Το Πανελλήνιο παρατηρητήριο ξεκινά μια νέα έρευνα για την Κοινωνική οικονομία στη Ελλάδα προσκαλώντας όλους όσους  θέλουν να μιλήσουν (που  αντικειμενικά λειτουργούν στο χώρο και παράγουν έργ0) μέσα από  συνεντεύξεις οι οποίες στησυνέχεια θα δημοσιευτούν σε κοινή έκδοση.

 

Η προκήρυξη του προγράμματος για τις περιφερειακές δομές κοινωνικής οικονομίας είναι μια ευκαιρία για τον επαναπροσδιορισμό των όρων της αυθεντικής κοινωνικής οικονομίας που μπορεί να αναπτυχθεί έναντι μιας ψευδεπίγραφης κατάστασης που επικρατεί πολλές φορές στη διαχείριση σχετικών προγραμμάτων με λεία τους κοινοτικούς πόρους.

Είναι κοινό μυστικό πλέον ότι στα 20 και πλέον χρόνια από τους πόρους που διατέθηκαν από το ευρωπαϊκό κοινωνικό ταμείο για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, ελάχιστοι από αυτούς έπιασαν τόπο στη δημιουργία νέων κοινωνικών επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας.

Αν κάποιες από τις κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς έχουν αναπτυχθεί και αποτελούν παράδειγμα για προβολή και μίμηση αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στον εθελοντισμό και την προσπάθεια κοινωνικών ομάδων που ξεκίνησαν χωρίς ουσιαστική βοήθεια από το κράτος και τις διαχειριστικές αρχές.

Κι αυτό βέβαια δεν είναι τυχαίο καθώς τα προγράμματα ποτέ δεν σχεδιάστηκαν μέσα από ουσιαστική διαβούλευση με τους πραγματικούς φορείς των κοινωνικών επιχειρήσεων αλλά για λογαριασμό κρατικών και ιδιωτικών επιχειρήσεων με την αμφίεση κοινωνικού σκοπού.

Αυτό συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό αυτή την περίοδο με τα προγράμματα ΤΟΠΣΑ και ΤΟΠΕΚΟ και αυτό υπάρχει κίνδυνος να συμβεί και με τις περιφερειακές δομές κοινωνικής οικονομίας που είναι σχεδιασμένες με την ίδια λογική, σαν ένα μεγάλο ΤΟΠΣΑ.

Πρώτο πράγμα που προκύπτει από το πλαίσιο των προσκλήσεων είναι ότι κάλλιστα ένας δημόσιος οργανισμός ή μία ιδιωτική επιχείρηση μπορούν να αμφιεστούν σε κοινωνικές επιχειρήσεις και να δημιουργήσουν μια «Αναπτυξιακή Σύμπραξη» για την απορρόφηση του προγράμματος αφήνοντας έξω τις αυθεντικές κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς με το πρόσχημα της προηγούμενης εμπειρίας σε ευρωπαϊκά προγράμματα. Έτσι αυτές οι ιδιωτικές εταιρίες που έχουν χρηματοδοτηθεί στο παρελθόν μπορούν να χρηματοδοτηθούν και τώρα με εξαίρεση τις ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ που έχουν ιδρυθεί τουλάχιστον εάν χρόνο πριν και εκ των πραγμάτων είναι ελάχιστες.

Με άλλα λόγια όποιος είναι στο κλαμπ των προνομιούχων και στην ελίτ αυτών των οργανώσεων που διαχειρίζονται κοινοτικούς πόρους έχει δικαίωμα συμμετοχής. Νεοεισερχόμενοι είναι αδύνατον να υπάρξουν.

Δηλαδή έχουμε ‘’κλειστό επάγγελμα’’ από την μια μεριά και από την άλλη κατάληψη του χώρου της κοινωνικής οικονομίας από φορείς του κράτους και της αγοράς και το εύλογο ερώτημα είναι:

Γιατί αυτή η φαρσοκωμωδία αφού οι φορείς του κράτους και της αγοράς μπορούν να καλύψουν κι αυτό τον τρίτο τομέα της κοινωνικής οικονομίας;

Αποδεχόμαστε βέβαια  ότι οι δήμοι μπορούν να λειτουργήσουν ως συμπράττοντες στην στήριξη των κοινωνικών επιχειρήσεων, άλλα από την στιγμή που οι Ανώνυμες Εταιρίες των Δήμων και του Δημοσίου θέλουν να έχουν τον πρώτο λόγο και να είναι «Συντονιστές Εταίροι των Αναπτυξιακών Συμπράξεων» το πρόβλημα συνεχίζει να υφίσταται.

Κι αυτό  είναι μια καραμπινάτη εκτροπή όχι μόνον στο νόημα του τρίτου τομέα της οικονομίας άλλα και των πόρων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που ενώ έχουν σαφή προορισμό να ενισχύσουν την κοινωνική οικονομία καταλήγουν σε διάφρους μεσάζοντες για τη κοινωνική οικονομία που μιλούν μόνο στο ονομά της χωρίς έργο.

Μας λένε συνήθως οι υπεύθυνοι σχεδιασμού αυτών των προγραμμάτων ότι οι φορείς αυτοί μπορούν να εγγυηθούν το δημόσιο συμφέρον λόγω τεχνογνωσίας.

Μα ακριβώς αυτό δεν μπορούν να κάνουν και να εγγυηθούν τίποτε.

Γιατί τα αποτελέσματα της διαχείρισης τους μέχρι τώρα είναι μηδαμινά και τραγικά στη προώθηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Ούτε κοινωνικές επιχειρήσεις ούτε θέσεις εργασίας δημιουργούν τα προγράμματα τους. Τα διαφορά ΤΟΠΕΚΟ και ΤΟΠΣΑ που λειτουργούν τελικά  ως προέκταση του πελατειακού πολιτικού συστήματος και της ρουσφετολογίας.

Για αυτό υπάρχει μόνον μια λύση, να αναδείξουν οι οργανώσεις της Κοινωνίας Πολίτων Πανελλαδικά τις αυθεντικές κοινωνικές επιχειρήσεις που ξεκινούν από την κοινωνία και συνθέτουν κοινωνικό κεφάλαιο εθελοντισμού.

Μια τέτοια έρευνα από τα κάτω σήμερα είναι επιβεβλημένη για να ξεχωρίσουμε το αυθεντικό από το ψευδεπίγραφο της κοινωνικής οικονομίας.

 

Σημείωση θα ακολουθήσει  ερωτηματολόγιο προς  όλες τις αυθεντικές κοινωνικές επιχειρήσεις που παράγουν έργο για μια ουσιαστική διαβούλευση για τη κοινωνική οικονομία και καταγραφή και κοινή καταγραφή.

Μετάβαση στο περιεχόμενο