Η συμβολή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη τοπική οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική ευημερία γνωρίζουμε ότι είναι κεφαλαιώδους σημασίας σε όλες τις χώρες της Ε.Ε και δεν είναι υπόθεση μόνο της κεντρικής Κυβέρνησης. Στη χώρα μας αντίθετα οι Δήμοι συνεισφέρουν ελάχιστα στην ενίσχυση της τοπικής επιχειρηματικότητας και απασχόλησης λες και το πρόβλημα αφορά μόνο τα Υπουργεία.
Από την άλλη πλευρά οι αυτοδιοικητικοί διαμαρτύρονται συνεχώς για την έλλειψη πόρων στην άσκηση της κοινωνικής πολιτικής χωρίς όμως να συνυπολογίζουν και τη δική τους ευθύνη στο έλλειμμα της τοπικής Ανάπτυξης . Το γεγονός δηλαδή ότι, η Τοπική Αυτοδιοίκηση διαθέτει ανενεργούς πόρους, σε κτίρια και αγροκτήματα, σχολάζουσες γαίες, δασικές εκτάσεις, πάρκα, πάγιο εξοπλισμό και κτιριακές εγκαταστάσεις, που δεν αξιοποιεί στο σύνολό τους μολονότι σήμερα υπάρχουν δυνατότητες μέσα από το θεσμικό πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας.
Υπάρχει συγκεκριμένα ο νόμος 4430/16, για την κοινωνική οικονομία. Ο νόμος 4555/2018 για παραχώρηση χρήσης κινητών και ακινήτων των δήμων σε φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας. Και ο νόμος 4513 φεκ α’ 9/23.01.2018 για τις ενεργειακές κοινότητες. Η ενεργοποίηση αυτού του νέου πλαισίου μπορεί να φέρει σημαντικά πλεονεκτήματα.
Ειδικότερα, η δυνατότητα αξιοποίηση ανενεργών πόρων στη Τ.Α διευκολύνεται από τη δωρεάν παραχώρηση κυριότητας και χρήσης δημοτικών και κοινοτικών ακινήτων του άρθρου 185 σε κοινωνικές επιχειρήσεις αναφέρεται ως εξής: Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του, επιτρέπεται να παραχωρείται δωρεάν η χρήση δημοτικών ακινήτων σε φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας του νόμου 4430/2016 (ΦΕΚ 205/ Α/2016) που έχουν την έδρα τους ή ασκούν τη δραστηριότητά τους στον οικείο δήμο, για την ενίσχυση της τοπικής και κοινωνικής ωφέλειας.
Για παράδειγμα οι ενεργειακές κοινότητες είναι ο νέος θεσμός που μπορεί να εξασφαλίσει δωρεάν ενέργεια στους Δήμους και ταυτόχρονα την πρακτική εμπειρία να οργανωθούν στο συνεργατικό μοντέλο και την κοινωνική οικονομία σε μια σειρά από τομείς τοπικής Ανάπτυξης.
Μια σχετική επένδυση μπορεί εξασφαλίσει ενεργειακή αυτάρκεια σε δημοτικά κτίρια και σχολεία, δημόσιο φωτισμό αλλά και να γίνει και ζωντανό παράδειγμα ώστε, να οργανωθούν οι δημότες στην συνεργατική παραγωγή ενέργειας να εξοικονομήσουν σημαντικούς πόρους για κάθε νοικοκυριό.
Μπορούν επίσης να γίνουν συνέργειες οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, οικολογικές, πολιτιστικές, καταναλωτικές και ανθρωπιστικές σε μια διαδικασία στην οποία μπορούν παίξουν σπουδαίο και αποφασιστικό ρόλο στην κινητοποίηση των πολιτών και για άλλες τοπικές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στις κοινωνικές υποδομές και το τοπικό πολιτισμό.
Με αυτά τα δεδομένα στο θεσμικό πλαίσιο η Τ.Α πλέον μπορεί να αξιοποιήσει τους ανενεργούς τοπικούς πόρους μπορεί να μοχλεύσει δραστηριότητες και να δώσει ώθηση στην Τοπική οικονομία μέσω της κοινωνικής Οικονομίας.
