Γράφουν οι Δημήτρης Μιχαηλίδης, Βασίλης Τακτικός 

O σφετερισμός των πόρων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου-ΕΚΤ και ο εμπαιγμός των φορέων Κοινωνικής Οικονομίας από το «βαθύ κράτος»… έγινε εμφανής στις 25/4/2023.

Στις 25/4/2023 συζητήθηκε διαδικτυακά, το Επικαιροποιημένο – Σχέδιο – Δράσης για την Κοινωνική Οικονομία και την Κοινωνική Καινοτομία και για ευθυγράμμιση της Εθνικής Στρατηγικής με το Ευρωπαϊκό Σχέδιο Δράσης, με πρωτοβουλία του μητρώου Κοινωνικής Οικονομίας που εδρεύει στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με την συμμετοχή των ενώσεων Κ.ΑΛ.Ο.-Κοινωνικής & Αλληλέγγυας Οικονομίας.

Για μία ακόμη φορά τα 10 τελευταία χρόνια ακούσαμε το ίδιο αφήγημα περί σημασίας της Κοινωνικής Οικονομίας, την βαρύτητα που αποδίδει σε αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση, την σημασία και πού έχει ο κοινωνικός

αντίκτυπος στην πραγματική οικονομία και στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, αλλά δεν ακούσαμε τίποτα περί διαθέσιμων πόρων. Πολύ «μπλα -μπλα» δηλαδή και από ουσία τίποτα. Λες και η Κοινωνική Οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί μόνο με ευχολόγια και σχέδια επί χάρτου.

Τη φαιδρότητα της υπόθεσης επισήμαναν βέβαια αρκετοί ομιλητές από την Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Φορέων Κοινωνικής Αλληλέγγυας Οικονομίας-ΠΑΣΕ ΚΑΛΟ που πήραν μέρος στη συζήτηση καθώς επεσήμαναν και το έλλειμμα απολογισμού για τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα.

Χαρακτηριστικά επεσήμαναν ότι το 87% των κονδυλίων του ΕΚΤ για την Κοινωνική Οικονομία πηγαίνει σε αλλότριους σκοπούς, σε φορείς του Κράτους και ιδιώτες. Αποκαλύπτεται δηλαδή ότι εδώ και 10 χρόνια σχεδιάζουν, επανασχεδιάζουν, βγάζουν νόμους και στο τέλος οι πόροι που προορίζονται για την Κοινωνική Οικονομία από το ΕΚΤ (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) καταλήγουν πάλι στο κράτος και στους ιδιώτες.

Πώς αλήθεια εξηγείται αυτό το φαινόμενο;

Υπάρχει πράγματι ντιρεκτίβα από την Ε.Ε. που πόροι από το ΕΚΤ-Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο προορίζονται για τις κοινωνικές επιχειρήσεις. Από το ΕΚΤ συχνά υπάρχει πίεση προς την Ελληνική Κυβέρνηση να αξιοποιήσει αυτούς τους πόρους για την κοινωνική οικονομία. Έτσι τυπικά η εκάστοτε κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να καταθέτει ένα επιχειρησιακό σχέδιο ευθυγράμμισης με το ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης για κοινωνική οικονομία και ακολούθως γραφειοκρατικά προκύπτει η ανάγκη για το επιχειρησιακό σχέδιο δράσης της Κοινωνικής Οικονομίας.

