Το χωριό Πάος αποτελεί ∆ημοτικό ∆ιαμέρισμα του νεοσύστατου ∆ήμου Παΐων,
όπως αυτός δημιουργήθηκε μετά τη συνένωση των
κοινοτήτων κατά το σχέδιο Καποδίστριας, µε έδρα την ∆άφνη. Φέρει την
ονομασία της αρχαίας αρκαδικής πόλης – κράτους Πάου, της οποίας ας
ερείπια βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού χωριού και
συγκεκριμένα στη θέση Σκουπίτσιον. Στα κατοπινά χρόνια, πλησίον αυτής
της θέσης κτίστηκε το χωριό Σκούπι. Η λέξη Σκούπι πρέπει να είναι Αλβανική.
Οι Σκούπιοι ήσαν Ιλλυριοί, ομόφιλοι των Αλβανών του Καυκάσου. ∆εν ξέρουμε
ακριβώς πότε κτίστηκε το χωριό σ’αυτή τη θέση και μ’αυτή την ονομασία, πάντως
το Σκούπι αναφέρεται και στη μεγάλη απογραφή Γριμάνη που έγινε από τους Ενετούς
το έτος 1700 με συνολικό πληθυσμό 140 κατοίκους: 31 οικογένειες, 59 άνδρες και 81 γυναίκες.
Κατά δε την απογραφή του έτους 1900, το Σκούπι είχε 567 κατοίκου . Η Κοινότητα της νέας
Πάου δημιουργήθηκε το έτος 1973 μετά από πολλές σκέψεις και ενέργειες που είχαν δρομολογηθεί
πολύ πριν απ’αυτή τη χρονολογία. Η νέα κοινότητα περιλαμβάνει ύστερα από τη συνένωση και μεταφορά
τα χωριά Σκούπι – Βεσίνι και ∆εχούνι στο νέο οικισμό που δημιουργήθηκε στη σημερινή
θέση σκουπέϊκος κάμπος. Το καινούριο χωριό χτίστηκε σε υψόμετρο 800 μέτρων και στην τελευταία
απογραφή του έτους 1991 είχε 415 κατοίκους. Είναι ένα ό μορφό σύγχρονο χωριό με ρυμοτομία, όμορφα,
σπίτια, σύγχρονα κατά στήματα και έναν σύγχρονο όμορφο ενοριακό ναό αφιερωμένο στη
μνήμη των Αγίων Θεοδώρων. Ο παλιός οικισμός του Βεσινίου αργό τέρα,το έτος 1978
χαρακτηρίστηκε παραδοσιακός με προεδρικό διά τάγμα που υπογράφηκε τότε. Την πόλη Πάο
μνημονεύουν δύο αρχαίοι συγγραφείς, ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος και ο Παυσανίας.
Ο Ηρόδοτος διηγείται ό τι στην Πάο ζούσε ο ονομαστός σ’όλη την Αρκαδία Ευφορίων,
ο οποί στην κατοικία του είχε φιλοξενήσει τους ∆ιοσκούρους και ότι ο γιός του Λαφάνης το έτος 528 π.Χ.,
λόγω της φήμης και της αξίας του πα τέρα του, μετέβη στη Σικυώνα σαν μνηστήρας της Αγαρίστης,
κόρης του τυράννου της Σικυώνος Κλεισθένους,
μεταξύ των 13 επιλέκτων νέων της εποχής εκείνης.
Ο δε Παυσανίας κατά την περιήγησή του από τις Καφυαίς προς την Ψωφίδα το έτος 150 μ.Χ.,
λέει ότι αφού πέ- ραούσε τον δρυμό του Σόρωνος είδε “Πάου κόμης ερείπια”. Από τα προαναφερόμενα
γίνεται γνωστό ότι η Πάος ήταν από τις αρχαίες πόλεις και μάλιστα ακμαία, παρότι δεν βρέθηκαν
νομίσματα αυτής της πόλης. Φαίνεται λοιπόν ότι µετά το τέλος των Μηδικών πολέµων η Πάος
κυριεύθηκε από τους ισχυρούς γείτονές της Κλείτορα και Ψωφίδα και αφού παρήκµασε υποτάχθηκε
στον ισχυρό γείτονα της Κλείτορα, στο οποίον ανήκει ακόµη και στην εποχή του Παυσανία.
Βέβαια συνέχισε να υπάρχει,αλλά σε παρακµή και έτσι ο Παυσανίας την προσπέρασε.
Πολλά ευρήματα και τάφοι καθώς και ερείπια της Ακρόπολης της Αρ- χαίας Πάου έχουν
βρεθεί κατά καιρούς σε διάφορα σημεία της ευρύτερης περιοχής. Μεγάλο τμήμα του Σκουπίου κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, ήταν ιδιόκτητο τμήμα του Αγά του
Βεσινίου Αμούσαγα.
