ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ

Νοτιοδυτικά της ∆ίβρης βρίσκεται το χωριό Κερτίζα σε υψόµετρο 940μ
ανάµεσα στις βουνοκορφές του Ολωνού. Το χωριό διαθέτει δύο συνοικίες,
ενώ ο συνοικισµός Πολίτσα βρίσκεται λίγο έξω από το χωριό. Ο
Ιωάννης Νουχάκης στην Ελληνική χωρογραφία 1901 σχετικά µε την τοποθεσία
της Κερτίζας γράφει: “κείται νοτιοδυτικά της ∆ίβρης εν κλεισωρεία
των νοτίων παραφυάδων του όρους Λαµπέια και απέχει από το Πύργο
11 ώρες -οδοιπορικώς- ενώ ∆ίβρη µιάµιση ώρα. Είναι χωριό του
∆ήµου Λαµπείας, ο οποίος ιδρύθηκε µε Βασιλικό ∆ιάταγµα στις 22
Ιανουαρίου του 1840″. Η κτηµατική της περιφέρεια κατά την
εµβαδοµέτρηση του 1963 είναι
8.000 στ. από τα οποία 2.000 στ. είναι γεωργική γη, 3.900 στ. βοσκότοποι,
800στ. δάση και 1.300 στ. πετρώδη και ακαλλιέργητη έκταση.
Η περιοχή της Κερτίζας στα προϊστορικά χρόνια κατείχε το άκρο
της Αρκαδικής Αζανίας. Οι µύθοι και οι θρύλοι είναι διάσπαρτοι και ξεκινούν
από την εποχή του Ηρακλή. Στη σπηλιά “Αρµακιανός” που βρίσκεται
µεταξύ Κερτίζας και Τσιπιάνων λένε πως στα Μυθικά χρόνια κατοικού
σε
ο Κένταυρος Φόλος, ο οποίος φιλοξένησε τον Ηρακλή όταν πέρασε α
πό
εκεί πηγαίνοντας να συλλάβει τον Ερυµάνθιο κάπρο. Είναι γνωστός ο
µύθος της µάχης του Ηρακλή µε τους Κενταύρους και ο µύθος της
σύλληψης του Ερυµάνθιου Κάπρου. Έχουν και οι δύο την ίδια
σηµασία. Ο Ρ. Decharme στην Ελληνική Μυθολογία τομ Β'(σελ. 590)
γράφει: “Η σηµα- σία του µύθου του Φόλου είναι σαφής. Οι Κένταυροι
είναι οι δαίµονες της καταιγίδας, που συγκεντρώνεται στις κορυφές των
ορέων κι ο Ηρακλής είναι ο ήλιος που την διαλύει”.

Στα Βυζαντινά χρόνια αποτελούσε µέρος του θέµατος της Πελο-
ποννήσου. Στην περίοδο της Φραγκοκρατίας αποτελούσε τµήµα του πρι-
γκιπάτου της Αχαΐας δικαιοδοσία των Βιλλαρδουίνων. Στον καιρό της Ενε-
τοκρατίας υππαγόταν το territorio της Γαστούνης και στην Τουρκοκρατία
υπαγόταν στο βιλαέτι Γαστούνης, επιρροή των Λαλαίων Τουρκαλβανών.
Ο αγάς που επίβλεπε την Κερτίζα και ήταν τσιφλίκι του είχε την
έδρα του στο Κακοτάρι. Εκεί είχε µεγάλο πυργοκονάκι και τεράστιες απο-
θήκες µε τρόφιµα και πολεµοφόδια. Ακόµη είχε στη διάθεση του και
µικρή φρουρά για να επιβλέπει τα σκιαδοχώρια και να επιβάλλει την
τάξη. Ο
τελευταίος αγάς ήταν ο Αβδούλ που καταγόταν από του Λάλα.
Τις πρώτες ειδήσεις για τον πληθυσµό της Κερτίζας έχουµε από
την απογραφή του Ενετού Γριµάνι. Το 1700 ο οικισµός είχε 7 οικογένειες
και 23 κατοίκους. Στην εποχή της Τουρκοκρατίας οι κάτοικοι της Κερτίζας
υπέφεραν πολλά από τους Λαλαίους Τουρκαλβανούς, οι οποίοι µε τις εξορµήσεις
τους ρήµαζαν την περιουσία τους. Λίγο πριν την επανάσταση
στην περιοχή µεταξύ Κερτίζας και Τσιπιάνων είχε γίνει η περίφηµη
µάχη της Τσάχλης, όπου ο ηρωικός Γιαννιάς µε την παλικαριά του
νίκησε τους άγριους Λαλαίους Τουρκαλβανούς. Στον απελευθερωτικό
αγώνα του 1821 πολλοί Κερτιζέοι πήραν µέρος στη µάχη του Πούσι,
Αγουλινίτσας, Πύργου, Λεβιδίου κ.α και έδειξαν γεναιότητα και θάρρος.
Μετά την απελευθέρωση και τη δηµιουργία του Ελληνικού Κράτους,
η Κερτίζα που είχε 129 κατοίκους και υπαγόταν στο ∆ήµο Λαµπείας
της επαρχίας ∆ιποταµίας, η οποία καταργήθηκε το 1836 και ο ∆ήµος Λαµπείας
ο οποίος ιδρύθηκε το 1840 υπήχθη στην επαρχία Ηλείας. Το 1912
µε το Νόµο Ν∆Ζ (4057) “περί συστάσεως ∆ήµων και Κοινοτήτων” η Κερτίζα
αποτέλεσε δική της κοινότητα και το 1955 µετονοµάστηκε σε κοινότητα Αγίας Κυριακής.
Στα πρώτα µεταπολεµικά χρόνια πολλοί Κερτιζέοι
µετανάστευσαν στα πεδινά και εύφορα µέρη της Ηλείας και
δηµιούργησαν το συνοικισµό Κάτω Κερτιζέικα που υπάγονται στην
κοινότητα ∆ουναιίκων.
Στο διάβα του χρόνου η Κερτίζα ανέδειξε αρκετούς επιστήµονες
και άξιους επιχειρηµατίες, οι οποίοι τιµούν τη γενέτειρα τους και διαπρέπουν στην
Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ενδεικτικά αναφέρουµε τους αδελφούς Βασιλόπουλους
που κατόρθωσαν να επιβληθούν στον εµπορικό κόσµο της Αθήνας και όχι µόνο.
Το χωριό σήµερα ακολουθεί τη µοίρα των άλλων χωριών της περιοχής,
ο πληθυσµός φθίνει και το πρόβληµα της µετανάστευσης είναι
δύσκολο να λυθεί. Με το πρόγραµµα συνένωσης ∆ήµων και
Κοινοτήτων “Ι. Καποδίστριας” το χωρίο ανήκει στο ∆ήµο Λασιώνος.

Κείµενο του Νίκου Αναστόπουλου
από το περιοδικό “∆ίβρη”

Απόσπασμα από το βιβλίο ”Τα χωριά νοτίως του Ερυμάνθου” του Βασίλη Τακτικού