του Γιάννη Καραστέργιου

Η συμβολαιακή γεωργία (contract farming) είναι σε απλά ελληνικά μία σύμβαση αγοραπωλησίας αγροτικών προϊόντων μεταξύ του/των παραγωγού/ών (φυσικά πρόσωπα και οργανώσεις) και του αγοραστή (έμποροι και βιομηχανία). Αντικείμενο της σύμβασης αυτής είναι η παραγωγή αγροτικών προϊόντων συγκεκριμένης ποσότητας και ποιότητας από τον ένα συμβαλλόμενο και η πώληση τους σε μια «προκαθορισμένη» τιμή στον έτερο συμβαλλόμενο.

Οι περισσότεροι παραγωγοί αποφεύγουν τη σύναψη ενός συμβολαίου βασιζόμενοι κυρίως στο γεγονός ότι οι τιμές διάθεσης των προϊόντων συμβολαιακής γεωργίας είναι χαμηλότερες από εκείνες που διαμορφώνονται στην ελεύθερη αγορά κατά την περίοδο συγκομιδής και παραβλέπουν τα πλεονεκτήματα αυτού του τύπου των συμβάσεων. Κύρια πλεονεκτήματα της συμβολαιακής για τον παραγωγό είναι ο ακριβής προγραμματισμός της παραγωγής, η διασφάλιση της διάθεσης του προϊόντος και της τιμής πώλησης, καθώς και ο προσδιορισμός του χρόνου και του τρόπου πληρωμής. Δευτερεύοντα πλεονεκτήματα είναι η προμήθεια εφοδίων, η παροχή τεχνικής υποστήριξης κατά την διάρκεια της καλλιέργειας και ο έλεγχος της διαδικασίας παραγωγής από τον αγοραστή.

Στα περισσότερα συμβόλαια ορίζεται εύρος τιμών σύμφωνα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παραγόμενου προϊόντος, ενώ η διάρκεια τους είναι ετήσια ή διετής. Ο παραγωγός θα πρέπει να είναι προσεκτικός με όρους και ρήτρες του συμβολαίου που έχουν σχέση με: (1) τη μεταφορά και τον χρόνο παράδοσης του προϊόντος, (2) τις ποιοτικές κατηγορίες, (3) το πολλαπλασιαστικό υλικό και τον χρόνο φύτευσης (ετήσιες καλλιέργειες) και (4) το σύστημα παραγωγής. Τα συμβόλαια ορίζουν ότι σε περίπτωση που ο παραγωγός πουλήσει το παραγόμενο προϊόν σε τρίτο, είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει στον αγοραστή συγκεκριμένο ποσό ως αποζημίωση, αλλά και ότι σε περίπτωση καθυστέρησης παράδοσης του προϊόντος από τον παραγωγό, ο αγοραστής μπορεί να αποχωρήσει από τα συμφωνηθέντα του συμβολαίου και να μην προβεί στην αγορά του προϊόντος.

Οφέλη της συμβολαιακής για τους αγοραστές είναι η εξασφάλιση προϊόντων πιστοποιημένης ποιότητας, η διασφάλιση των πρώτων υλών και ο προγραμματισμός της παραγωγής (βιομηχανία), η λεπτομερής ιχνηλάτηση των τελικών προϊόντων και η μείωση των μεταφορικών. Στα συμβόλαια ορίζεται ότι ο αγοραστής μπορεί να αποχωρήσει μονομερώς σε περίπτωση που ο παραγωγός δεν εφαρμόζει τις γραπτές οδηγίες του εξειδικευμένου συμβούλου του αγοραστή και σε περίπτωση που τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παραγόμενου προϊόντος δεν συμμορφώνονται με αυτά που περιγράφονται στο συμβόλαιο.

Το ρητό «πρώτα πουλάμε και μετά παράγουμε» και όχι το αντίστροφο, θα μπορούσε να αποτελεί το εμπορικό σλόγκαν της συμβολαιακής γεωργίας.

*Γεωπόνος, Γενικός Διευθυντής AGRONOMIΑ