Kοινωνική Οικονομία | Κοινωνικός Ακτιβισμός
Η καταλυτική δύναμη της οικολογίας – H φωτεινή και η σκοτεινή πλευρά
2014
του Βασίλη Τακτικού
Οι ΜΚΟ ως παγκόσμια θεσμίζουσα δύναμη.
Οι οικολογικές μη κυβερνητικές οργανώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο μαζί με άλλες κατηγορίες ανθρωπιστικών Μ.Κ.Ο. έχουν αναγκάσει εθνικές κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς να μοιραστούν εξουσίες στην θεσμοθέτηση μέτρων για το περιβάλλον και την διάσωση των οικοσυστημάτων.
Μ’ αυτή την έννοια οι Μ.Κ.Ο. δεν αναγνωρίζονται μόνον ως θεσμικοί διαμεσολαβητές αλλά λειτουργούν καταλυτικά και στην διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας με περισσότερο περιβαλλοντισμό και προγραμματισμό, στην διακυβέρνηση με αποτέλεσμα πολλές προσωπικότητες σήμερα της διεθνούς σκηνής να έχουν κάνει “σημαία” τους την οικολογία.
Το μοίρασμα όμως, αυτής της θεσμίζουσας εξουσίας γίνεται μεταξύ των ελίτ της διαμεσολάβησης και οι θετικές επιπτώσεις δύσκολα φτάνουν σε τοπικό επίπεδο και στις τοπικές κοινωνίες που υφίστανται την περιβαλλοντική υποβάθμιση και την φτώχεια. Εκεί οι οργανώσεις των πολιτών συνήθως κατακερματισμένες και χωρίς πόρους δίνουν άνισο αγώνα με τις δυνάμεις της εξουσίας και της ληστρικής εκμετάλλευσης φυσικών πόρων -που είναι και η αντικειμενική αιτία για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Το ηθικό πλεονέκτημα για την σωτήρια της γης και των οικοσυστημάτων της.
Κάθε ιδεολογία και σύστημα αξιών επιβάλλεται με ένα ηθικό πλεονέκτημα. Αυτό το ηθικό πλεονέκτημα έχει σήμερα η έννοια της οικολογίας. Αναμφίβολα οι μεγάλες οικολογικές οργανώσεις, ακόμη και αν λειτουργούν ως ελίτ και χωρίς δημοκρατικές διαδικασίες έχουν το μεγάλο ηθικό πλεονέκτημα απέναντι στα κράτη και τις επιχειρήσεις από το γεγονός ότι ειδικεύονται και υπερασπίζουν τη διάσωση οικοσυστημάτων και διάφορα έμβια είδη που απειλούνται με εξαφάνιση.
Αυτό το γενικό « ηθικό πλεονέκτημα »χωρίς όμως τη δημοκρατική συμμετοχή, έχει οδηγήσει πολλές μεγάλες Μ.Κ.Ο. στο χώρο της οικολογίας στην αυταρέσκεια και στην αλαζονεία να μονοπωλούν την εκπροσώπηση και να υποτιμούν τις εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες οικολογικές οργανώσεις, βάζοντας ταυτόχρονα εμπόδια στην συμμετοχική οικολογία και στην γνήσια εκπροσώπηση και κατ’ επέκταση στην αποτελεσματικότητα του συνολικού οικολογικού κινήματος.
Η επιλεκτική μάλιστα ακτιβιστική δράση σε ορισμένα μόνον από τα απειλούμενα είδη- ενώ απειλείται όλη η γη από την οικολογική καταστροφή, μεγάλη απόσταση έχει από μια συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ωστόσο, η μονοπώληση της αντιπροσώπευσης και της εξουσίας από ορισμένες ελίτ της οικολογίας ασφαλώς σημαίνει και τη άντληση της μερίδας του λέοντος από τους διαθέσιμους πόρους για την οικολογία.
