Δυόµισι ώρες οδοιπορικές περίπου µακριά από τη ∆ίβρη στα δυτικά

της σε υψόµετρο 980 είναι ριζωµένα τα Τσίπιανα ή Τζίπιανα ή Τσιπιανά.
Το ελατοσκέπαστο και ειδυλλιακό χωριό φαντάζει από µακριά σαν
εξώστης – µπαλκόνι του ορεινού όγκου της Ανάληψης, κορυφής του Ολωνού – Ερύµανθου.
Η κτηµατική περιφέρεια των Τσιπιάνων κατά την
εµβαδοµέτρηση του 1963 είναι 25.000 στρέµµατα. Η ιστορία του
οικισµού και η ονοµατοθεσία του χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πότε
ακριβώς ιδρύθηκε ο οικισµός ιστορικά δεν είναι εξακριβωµένο, όπως
άγνωστη παραµένει και η ονοµατολογία του τοπωνυµίου. Πιθανές
εκδοχές και αβέβαιες υποθέσεις κυκλοφορούν και υπάρχουν πολλές.
Σπουδαιότερες είναι οι πιο κάτω:
1. Η τοπική παράδοση αναφέρει, ότι ο οικισµός ιδρύθηκε από χριστιανούς
µετοίκους από τα Τσίπιανα της Ηπείρου, οι οποίοι µετανάστευσαν περί τα τέλη του 14ου αιώνα.
2. Οι καθηγητές του πανεπιστηµίου Αθηνών Νικόλαος Βέης και
Κων/νος Άµαντος σε µελέτη τους γραµµένη στη Γερµανική γλώσσα (του
κ. Άµαντου είναι γραµµένη στη Γερµανική) γράφουν ότι η ονοµασία
Τσίπιανα προέρχεται από το κήπος – πολλοί κήποι – κηπιανά και λόγω
τσιτακισµού µετατράπηκε σε Τσίπιανα. Τσιπιανά όµως υπάρχουν στην
Αρκαδία και αλλού “τσιτακισµός” κι εκεί;
3. Άλλη εκδοχή αληθοφανής είναι ότι ο οικισµός ιδρύθηκε από Έλληνες ποιµένες,
οι οποίοι άφησαν τα πεδινά και φώλιασαν στα δύσβατα
µέρη του Ολωνού για να αποφύγουν την καταπίεση των Τούρκων στην
πρώτη τουρκοκρατία.