Σε κάθε προγραμματική περίοδο λοιπόν το «βαθύ κράτος» εκπονεί ένα σχέδιο δράσης το οποίο ποτέ όμως δεν εφαρμόζει στην πράξη. Αλλά αντιθέτως εκτρέπει τους πόρους από το ΕΚΤ για ανάγκες του δημόσιου, τους δήμους και στους ιδιώτες. Συνήθως βαφτίζοντας τα οκτάμηνα και τα εξάμηνα προσλήψεων στους δήμους κοινωφελή εργασία. Χρηματοδοτεί επίσης διάφορα σεμινάρια που διαχειρίζονται τα ΚΕΚ στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης και αναθέτει σε διάφορες ιδιωτικές επιχειρήσεις, μελέτες που υποτίθεται θα αναπτύξουν την Κοινωνική Οικονομία. Όπως για παράδειγμα κάνει και τώρα με την υπ αριθ. Πρωτ: 30414 – 31-03-2023.. με ΘΕΜΑ: Ενημέρωση για συμμετοχή στην έρευνα στο πλαίσιο της ανατεθείσας σύμβασης με τίτλο «Μελέτη αξιολόγησης των παρεμβάσεων στο πλαίσιο της Κοινωνικής Οικονομίας και των λοιπών δράσεων της ΕΠ 9.5 (κωδ.12)» Τμήμα 1 του έργου «Παροχή υπηρεσιών συμβούλου για τη διεξαγωγή αξιολογήσεων του Σχεδίου Αξιολόγησης του ΕΠ ΑΝΑΔΕΔΒΜ.

Τα ίδια έκαναν όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων δέκα ετών με πληθώρα αναθέσεων μελετών, με ένα μεγάλο γραφειοκρατικό κόστος και τελικά χωρίς αντίκρισμα. Αντίθετα η χρηματοδότηση στο Πεδίο και στο φυσικό αντικείμενο της Κοινωνικής Οικονομίας υπήρξε μηδενική. Λες και ιδιωτικές επιχειρήσεις συμβούλων κατέχουν τη γνώση για να οργανώσουν και ετερόφωτα να μεταλαμπαδεύσουν και να αναπτύξουν τις κοινωνικές επιχειρήσεις επειδή οι ίδιες οι ενώσεις των κοινωνικών επιχειρήσεων δεν έχουν τη γνώση.

Ο τραγέλαφος εδώ είναι σαν να αναθέτεις στη συλλογική εργοδοσία να εκπονήσει σχέδιο δράσης για τους εργαζόμενους της ΓΕΣΕΕ.

Πρόκειται βέβαια για πολιτική απάτη και διαστροφή σε σχέση με ένα κράτος δικαίου, το οποίο οφείλει να εφαρμόζει ένα αποδεκτό κοινωνικό συμβόλαιο αναγνωρίζοντας ότι, κάθε τομέας της οικονομίας έχει το δικό του ξεχωριστό ρόλο και τους δικούς του θεσμικούς εκφραστές.

Δεν πρόκειται βέβαια για απλό «καπέλωμα» αλλά σφετερισμό των πόρων και εμπαιγμό των φορέων Κοινωνικής Οικονομίας από το «βαθύ κράτος». Σφετερισμός σημαίνει οικειοποίησης ξένων πραγμάτων με αθέμιτο τρόπο και «βαθύ κράτος» σημαίνει ότι πίσω και κάτω από τη δημόσια ζωή υπάρχουν μηχανισμοί που κινούν τα νήματά της. Μηχανισμοί που λαμβάνουν και εφαρμόζουν αποφάσεις που η «επίσημη» πολιτική δεν θέλει ή δεν μπορεί να λάβει. Το «βαθύ κράτος» έχει ιστορικό βάθος. Είναι προϊόν ενός πολιτικού συστήματος που επένδυσε για χρόνια στη διαπλοκή.

Το πρόβλημα επομένως καταρχήν είναι πολιτικό και όχι τεχνοκρατικό όπως παρουσιάζεται. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι τα συστημικά κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα δεν έχουν ατζέντα πολιτικής για την Κοινωνική Οικονομία και δυστυχώς ούτε τα μικρότερα κόμματα έχουν επεξεργασμένη πολιτική κι αφήνουν έτσι το πεδίο στο γραφειοκρατικό κράτος.

