Για να προσδιορίσουμε περισσότερο το χώρο δράσης που εξελίσσεται η κοινωνική οικονομία, το αντικείμενο και το υποκείμενο δραστηριότητας και τελικά τι είναι και τι δεν είναι κοινωνική οικονομία, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ποιος είναι ο σκοπός, ποιοι οι συντελεστές, ποιες μορφές κοινωνικών επιχειρήσεων εξυπηρετούν αυτό το σκοπό και ποιοι μπορεί να είναι οι συμπράττοντες.

Καταρχήν, συμπράττοντες εταίροι μπορεί να είναι όλοι. Το κράτος, οι δήμοι, οι επιχειρήσεις, τα επιμελητήρια και οι συνδικαλιστές. Δεν μπορεί να είναι όμως αυτοί οι φορείς της κοινωνικής οικονομίας. Ξεκάθαροι φορείς κοινωνικής επιχειρηματικότητας είναι οι Συνεταιρισμοί, τα ιδρύματα που παράγουν έργο κοινωνικών υπηρεσιών π.χ. Νοσοκομεία, Εκπαιδευτικά ιδρύματα, πολιτιστικές υπηρεσίες κ.τ.λ.

Οι Δήμοι μπορεί να είναι πρωταγωνιστές στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, δεν μπορούν όμως να είναι από μόνοι τους επιχειρηματίες. Μπορούν να συνεργάζονται με τους συνεταιρισμούς και να συμπράττουν. Αυτό γίνεται και συντελείται σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, όπου αναπτύσσονται δράσεις κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικών επιχειρήσεων, προσφέροντας ουσιαστικές λύσεις στην αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανεργίας, όντας πιο αποτελεσματικοί, συγκριτικά με άλλους Δήμους που δε συμπράττουν στις κοινωνικές επιχειρήσεις. Κλειδί προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι «Κοινωνικές Αναπτυξιακές Συμπράξεις» με εταίρους τις οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, Επιμελητήρια, συνεταιρισμούς και τοπικές επαγγελματικές ενώσεις και σωματεία.

Οι συντελεστές ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας είναι ενδεικτικά οι εξής:

  • Η Τοπική Αυτοδιοίκηση
  • Οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών και όλοι οι Μη Κερδοσκοπικοί Φορείς
  • Οι συνεταιρισμοί
  • Οι χορηγοί
  • Η εκκλησία και διάφορες κοινότητες.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως συμπράττων εταίρος

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να συμμετέχει συστηματικά σε κοινωνικές συμπράξεις, να χρησιμοποιεί κοινωνικούς συνεταιρισμούς για την προσφορά κοινωνικών υπηρεσιών προς τους πολίτες, για δράσεις ανθρωπιστικής βοήθειας και προστασίας του περιβάλλοντος, αξιοποιώντας την συμμετοχή των εθελοντικών οργανώσεων.

Σε αυτό το επίπεδο υπάρχει η ανάγκη σύναψης ενός Συμφώνου συνεργασίας μεταξύ Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, για την κοινωνική οικονομία, το οποίο να στοχεύει στην αντιμετώπιση της φτώχειας, τη μείωση των μεγάλων ανισοτήτων που χαρακτηρίζουν την κοινωνία μας, τη μείωση της ανεργίας των νέων, και όλα αυτά σε μια περίοδο που ενώ αφθονούν οι διαθέσιμοι υλικοί πόροι, οι τεχνολογικές δυνατότητες και οι ανθρώπινοι πόροι, από τη σκοπιά της εκπαίδευσης, ταυτόχρονα υπάρχει υστέρηση επιχειρηματικότητας.

Πρακτικά, ένα τέτοιο σύμφωνο μπορεί να ξεκινήσει με την υπογραφή ενός Μνημονίου Συνεργασίας για την κοινωνική οικονομία σε τοπικό επίπεδο μεταξύ κάθε Δήμου και Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών της περιοχής. Ως στόχοι του Συμφώνου Συνεργασίας μπορούν να τεθούν η δημιουργία κοινωνικών επιχειρήσεων με συνεταιριστική ή κερδοσκοπική μορφή και βέβαια η δημιουργία ενός κέντρου παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε κάθε επίπεδο επιχειρηματικής, κοινωνικής και εθελοντικής δραστηριότητας. Ενός «Κέντρου εξυπηρέτησης της κοινωνικής, αλληλέγγυας οικονομίας», όπου θα παρέχεται συμβουλευτική για την δια βίου μάθηση στις καλές πρακτικές και για την αντιμετώπιση της ανεργίας, με έμφαση και σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες (π.χ. μετανάστες, νέοι, γυναίκες).