Πάντως ο οικισµός εµφανίζεται στην απογραφή του Ενετού προνοητή
Frag Grimani το 1700 με πέντε (5) οικογένειες και 16 κατοίκους (9 άρρενες και 7 θήλεις).
Στην προϊστορική και ιστορική περίοδο, η περιοχή των Τσιπιάνων
υπαγόταν στην Αρκαδική Αζανία και συγκεκριµένα στην Ακρώρεια µε την
πόλη Λασιώνα και τις πολίχνες Θραιστό και Ευπάγιο, όπου πιθανολογείται,
ότι µια απ’αυτές βρισκόταν στην περιφέρεια των Τσιπιάνων. Στα Βυ-
ζαντινά χρόνια αποτελούσε µέρος του θέµατος της Πελοποννήσου. Στη
Φραγκοκρατία ήταν τµήµα της 7ης βαρωνείας του Πριγκιπάτου της
Αχαί-
Τσίπιανα
168 Τα Χωριά Νοτίως Του Ερυµάνθου
ας υπό τους Βιλλαρδουϊνους. Στην Ενετοκρατία υπαγόταν στο terittorio di
Gastougni και στην τουρκοκρατία αποτελούσε χωριό του Βιλαετιού της
Γαστούνης και υπαγόταν στους αιµοβόρους Λαλαίους αγάδες.
Βέβαια το χωριό δεν κατοικήθηκε από Τούρκους µόνο οι εισπρά-
κτορες το επισκέφτοταν πότε-πότε για να εισπράξουν τους φόρους της δε-
κάτης. Οι Λαλαίοι αγάδες και ιδίως ο Ραϊτ-αγάς (Κουτσοραϊτ) πολλές φο-
ρές επιχείρησαν να υποτάξουν τα Τσίπιανα, αλλά δεν τα κατάφεραν, γιατί
οι γενναίοι και ανυπόταχτοι Τσιπιανίτες µαζί µε τους καπεταναίους του
Ολωνού, Γιαννιά, Τουρκοπαναή, Μπελογιάννη και άλλους καπετάνιους
των γύρω χωριών Μακρυπανάγο, Κουµανιώτες, Βερβιναίους, Μοστενι-
τσάνους και ∆ιβριώτες τους µάχονταν και εµπόδιζαν τ’ασκέρια τους να πα-
τήσουν την ελεύθερη γη τους.
Ξακουστή είναι η µάχη της Τσάχλης, στα σύνορα Κερτίζας και
Τσιπιάνων, όπου οι Λαλαίοι νικήθηκαν από µια “χούφτα” κλέφτες και ά-
φησαν το πεδίο της µάχης και στα κακοτράχαλα βουνά του Ολωνού αρκε-
τούς νεκρούς. Σηµειώνεται, ότι σε δηµοσιεύµατα του περιοδικού “∆ίβρη”
οι Τσιπιανίττες:Κώστας Τριανταφυλλόπουλος, Αθανάσιος Ι. Γρίβας και
Νίκος Γ. Παπανικολάου εξαίρουν το ακαταµάχητο, τη γενναιότητα και
αγωνιστικότητα των παλικαριών των Τσιπιάνων, του καπετάν Παναή Μπε-
λογιάννη, του Γρίβα, του Κόκκινου, του Γιαννιά και άλλων στα προεπα-
ναστατικά χρόνια και στον ξεσηκωµό του 1821. Στα τεύχη του περιοδικού
παραθέτονται ακόµη κείµενα ελλήνων και ξένων συγγραφέων που
ρίχνουν λιγοστό φως στην προϊστορική και ιστορική περίοδο της
περιοχής. Με το σηµείωµα “ένα αυθεντικό ιστορικό διήγηµα”,
καταγράφονται µε γλυφαρό- τητα καταστάσεις και συγκλονιστικά
γεγονότα της νεώτερης ιστορίας του χωριού και προπάντων της
κατοχής.
Στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 έλαβαν µέρος περί
τους εί- κοσι πέντε (25) Τσιπιανίτες έχοντες ως αρχηγούς το
Μπελογιάννη Πανα- γιώτη ή Τουρκοπαναή και το Χρυσανθάκη
Μπελογιάννη όπως αυτό φαίνεται από τα Μητρώα των αγωνιστών της
Εθνικής Βιβλιοθήκης. Αλλά για να αποτιµηθεί το έργο και να τονισθούν
οι µορφές των ηρώων επωνύµων και ανωνύµων Τσιπιανιτών χρειάζεται
να χυθεί άφθονο µελάνι, πράγµα που ξεφεύγει από τα πλαίσια και τις
δυνατότητες του παρόντος σηµειώµα- τος. Στη διαδροµή της ιστορικής
του πορείας το χωριό ανέδειξε πολιτευ- τές, βουλευτές, λαµπρούς
επιστήµονες και εµπόρους, οι οποίοι τιµούν τη γενέτειρα.
Μετά την απελευθέρωση και τη δηµιουργία ελληνικού κράτους τα
Τσίπιανα υπάχθηκαν στο δήµο Λαµπείας της επαρχίας ∆ιποταµίας, η
οποί- α ιδρύθηκε το 1835 και καταργήθηκε το 1836. Οι δήµοι της
επαρχίας αυ- τής κατανεµήθηκαν στις διοικήσεις των επαρχιών Ηλείας,
Γορτύνης και Κυλληνίας (Καλαβρύτων). Οι δήµοι Λαµπείας, Πίσσης,
Κλαδέας και Φολόης υπάχθηκαν στην επαρχία Ηλείας και έγιναν είκοσι
δύο (22). Αργότερα το 1841 µε Β. ∆ιάταγµα οι είκοσι δύο δήµοι
µετασχηµατίστηκαν σε οκτώ (8) Β’τάξεως. Τα Τσίπιανα παρέµειναν
στο δήµο Λαµπείας. Οι δήµοι λειτούργησαν µέχρι το 1912 όπου µε το
νόµο Ν∆Ζ (4057) “περί συστάσε ως δήµων και κοινοτήτων”
καταργήθηκαν.
Τώρα το γραφικό χωριό µε την πλούσια βλάστηση, τους ωραίους
ανθρώπους και τις ελατοσκέπαστες πλαγιές καθώς ο αγέρας κουνάει τους
κλώνους των τεράστιων δένδρων, το θρόισµα των φύλλων αφήνει έναν
παραπονιάρικο σκοπό, θρηνεί την εγκατάλειψή του. Στα µισοερειπωµένα
και ακατοίκητα σπίτια πλανώνται οι θρύλοι και οι παραδόσεις, που µιλούν
για περασµένες δόξες και µεγαλεία. Πραγµατικά τα ορεινά χωριά της Ηλείας
και γενικά της ύπαιθρου της Ελληνικής γης, οι θεµατοφύλακες της αγνής και
αµόλευτης παράδοσης φθίνουν συνέχεια. Κι ο επισκέπτης που τα
ατενίζει, ενώ µένει εκστατικός µπρος στην τραχειά φύση και το µελειώδικο θέµα
της αγριότητας του τοπίου αφουγκράζεται το παράξενο ψυχορράγηµά τους.
Είναι καιρός πια να επιστρέψουµε στις ρίζες και να
διορθώσουµε ό,τι απόµεινε ακόµη όρθιο από την εγκατάλειψη και τη
φθορά, για να ζωντανέψουµε τα µαραµένα χωριά και ν’απολαύσουµε
τον καθάριο αέρα, την ηρεµία και τη γαλήνη που τόσο τις έχουµε ανάγκη.
Σήµερα, µε το νόµο “Ι. Καποδίστρια” τα Τσίπιανα ανήκουν στο
δήµο Λασιώνας.

Κείµενο: Νίκου Αναστασόπουλου
Αναδηµοσίευση απο το περιοδικό ∆ίβρη

Απόσπασμα από το βιβλίο ”Τα χωριά νοτίως του Ερυμάνθου” του Βασίλη Τακτικού