Η ύπαιθρος και τα χωριά συνεχίζουν να μαραζώνουν κοινωνικά, παρά την οικονομική κρίση στα μεγάλα αστικά κέντρα και τα αντίστοιχα οικονομικά κίνητρα που υπάρχουν για τους νέους αγρότες . Από τα δεδομένα που έχουμε σήμερα, είναι φανερό ότι οι νέοι εγκαταλείπουν τα χωριά τους ακόμη και όταν οι οικονομικές συνθήκες είναι χειρότερες στις πόλεις και με υψηλότερο κόστος ζωής. Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις τα χρόνια της κρίσης, με αντίστροφη πορεία από την πόλη προς το χωριά, που είναι ο επιθυμητός στόχος της περιφερειακής ανάπτυξης.
Διαπιστώνεται έτσι ότι, τα οικονομικά κίνητρα για τους νέους αγρότες και κυρίως για τις νέες γυναίκες δεν επαρκούν για να παραμείνουν και να εργαστούν στα χωριά τους. Μολονότι, οι νέες τεχνολογίες και το ΙΝΤΕΡΝΕΤ διευκολύνουν την επικοινωνία και την αποκέντρωση των υπηρεσιών άρα και την ανάπτυξη υπηρεσιών στην ύπαιθρο οι τάσεις παραμένουν αρνητικά. Μόνο σε περιοχές που έχει αναπτυχθεί ο μαζικός τουρισμός συγκρατήθηκε ουσιαστικά ο αγροτικός πληθυσμός από το μεγάλο κύμα της εσωτερικής μετανάστευσης προς τα μεγάλα αστικά κέντρα τα τελευταία 50 χρόνια. Αυτό όμως δεν είναι η λύση για την Ηπειρωτική Ελλάδα, τις ορεινές και αποκλειστικά αγροτικές περιοχές.
Το πρόβλημα επομένως, είναι πολιτισμικό και πολιτιστικό για αυτούς που θα ήθελαν να μείνουν σε αγροτικές περιοχές και μικρές πόλεις της επαρχίας και σαν τέτοιο καταγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες. Έχει να κάνει με την ποιότητα ζωής την πολιτιστική πρόσβαση και την πολιτιστική ταυτότητα, όπως και με την πολιτιστική απαξίωση των αγροτικών επαγγελμάτων και την εν γένει ζωή στην ύπαιθρο .
Με την κορύφωση της βιομηχανικής περιόδου και την εξάπλωση του βιομηχανικού πολιτισμού στον αγροτικό χώρο, η ύπαιθρος δεν μπορούσε να αντισταθεί στο πρότυπο του πολιτιστικού καταναναλωτισμού και την αποξένωση των νέων κυρίως από την πολιτιστική τους κληρονομιά και την συμμετοχή τους στην τοπική πολιτιστική δημιουργία. Μπροστά στη πολιτιστική βιομηχανία της μουσικής του κινηματογράφου και της τηλεόρασης η τοπική πολιτιστική παραγωγή περιορίστηκε στο φολκλόρ.
Τώρα όμως αλλάζουν οι αντικειμενικές συνθήκες. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα μετάβαση παραγωγικών και πολιτιστικών σχέσεων. Στη μετάβαση από το συγκεντρωτικό μοντέλο της Β΄βιομηχανικής επανάστασης στο οριζόντιο μοντέλο της παραγωγής και κοινωνικών δικτύων της Γ΄βιομηχνικής επανάστασης στο οποίο δεν χρειάζεται οι άνθρωποι να συγκεντρώνονται στα μεγάλα αστικά κέντρα για να εξελιχθούν στην εργασία, στο εμπόριο και στις υπηρεσίες που μπορούν να προσφέρουν. Στις νέες συνθήκες ολόκληρα χωριά καλά οργανωμένα, μπορούν να προοδεύουν στην πληροφορική στην ενέργεια και τον πολιτισμό αλλά και στην μεταποίηση εξελιγμένων αγροτικών προϊόντων. Πολύ περισσότερο μπορούν να δώσουν ώθηση στον τοπικό πολιτισμό της εθελοντικής συμμετοχής που ήταν γνώρισμα των προβιομηχανικών τοπικών πολιτισμών.
Στην εποχή μας υπάρχουν ανάλογα πλεονεκτήματα με επιπλέον δυνατότητες χάρις τις τεχνολογίες που διευκολύνουν την δικτύωση αλλά και την συνολική προσφορά του τοπικού πολιτιστικού προϊόντος. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η κατανόηση των νέων δυνατοτήτων της εποχής μας από τους πολίτες του αγροτικού χώρου και ιδιαίτερα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση ώστε να προσαρμόσει την πολιτιστική της πολιτική στα νέα δεδομένα.
Ένα κατάλληλο πολιτιστικό περιβάλλον μπορεί να ανατροφοδοτήσει την τοπική ερασιτεχνική πολιτιστική δημιουργία και συμμετοχή και να εμπλουτιστεί με νέα στοιχεία.
Αυτή η νέα προσέγγιση στη πολιτιστική κληρονομιά έχει αρχίζει να αναγνωρίζεται από ένα κομμάτι της Τ.Α και έχει εντοπίζεται στο γενικό και σχεδιασμό του νέου (ΤΑΠΤΟΚ) Τοπική Ανάπτυξη με πρωτοβουλία Τοπικών Κοινοτήτων.