Κοινωνικές συμπράξεις

Οι Κοινωνικές Συμπράξεις είναι φορείς που συμμετέχουν οι Δήμοι, οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, επαγγελματικά σωματεία και κοινωνικοί Συνεταιρισμοί. Το έργο τους είναι να συντονίζουν και να υποστηρίζουν επιμέρους δραστηριότητες κοινωνικής επιχειρηματικότητας σε μια περιοχή.

Στην Ελλάδα, υπάρχει πλήθος συλλογικών οργανώσεων, αλλά πολύ μικρό ποσοστό κοινωνικής επιχειρηματικότητας που αναλαμβάνουν συλλογικοί φορείς και κοινωφελείς επιχειρήσεις της Τ.Α., σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει με τη δραστηριότητα των Κοινωνικών Αναπτυξιακών Συμπράξεων και να αντιμετωπιστεί το θεσμικό έλλειμμα, που είναι ζήτημα επιπέδου οργάνωσης μιας κοινωνίας. Κι αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων μέσω της συλλογικής επιχειρηματικότητας και των δομημένων «συμπράξεων» Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κοινωνικών φορέων.

Η δυναμική των κοινωνικών συμπράξεων στη δοκιμαζόμενη από την κρίση ελληνική οικονομία είναι ότι μπορεί να μειώσει το κόστος κοινωφελών υπηρεσιών σε μεγάλο ποσοστό, και να δημιουργήσει τοπική απασχόληση εκεί που αδυνατεί το κράτος και η αγορά. Η μείωση του κόστους συναλλαγών και του εργατικού κόστους είναι ακριβώς το κλειδί για να γίνουν βιώσιμες κοινωνικές και κοινωφελείς υπηρεσίες, που σήμερα αποδυναμώνονται και είναι αναγκασμένο να καταργήσει το κράτος, λόγω της δημοσιονομικής πίεσης του χρέους. Η εξοικονόμηση του λειτουργικού κόστους εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα υπηρεσιών εκεί που με τις συνθήκες που επικρατούν στο δημόσιο δεν υπάρχει άλλη διέξοδος με τα σημερινά δημοσιονομικά δεδομένα να καταργηθούν.

Το πλεονέκτημα γενικά των κοινωνικών επιχειρήσεων βρίσκεται στη δραστική μείωση του διαχειριστικού κόστους, αμοιβών διοικητικών και άλλων στελεχών που στις κοινωνικές επιχειρήσεις είναι περιορισμένο, στον κοινωνικό έλεγχο της εργασίας που γίνεται πολύ αποδοτικότερη κατά μονάδα, καθώς ο υπάλληλος/εργαζόμενος λογοδοτεί άμεσα στην τοπική κοινωνία και στους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, αντίθετα με τη νοοτροπία των αργόμισθων δημοσίων υπαλλήλων. Έχουμε χιλιάδες παραδείγματα κρατικών και δημόσιων οργανισμών όπου η αργομισθία ήταν για πολλά χρόνια καύχημα και οι παροχές προς τον πολίτη ανύπαρκτες. Αυτά συμβαίνουν λ.χ. σε γηροκομεία, παιδικούς σταθμούς και δημόσιες υπηρεσίες υγείας/ πρόνοιας. Ανάλογα παραδείγματα αυτής της προσέγγισης έχουμε, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της κοινωνικής οικονομίας, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, που μας δείχνουν με αριθμητικούς δείκτες πλέον την καταλυτική συμβολή στο ΑΕΠ των κοινωνικών επιχειρήσεων, αλλά και την κοινωνική συνοχή, που εξασφαλίζεται μέσω της ανάπτυξης της κοινωνικής οικονομίας.