Είτε αυτοί προέρχονται από το κράτος είτε από τις μεγάλες επιχειρήσεις μέσω της λεγόμενης κοινωνικής εταιρικής ευθύνης. Και εδώ βέβαια βρίσκεται η πηγή του προβλήματος της “μονοπωλιακής” αντίληψης για τον έλεγχο της οικολογίας.
Η φωτεινή και η σκοτεινή πλευρά.
Έχουμε λοιπόν την φωτεινή πλευρά της οικολογίας που κινητοποιεί εθελοντικές δυνάμεις ενεργών πολιτών που στηρίζουν τις καμπάνιες και τον ακτιβισμό για οικοπροστασία αναγκάζοντας κυβερνήσεις και επιχειρήσεις να αναγνωρίσουν πολιτικές προστασίας για το περιβάλλον. Και από την άλλη πλευρά έχουμε την συγκέντρωση εξουσίας, το δημοκρατικό έλλειμμα και η αδιαφάνεια στο χώρο της οικολογίας. Έτσι ταυτόχρονα με την αναγνώριση ενός ελπιδοφόρου κινήματος πολιτών για την οικολογία, είμαστε μάρτυρες ενός αγοραίου φαινομένου διαφήμισης και μόδας προστασίας μόνον ορισμένων ειδών του ζωικού βασιλείου. Και εδώ κλείνει ο κύκλος της αναγνωρισιμότητας. Πρόκειται έτσι για μια απολιτική οικολογία που σνομπάρει το κράτος, τα κόμματα και τον συνδικαλισμό, ενώ λειτουργεί πιο αντιδημοκρατικά από τα κόμματα και το κράτος και δεν λογοδοτεί πουθενά, προβάλλοντας μόνο το ηθικό πλεονέκτημα της οικολογίας (ως πνευματική ιδιοκτησία) επιδιώκοντας το πολιτικό αποκλεισμό στις χιλιάδες μικρές ΜΚΟ. Έτσι εξηγείται γιατί ο πολύς κόσμος είναι επιφυλακτικός και καχύποπτος προς τη μη κυβερνητικές οργανώσεις (Μ.Κ.Ο.) εν γένει, όταν η δυνατότητα διάκρισης του αυθεντικού από το επίπλαστο δεν είναι εμφανής.
Και βέβαια έχουν ακουστεί πολλά και όχι πάντοτε άδικα για το πώς χρηματοδοτούνται και με ποιες σκοπιμότητες πολλές Μ.Κ.Ο. όπου μεγάλες επιχειρήσεις, εξαγοράζοντας περιβαλλοντική συναίνεση έναντι άλλων αψηφούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις στον σύγχρονο παγκόσμιο ανταγωνισμό. Σ’ ένα κόσμο που παρεπιπτώντος μετράει πολύ η εικόνα της κοινωνικής εταιρικής ευθύνης.
Το περίεργο σε αυτό που συμβαίνει και στην χώρα μας είναι, ότι τα τελευταία χρόνια για την αποτροπή της επέκτασης των ρυπογόνων μορφών ενέργειας, λιθάνθρακα, μπροστά στους αγώνες βρέθηκαν εκατοντάδες μικρές περιβαλλοντικές Μ.Κ.Ο. και οργανώσεις πολιτών, ενώ την “δόξα” και τους πόρους τους απορροφούν οι πολύ μεγάλες Μ.Κ.Ο. μαζί με τις καμπάνιες που κάνουν εταιρικά στα μίντια. Αυτό συμβαίνει πάντοτε επιλεκτικά και με “επίλεκτους” χορηγούς της διαφήμισης.
Η διαύγαση
Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με δυο βασικές κατηγορίες στο χώρο της οικολογίας. Τις Μ.Κ.Ο. των ελίτ που θεωρούν την οικολογία πνευματική τους ιδιοκτησία και λειτουργούν συγκεντρωτικά ως μονοπωλιακές επιχειρήσεις, και αποδοκιμάζουν την συνεργασία με τις μικρότερες ελέγχοντας επικοινωνιακά το σύστημα.