Έτσι, για πρώτη φορά δίνεται σημασία στην ανάδειξη της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς και συμμετοχής των συλλόγων και των κατοίκων της κάθε περιοχής. Δεν αντιμετωπίζεται η πολιτιστική κληρονομιά μόνον ως φοκλόρ για τουρίστες αλλά τοπική πολιτιστική λειτουργία και συμμετοχή.
Αντιθέτως, το πρόγραμμα υποστηρίζει τον εμπλουτισμό της τοπικής πολιτιστικής ζωής με μελέτες, πολιτιστικές υποδομές και εκδηλώσεις που συνδέονται και στοχεύουν στη διατήρηση, αποκατάσταση και αναβάθμιση της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς των χωριών. Με αυτό τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα σε πολιτιστικούς φορείς και στους Δήμους των αγροτικών περιοχών, να συλλέξουν το διάσπαρτο πολιτιστικό υλικό να το κωδικοποιήσουν και να το συγκροτήσουν σε θεματικές για να το παρουσιαστεί το συνολικό απόθεμα σε συνεργασία με τους πολιτιστικούς συλλόγους της περιοχής, ώστε να δημιουργήσει ένα ενιαίο αφήγημα της πολιτιστικής παράδοσης και ταυτότητας της περιοχής. Να διοργανώσουν μεγάλα πολιτιστικά και επικοινωνιακά γεγονότα εκθέσεις και φεστιβάλ με τοπικά δίκτυα συνεργασίας.
Αυτός ο σχεδιασμός, θα μπορούσε για παράδειγμα να περιλαμβάνει επισκοπήσεις από, την αρχιτεκτονική κληρονομιά, την γεωμυθολογία της περιοχής, εκκλησίες, μονές, παραδοσιακούς οικισμούς. Την παραδοσιακή μουσική, τα μουσικά όργανα, τους χορούς τις παραδοσιακές φορεσιές. Τις τοπικές παραδοσιακές συνταγές και η γαστρονομία, τα χειροτεχνήματα, τα έθιμα, τα λαϊκά παραμύθια, την τοπική ιστορία, τα τοπικά προϊόντα και τα παλαιά επαγγέλματα, τα τοπικά πανηγύρια σε συνδυασμό με τους παραδοσιακούς θεσμούς με την τοπική ιστορία, την χλωρίδα και πανίδα, τα αρωματικά βότανα.. Όλα αυτά τα στοιχεία σε σχέση με επισκοπήσεις από τα βιβλία της κάθε περιοχής με τις τοπικές ιστορίες, τα συγγράμματα και λαογραφικές περιγραφές.
Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να παρουσιαστεί ένα συνθετικό έργο για κάθε αγροτικό Δήμο, τα οποίο θα μετασχηματιστεί σε ψηφιακό πολιτιστικό προϊόν που θα προβληθεί στο διαδίκτυο και θα εκδοθεί ως βιβλίο. Τελικός σκοπός όλης αυτής της διαδικασίας ένα συνολικό αφήγημα της πολιτιστικής ταυτότητας της περιοχής, το οποίο μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο όχι μόνο στην διατήρηση αναβάθμιση και ανάδειξη της αυθεντικής αγροτικής πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας. Αναφερόμαστε στο μετασχηματισμό των πολιτιστικών πόρων και τη διαμόρφωση νέου πολιτιστικού προϊόντος κοινωνικής εμπειρίας και πολιτιστικής πολιτικής στα όρια του Δήμου και της Περιφέρειας.
Βέβαια, το κρίσιμο στοιχείο σε αυτή την κατεύθυνση είναι η συνεργασία και οι συμπράξεις των τοπικών πολιτιστικών φορέων στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Συμπράξεις οι οποίες μπορούν να κάνουν βιώσιμη την τοπική πολιτιστική δράση όχι με κίνητρο την κερδοφορία όπως συμβαίνει με τις ιδιωτικές επιχειρήσεις αλλά με κίνητρο την προσφορά στο κοινό πολιτιστικό περιβάλλον.
Το ζητούμενο είναι πάντα η πολιτιστική πολιτική των Δήμων απέναντι στην ερήμωση της υπαίθρου.
Η πολιτιστική πολιτική είναι μια πολυσύνθετη διαδικασία συλλογικής δημιουργίας στην οποία εμπλέκεται η τοπική κοινωνία, ο Δήμος, οι εθελοντικοί φορείς, οι χορηγοί δωρητές στη καλλιτεχνικοί δημιουργία. Το πολιτιστικό προϊόν δεν είναι ένα εμπόρευμα της αγοράς ούτε αποκλειστικά του Δήμου και του κράτους. Ούτε βέβαια περιοριστικά υπόθεση του πολιτιστικού τουρισμού. Είναι συν-λειτουργία της τοπικής κοινωνίας. Τα μνημεία και έργα της πολιτιστικής κληρονομιάς, τα έργα τέχνης, κάστρα μοναστήρια, δημοτικά τραγούδια κ.τ.π δεν φτιάχτηκαν έχοντας υπόψη τους τουρίστες αλλά τις εκάστοτε τοπικές κοινωνικές ανάγκες.
Από αυτή την λογική βάση πρέπει να ξεκινάει σήμερα και η πολιτιστική πολιτική των Δήμων με στόχο την πολιτιστική παιδεία και την βιωσιμότητα της τοπικής κοινωνίας, για να ξαναγίνει ελκυστική η ύπαιθρος στους νέους και σε όλους εκείνους που θέλουν να δημιουργήσουν στο τόπο τους.