Τα θεσμικά εργαλεία για αυτή τη πολιτική είναι, οι Τοπικές Κοινωνικές συμπράξεις και οι συνέργειες που μπορούν να αναπτυχθούν σε κάθε τομέα δραστηριότητας, με τους Κοινωνικούς συνεταιρισμούς στην υγεία και την κοινωνική φροντίδα, την ανακύκλωση –επανάχρηση, τις ενεργειακές Κοινότητες, και τις Τοπικές αγορές κ.τ.λ. Έτσι Κοινωνικές επιχειρήσεις μπορούν ως φορείς της Κ.οικ. να αναλάβουν έργο και υπηρεσίες συμπληρωματικά, σε τοπικό επίπεδο. Σε τομείς που διαφορετικά η Τ.Α αδυνατεί να καλύψει με εργατικό προσωπικό.
Για να εξυπηρετηθούν αυτοί οι στόχοι χρειάζεται πολιτικός σχεδιασμός ένα μοντέλο εφαρμογής πάνω στο οποίο μπορεί να βασιστεί και θα προσαρμόσει τις ανάγκες του στις τοπικές συνθήκες κάθε δήμος ξεχωριστά . Ένα σχέδιο το οποίο θα διαμορφώσει σε κάθε Δήμο ένα ευνοϊκό περιβάλλον, ένα «οικοσύστημα» όπως λέγεται στη γλώσσα της κοινωνικής οικονομίας, για να βρει έδαφος, πόρους και συναίνεση η Κοινωνική επιχειρηματικότητα σε σχέση με τη τοπική Κοινωνία.
Οι «Τοπικές Κοινωνικές Συμπράξεις» είναι προτεινόμενος θεσμός, από όλους τους πιστοποιημένους φορείς κοινωνικής οικονομίας λειτουργούν στην περιοχή. Αυτές οι συμπράξεις θα μπορούν να λειτουργούν ως οιονεί «κέντρα στήριξης της Κοινωνικής οικονομίας» όπως λειτουργούν τα επιμελητήρια για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Έτσι, για τις ανάγκες του τοπικού σχεδιασμού της Κοινωνικής οικονομίας προτείνεται να υπάρξει ένα ενιαίο μοντέλο καταγραφής των αναγκών, των διαθέσιμων πόρων, και των φορέων που δρουν στη περιοχή ώστε, να αναδειχθούν όλες οι δυνάμεις και δυνατότητες παρέμβασης.
Με αυτό τον τρόπο θα διαμορφωθεί ένας νέος «κοινωνικός εταίρος» που θα προγραμματίζει και θα συνεργάζεται με Τ.Α βάσει προγραμματικών αρχών και κοινών στόχων για τη τοπική ανάπτυξη.
Η πολιτική εφαρμογή της Τ.Α. μέχρι τώρα στη χώρα μας στηρίζεται σε δύο άξονες τους δημοτικούς υπαλλήλους για τις υπηρεσίες προς τους δημότες και στον ιδιωτικό τομέα και τους εργολάβους για προμήθειες και κατασκευές. Η κοινωνική Οικονομία είναι ένας τρίτος τομέας που έχει ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι το υποκείμενο της επιχειρηματικότητας δεν είναι ούτε το δημόσιο ούτε κάποιος ιδιώτης. Υποκείμενο της επιχειρηματικότητας είναι μια συλλογικότητα, ένας συνεταιρισμός μια κοινότητα μια Σύμπραξη συλλόγων.
Αυτή η μορφή επιχειρηματικότητας επιτρέπει ο καταναλωτής ενός προϊόντος π.χ (ηλεκτρικού ρεύματος) η μιας υπηρεσίας π.χ κοινωνικής φροντίδας να είναι ταυτόχρονα και παραγωγός μέσα από μια συνεργατική επιχείρηση μειώνοντας έτσι το κόστος συναλλαγών προς όφελός του και προς όφελος της τοπικής κοινωνίας.
Αυτό είναι μια πολιτική επιλογή που αφορά το Δήμο και το Δημοτικό Συμβούλιο να προωθήσει και στηριχθεί από τον τρίτο τομέα της οικονομίας και όχι να γίνει ο ίδιος δήμος μπακάλης, φαρμακοποιός και καφετζής.
Είναι ένας επιπλέον τομέας Τοπικής Ανάπτυξης και διέξοδος σε μια εποχή που αναγκαστικά μειώνονται οι δυνατότητες για προσλήψεις στο δημόσιο τομέα μειώνονται καθώς ταυτόχρονα δεν υπάρχουν περιθώρια για νέους φόρους.