Και τις μικρομεσαίες περιφερειακές και τοπικές Μ.Κ.Ο. που από το μέγεθος τους και την σύνδεση τους με τις τοπικές κοινωνίες των ενεργών πολιτών είναι διαθετιμένες να λειτουργήσουν πιο συμμετοχικά και πιο δημοκρατικά ώστε να κινητοποιήσουν ένα ευρύτερο κοινωνικό κεφάλαιο στο πλαίσιο της ανοικτής διάχυσης της γνώσης. Οφείλουμε ωστόσο να διευκρινίσουμε ότι ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι απόλυτος, γιατί υπάρχουν μεγάλες οργανώσεις και στελέχη τους που συμμερίζονται την ανάγκη συντονισμού και συνεργασίας σε διεθνή και περιφερειακή κλίμακα. Γι’ αυτό στις προθέσεις μας δεν είναι μια κριτική συλλήβδην των μεγάλων Μ.Κ.Ο. αλλά καταλογισμός της ευθύνης εκεί που εντοπίζεται η κύρια αιτία των αντιθέσεων. Όσοι όμως πιστεύουν στο συντονισμό και την συνεργασία οφείλουν να το αποδείξουν στη πράξη. Ο δημοκρατικός διάλογος και στο χώρο της οικολογίας απαιτεί την λογική σχέση λόγων και πράξης.
Οι επαγγελματίες και οι εθελοντές στο χώρο της οικολογίας.
Αυτό που μπερδεύει τα πράγματα και οφείλουμε να λάβουμε υπόψιν είναι ότι στο χώρο της οικολογίας υπάρχουν πλέον δυο κατηγορίες δρώντων υποκειμένων. Οι επαγγελματίες οικολόγοι και εθελοντές. Το ίδιο όπως συμβαίνει και στην πολιτική, που έχουμε επαγγελματίες πολιτικούς και πολίτες.
Οι πρώτοι προσφέρουν επιστημονική, τεχνοκρατική και οργανωτική ειδίκευση που ασφαλώς είναι απαραίτητοι και οι δεύτεροι το κοινωνικό κεφάλαιο συμμετοχής και σημαντικό μέρος οικονομικής ενίσχυσης που επίσης είναι αναγκαία συνθήκη, με τη διαφορά ότι οι πρώτοι μέσα από το ολιγαρχικό σύστημα που επικρατεί θέλουν να είναι “ηγεμόνες” της οικολογίας.
Όταν υπάρχει μια ισορροπία δύναμης στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και στις επιλογές, τότε μπορούμε να μιλάμε για οργανωμένο δημοκρατικό οικολογικό κίνημα.
Όταν ηγεμονεύουν οι επαγγελματίες και οι ειδήμονες στην καλύτερη περίπτωση δεν μπορούμε να έχουμε τίποτε περισσότερο από μια πράσινη αγορά μέσα στη ευρύτερη αγορά υπό τον έλεγχο των “μονοπωλίων”, μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Αντικειμενικά δεν θα πρέπει να απορρίπτει κανείς τον δυναμισμό της αγοράς στην προώθηση της πράσινης επιχειρηματικότητας. Αλίμονο όμως εάν οικολογία υποκύψει πλήρως στις ανεξέλεγκτες και τυφλές πολιτικά δυνάμεις της αγοράς.
Τότε ακόμη κι αυτός ο πολιτικός καταλύτης της οικολογίας για ένα βιώσιμο κόσμο κινδυνεύει να εξουδετεροποιηθεί, και να καταλήξει όπως οι θρησκείες με το ιερατείο από μια μεριά και τους πιστούς από την άλλη να προσδοκούν μόνον την σωτηρία της ψυχής. Εδώ όμως πρόκειται για κάτι τελείως υλικό την σωτηρία της γης που δε γίνεται ασφαλώς με ικεσίες και ψαλμωδίες.
