμβάνονται αποφάσεις. Κατόπιν, η ομάδα ορίζει το πρόβλημα και αρχίζει να προσδιορίζει τις εναλλακτικές λύσεις. Εδώ ακριβώς, τα μέλη χρειάζονται και συλλέγουν τις κατάλληλες πληροφορίες για αξιολόγηση. Κι ακόμη πρέπει η ομάδα να ελέγχει τα όρια των πόρων που της έχουν διατεθεί. Στο μέτρο που οι πόροι είναι ανεπαρκείς, τότε η ομάδα πρέπει να αναζητήσει περισσότερους πόρους ενεργοποιώντας ανενεργούς υλικούς και ανθρώπινους πόρους.
Στο στάδιο αυτό η ταυτότητα της ομάδας σταθεροποιείται και τα μέλη της δουλεύουν με τη μέγιστη αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα. Στην πορεία η ταυτότητα της ομάδας ενισχύεται από την ανταλλαγή εμπειριών και από τη δημιουργία “εσωτερικής ιστορίας”. Τα μέλη έχουν αποκτήσει μια συνείδηση σκοπού, καθώς υπάρχει πια κοινή κατεύθυνση στις προσπάθειές τους. Τέλος, δείχνουν μια αυξανόμενη υπευθυνότητα και μια γενική προθυμία διάθεσης περισσότερου χρόνου και προσπάθειας στην ομάδα.
4ο Στάδιο: Φάση Ελέγχου
Εδώ μάλλον η ομάδα έχει ήδη πάρει την τελική της μορφή: δηλαδή, η ομάδα έχει σταθεροποιηθεί και εφαρμόζονται κανόνες που προσδιορίζουν την αναμενόμενη συμπεριφορά. Οι κανόνες ομάδας (group norms) είναι τρόποι συμπεριφοράς, ιδέες, ή γνώμες που αναμένεται να είναι αποδεκτοί και επιθυμητοί μέσα σε μια ομάδα. Η ομάδα είναι σε θέση να επιβάλει κυρώσεις, όταν αυτοί οι κανόνες παραβιάζονται.
Τα χαρακτηριστικά της ώριμης ομάδας είναι:
- Συμμετοχή που προσδιορίζεται συγκεκριμένα
- Κοινό δίκτυο επικοινωνίας
- Κοινό αίσθημα συλλογικής ταυτότητας και σκοπού
- Κοινοί στόχοι
- Ομαδική συναίσθηση
- Αλληλεξάρτηση
- Αλληλεπίδραση
- Ύπαρξη δομής και ρόλων
- Ικανότητα δράσης με ενιαίο τρόπο.
Αν μια ομάδα βρίσκεται στο στάδιο της ωριμότητας ή του ελέγχου, τότε μπορεί να ολοκληρώσει κάποια εργασία δυσκολότερη από εκείνη που μπορεί να αναλάβει μια ομάδα που βρίσκεται σ’ ένα προγενέστερο στάδιο. Αυτό συμβαίνει γιατί οι ομάδες που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο εξέλιξης λειτουργούν πιο αυτόνομα, αποδοτικά και αποτελεσματικά.[10]
Πρακτική εφαρμογή στη διασυνοριακή περιοχή παρέμβασης
Πρόκειται να δημιουργηθούν ομάδες συνεργασίας μεταξύ βιοτουριστικών επιχειρηματιών ή/και παραγωγών τοπικών προϊόντων με σκοπό την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και την καλύτερη αξιοποίηση των υλικών και ανθρώπινων πόρων. Ταυτόχρονα θα δημιουργηθεί και ομάδα ελέγχου της ποιότητας του προσφερόμενου βιοτουριστικού προϊόντος. Οι ομάδες αυτές θα έρθουν σε επαφή και με άλλες αντίστοιχες ομάδες των Βαλκανίων και, γενικότερα, της Ευρώπης για τη διάδοση καινοτόμων ιδεών και την ανταλλαγή καλών πρακτικών, μέσω της διαδικασίας του brainstorming (=καταιγισμός ιδεών).
Εδώ, πρόκειται για τη διαδικασία της ελεύθερης παραγωγής μεγάλου όγκου ιδεών από έναν αριθμό συμμετεχόντων, ενθαρρύνοντας κάθε έναν από αυτούς να προσφέρουν αυθόρμητα τις δημιουργικές σκέψεις τους σε μια ατμόσφαιρα ελεύθερη από κριτική και επικρίσεις από τους άλλους συμμετέχοντες[11]. Τώρα πλέον που το διαδίκτυο έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας, η όλη διαδικασία απλοποιείται ακόμα και για τους συμμετέχοντες από απομακρυσμένες περιοχές.
[1] Παπαδημάτου, Α. και Ρόκος, Δ., Βιώσιμη και Αξιοβίωτη Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη στις
Ορεινές Περιοχές της Ελλάδας και του Κόσμου. Ε.Μ.Π. Αθήνα, 2001
[2] Καρανικόλας Π. & Μαρτίνος Ν., Χωρική Διαφοροποίηση της Ελληνικής Γεωργίας με
Ορίζοντα το 2010. Η Ελληνική Γεωργία προς το 2010 – Εκδόσεις Παπαζήση και Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αθήνα, 1999
[3] ΣΕΤΕ-Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (2003), Τουρισμός & Απασχόληση
[4] ΣΕΤΕ-Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (2003), Τουρισμός & Απασχόληση
[5] edo-mko.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=122
[6] edo-mko.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=122
[7] Trout J., (1999). The power of simplicity, McGraw Hill
[8]Δρ. Θεοχάρης Ευάγγελος (18/10/2013 τ. 44), Διαχείριση Επιχειρηματικής Κουλτούρας: Ένα διαχρονικά επίκαιρο εργαλείο διοίκησης, Ελληνοβρετανικά Νέα
[9] Εθνικό Κέντρο Έρευνας & Τεχνολογικής Ανάπτυξης – EKETA (2006), Υλικό κατάρτισης στη διαχείριση οργανωσιακής γνώσης
[10] Ναυρίδης Κλήμης (2005), Ψυχολογία των ομάδων, εκδόσεις Παπαζήση[11] iforest.link-virtus.de – Εκπαιδευτικό εργαλείο iForest
*Κύρια πηγή από το βιβλίο “Κοινωνική Οικονομία & Αυτοδιαχείριση”
του Βασίλη Τακτικού