Και αυτό οφείλεται αφενός στο έλλειμμα εσωκομματικής δημοκρατίας των κομμάτων και πώς αυτά αφουγκράζονται τις κοινωνικές ανάγκες και αφετέρου, στο έλλειμμα της θεσμικής συγκρότησης και έκφρασης των κοινωνικών επιχειρήσεων και της Κοινωνίας των Πολιτών στην Ελλάδα.

Ο κατακερματισμός της θεσμικής έκφρασης της Κοινωνίας των Πολιτών-ΚτΠ και των κοινωνικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, καθιστά την ΚτΠ καχεκτική, ώστε να μην δύναται να διεκδικήσει τους πόρους που δικαιούται ως κοινωνικός εταίρος από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Να μη μπορεί να ασκήσει πίεση όπως ασκεί ο ιδιωτικός τομέας των επιχειρήσεων, η τοπική αυτοδιοίκηση και ο δημόσιος τομέας της οικονομίας.

Τα πράγματα έχουν χειροτερέψει με τις κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας από το 2012 και μετά όταν, για να απαλύνουν τις περικοπές από τις χρηματοδοτήσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση μεταβίβασαν κομμάτι από πόρους του ΕΚΤ στη λεγόμενη κοινωφελή εργασία. Πριν από αυτή την περίοδο οι κυβερνήσεις Κ. Σημίτη, Κ. Καραμανλή, και Γ. Παπανδρέου είχαν διαθέσει σημαντικούς πόρους ιδίως για νέες θέσεις εργασίας στους φορείς Κοινωνικής Οικονομίας, διαμορφώνοντας και ένα ευνοϊκό θεσμικό πλαίσιο.

Από το 2012 και μετά έχουμε μόνο λόγια, νέες νομικές διατάξεις και νέα σχέδια που δεν μπαίνουν ποτέ σε εφαρμογή. Ελάχιστες εξαιρέσεις υπήρξαν αυτό το διάστημα των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ και Νέας Δημοκρατίας, που εφάρμοσαν το στρατηγικό σχέδιο δράσης για την Κοινωνική Οικονομία, όπως η περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος, η περιφέρεια βορείου Αιγαίου και η περιφέρεια Ηπείρου. Από τον προγραμματισμό των 130 εκατομμυρίων Ευρώ που είχαν σχεδιαστεί για την κοινωνική οικονομία «απορροφήθηκαν» μόλις 8 εκατ. Ευρώ από τις κοινωνικές επιχειρήσεις.

Είναι καιρός ενόψει των εκλογών του Μαΐου όλες οι ενώσεις των φορέων Κοινωνικής Οικονομίας και των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών να παρουσιάσουν την πραγματική εικόνα στα κόμματα που διεκδικούν την ψήφο μας και να ζητήσουμε ευθύνες για τον σφετερισμό των πόρων εις βάρος των φορέων Κοινωνικής Οικονομίας.

Να ξεκινήσουμε άμεσα μία καμπάνια με ανοιχτή διαβούλευση στο διαδίκτυο για την ατζέντα της Κοινωνικής Οικονομίας που να τεθεί υπόψη στο γενικότερο πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης που θα προκύψει μετά τις εκλογές.. Υπάρχουν πάνω από 10.000 οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και κοινωνικές επιχειρήσεις. Ενώσεις και ομοσπονδίες συλλόγων, συνεταιρισμοί και Ενώσεις Συνεταιρισμών που αντιπροσωπεύουν αντικειμενικά την Κοινωνική Αλληλέγγυα Οικονομία. Αυτές οι οργανώσεις ενωμένες μπορούν να θέσουν το αίτημα πραγματικής αλλαγής στο στρατηγικό σχεδιασμό της Κοινωνικής Οικονομίας. Κάθε τοπική ένωση οφείλει να θέσει το ζήτημα σε κάθε υποψήφιο βουλευτή ως λαϊκή απαίτηση.

Για το Παρατηρητήριο οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών*

Δημήτρης Μιχαηλίδης, Βασίλης Τακτικός

*Το Παρατηρητήριο οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών είναι κινηματική δομή.