Το παιχνίδι με την μιντιακή εξουσία.
Οι επαγγελματίες και ειδήμονες στις μεγάλες Μ.Κ.Ο. που βλέπουν το χώρο της οικολογίας ως μέτοχοι πνευματικής ιδιοκτησίας, έχουν αντιληφθεί την δυναμική της νέας «αγοράς» περιβαλλοντικής ευαισθησίας και κάνουν παιχνίδι με την μιντιακή εξουσία, συνήθως προς ίδιον όφελος.
Σ’ αυτήν την συναλλαγή προωθούνται μόνον πρόσωπα, πράσινα προϊόντα και ιδέες που φέρνουν άμεση ανταλλαξιμότητα και φυσικά κέρδη, αλλά το γεγονός ότι τα κέρδη είναι μόνον για τους λίγους και δεν αφήνουν περιθώρια κοινωνικής συμμετοχής, είναι ένα ζήτημα για δημόσια κριτική γιατί η οικολογία εάν καταλήξει μόνον σε κερδοσκοπική επιχείρηση θα χάσει ένα μεγάλο μέρος από την ουσία της.
Το διαδίκτυο «σπάει» το μονοπώλιο.
Το παιχνίδι για την συμμετοχική οικολογία θα είχε ήδη χαθεί εάν δεν υπήρχε μια απρόσμενη «σύμμαχος», η τεχνολογία για τους πολλούς. Το διαδίκτυο ως επικοινωνιακό εργαλείο για όλους, και όχι μόνον για την ελίτ. Ο νέος κόσμος του internet προσφέρει ατελείωτες δυνατότητες sites, on-line εφημερίδες και επικοινωνιακές συχνότητες, όπου ακόμη και η πιο μικρή Μ.Κ.Ο. και κάθε μεμονωμένος ακτιβιστής μπορεί να εκπέμψει μήνυμα που θα βρει αποδεκτές.
Το πρόβλημα εδώ είναι το χάος και ο ωκεανός των πληροφοριών μέσα στο οποίο χάνεται ο χρήστης, και ανάγκη για συγκέντρωση και ανοικτή κωδικοποίηση πληροφοριών που μπορεί να γίνει μόνο με θεματικές πύλες. (portal). Από αυτό το σημείο πρέπει να ξεκινήσει η συνεργασία και η κοινοπραξία των Μ.Κ.Ο. για το περιβάλλον προς όφελος όλων.
Απόδειξη για του λόγου το αληθές είναι ο εσωτερικός τρόπος λειτουργίας στη διοίκηση της συντριπτικής λειτουργίας των επαγγελματικών Μ.Κ.Ο. στη διοίκηση όπου τις αποφάσεις τις παίρνουν μόνον οι επιχειρηματίες του είδους και οι εθελοντές δεν έχουν καθόλου λόγο. Στο προσανατολοσμό της δράσης οι επιχειρηματίες βέβαια καρπώνονται την προστιθεμένη αξία της προφοράς υπηρεσιών των εθελοντών κι αυτό θολώνει ακόμη περισσότερο το τοπίο.
Η κινητοποίηση για την οικοπροστασία που οδηγεί στην πράσινη οικονομία
Φαινομενικά αυτή την περίοδο η οικολογία δεν έχει εχθρούς. Κανείς στα λόγια δεν αντιτίθεται στο αίτημα για πράσινες πόλεις την μείωση των ρύπων, και της ρυπογόνου ενέργειας. Στην πράξη όμως υπάρχουν πολλά αντιτιθέμενα συμφέροντα που χρησιμοποιούν μάλιστα τεχνοκράτες και ειδήμονες για να αποτρέψουν τον περιορισμό των ρύπων.