Το χωριό ανήκε στο Καλέμι Βερσιτσίου κατά την εποχή εκείνη.
Για πολλά χρό νια προ του αγώνα ενοικιαστής (Σπαής) της περιοχής του Καλεμίου αυτού ήταν ο Αναγνώστης Λεχουρίτης, (πατέρας του
οπλαρχηγού κα- τά τον αγώνα Γ.Λεχουρίτη).
Κατά τον ιερό
απελευθερωτικό αγώνα του 1821 πολλοί Σκουπιώτες διακρίθηκαν στις μάχες κατά των
Τούρκων στο Πούσι, Σαραβάλι, Πουρναρόκαστρο, Λάλα και αλλού.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τις οικογένειες: Αποστολόπουλοι, Λεκαίοι, Πανούτσου, Χαχάμη, Παπαδόπουλου, Καλαβέσιου, Κοκκίνη, Τάγαρη,
Σταυρόπου λου κ.λπ
Όμως σημαντική φυσιογνωμία ήταν ο γνωστός Μουρλόγεώργης.
Στα απομνημονεύματα του Φωτάκου υπασπιστή και γραμμα τέα
του Κολοκοτρώνη, αναφέρεται ότι σε κάποια μάχη στρίμωξαν οι Τούρκοι
τον ήρωα, αλλά αυτός προσποιούμενος ότι θα τους ρίξει με το καριοφίλι του
τους σταμάτησε. Κατόπιν όμως τον πλησίασε ένας έφιππος με το γιαταγάνι του προσπαθώντας να τον κόψει, ό μως ο Μουρλογεώργης κατάφερε να πιάσει το άλογο από το χαλινάρι και να χωθεί κάτω απ’την κοιλιά του, στη
συνέχεια ξεκοίλιασε το άλογο
το οποίο έπεσε μαζί με τον τούρκο, τον οποίο κατέσφαξε τότε με την μαχαίρα του, ενώ
από πιο μακριά οι άλλοι Έλληνες τον θαύμαζαν. Αργότερα κατά τα έτη 1826-27 ο Ιμπραήμ
κατέκαψε τις καλλιέργειες του Σκουπίου, μεταξύ των άλλων καταστροφών που προκαλούσε.
Πολλοί δε κάτοικοι του Σκουπίου και άλλων χωριών την έποχή εκείνη μετέβησαν
και εκρύβονταν στο οροπέδιο Καπρίβαινα των Καμενιάνων. Στα κατοπινά χρόνια πολλοί
Σκουπέοι διακρίθηκαν σε διάφορους τομείς της κοινωνίας μας, και συνεχίζουν να
διακρίνονται μέχρι σήμερα. Το Σκούπι ήταν πατρίδα του μεγάλου ιστορικού της περιοχής
μας και Γυμνασιάρχη, αείμνηστου Γεωργίου Παπανδρέου. Στην ευρύτερη περιφέρεια
του ∆ημοτικού ∆ιαμερίσματος Πά- ου και στη θέση Κάμπος, υπήρχε βυζαντινή Μονή
αφιερωμένη στον Πρωτόκλητο Άγιο Ανδρέα. Το παμπάλαιο αυτό μοναστήρι, προφανώς
λόγω εγκατάλειψης γκρεμίστηκε. Το έτος 1862 πάνω στα θεμέλια της παλιάς Μονής κτίστηκε
καινούργια εκκλησία, η οποία το καλοκαίρι του 1875 εγκαινιάστηκε από τον επίσκοπο
Καλαβρύτων Ευθύμιο. Στην ανατολική πλευρά του βουνού Άγιος Αθανάσιος Πάου, υπήρχε
αρχαία μικρή εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου. Σύμφωνα με την ντόπια παράδοση στη θέση
εκείνη και μέσα σε μικρή κρύπτη (σπηλιά), βρέθηκε εικόνα της Παναγίας της Βρεφοκρατούσας.
Ο χρόνος ανεύ– ρεσής της είναι άγνωστος, τοποθετείται όμως γύρω στον 8ο ή 9ο αιώ να. Το έτος 1882 οι Σκουπιώτες γκρέμισαν το παλιό μικρό εκκλησάκι και έφτιαξαν καινούργιο μεγαλύτερο. Εγκαινιάστηκε δε στις 23-10- 1908, από τον επίσκοπο Χαρίτωνα.
Πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου
με ιδιαίτερη λαμπρότητα και με συμμετοχή πολλών προσκυνητών από τα γύρω χωριά.
Επιμέλεια: Κώστας Νικολοπούλος-Καμενιανίτης
Απόσπασμα από το βιβλίο ”Τα χωριά νοτίως του Ερυμάνθου” του Βασίλη Τακτικού