Η κινητοποίηση των πολιτών με αίτημα την οικοπροστασία από τους ρύπους και το πρασίνισμα των πόλεων οδηγεί στην πράσινη οικονομία τις πράσινες προμήθειες, τα πράσινα επαγγέλματα και όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να δώσει την υλική βάση για περισσότερη περιβαλλοντική ευαισθησία και ενίσχυση της οικολογικής πολιτικής μέσα στα κόμματα και φορείς της εξουσίας.
Η κοινωνική και πράσινη οικονομία στο χώρο της αγοράς και της αγοράς εργασίας.
Οι κυβερνήσεις και τα κόμματα με αρκετή καθυστέρηση ανακαλύπτουν ότι η πράσινη οικονομία, στην μη κερδοσκοπική κοινωνική οικονομία, και διαδικτυακή επικοινωνία και οικονομία. Για ορισμένους εισάγονται « καινά δαιμόνια » στο πλαίσιο της κυρίαρχης αγοράς. Προσφέρονται δωρεάν πληροφορίες και κάποιες δωρεάν υπηρεσίες, που “τρελαίνουν” το σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας.Το διαδίκτυο εξελίσσεται σ’ ένα δωρεάν ανοικτό πανεπιστήμιο σ’ όσους θέλουν να το χρησιμοποιήσουν συστηματικά. Για πρώτη φορά υπάρχει έτσι η προοπτική για δωρεάν παιδεία και επιμόρφωση. Τεράστιες βιβλιοθήκες και βιβλία στα οποία έχουν λήξει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας προσφέρονται δωρεάν, βλέπε wikipedia. Η ίδια τεχνολογία του διαδικτύου προσφέρει δωρεάν λογισμικό.
Η επιστημονική γνώση της οικολογίας και της πράσινης επιχειρηματικότητας δεν μπορεί να είναι εμπορικό μυστικό των λίγων.
Μπορεί να γίνει εφόδιο για πολλούς να παράξουν και να διακινήσουν οικολογικά προϊόντα και υπηρεσίες, και να δημιουργήσει νέες θέσεις απασχόλησης.
Το αντίδοτο στο μονοπώλιο της «αλήθειας» και τη συγκέντρωση της εξουσίας στο χώρο της οικολογίας.
Υπάρχει λοιπόν το αντίδοτο στο μονοπώλιο της επιστημονικής « αλήθειας » για κάθε θέμα που απασχολεί για το περιβάλλον και την κοινωνία.
Το αντίδοτο είναι οι κοινοπραξίες των Μ.Κ.Ο. σε κάθε επίπεδο, περιφερειακό και τοπικό, όπως κοινοπραξία είναι πολλά portal και wikipedia στο ίντερνετ. Η συγκέντρωση ενός νέου ψηφιακού περιεχομένου με δημιουργικές δράσεις για το περιβάλλον.
Η κοινοπραξία των μικρομεσαίων συλλογικών οργανώσεων για το περιβάλλον
Οι χιλιάδες μικρομεσαίες Μ.Κ.Ο. για το περιβάλλον μπορούν να σχηματίσουν θεματικές κοινοπραξίες με επικοινωνιακό και οικονομικό περιεχόμενο γεγονός που θα τους επιτρέψει να εισάγουν οργανωτικές και επιχειρηματικές καινοτομίες εκεί που η παραδοσιακή αγορά αδυνατεί να αντιληφθεί ως προτεραιότητες.
Για παράδειγμα οι πράσινες στέγες στις μεγαλουπόλεις είναι μια σημαντική ιδέα για την πράσινη επιχειρηματικότητα που βρίσκεται στο ξεκίνημα της από πρωτοβουλίες των Μ.Κ.Ο. στην Αττική.
Το ίδιο σημαντικές και με πρωτοβουλίες για την ανακύκλωση. Μεγάλη κινητοποίηση υπάρχει επίσης για τα βιολογικά προϊόντα.
Σε κάθε περίπτωση οι οικολογικές οργανώσεις αναδεικνύονται προπομπός της πράσινης επιχειρηματικότητας.