Και ό,τι φυσικά γράφεται εδώ δεν σημαίνει πως είναι αποκλειστικά των χωριών του τόπου μας. Και στην Ελλάδα ολόκληρη, μα και σε όλα τα βαλκανικά κράτη είναι τα ίδια με μικρές παραλλαγές. Και αυτές τις παραλλαγές θέλουμε να επισημάνουμε για να τονώσουμε την αγάπη του λαού μας στην παράδοση και την ιστορία μας.
Σε όλα τα χωριά μας «ξημερώνουν Χριστούγεννα, χρονιάρα ημέρα». Η χαρά είναι μεγάλη. Είναι η μεγαλύτερη γιορτή της χριστιανοσύνης και γιορτάζεται με ιδιαίτερη παραδοσιακή ευλάβεια από τον λαό μας. Οι γιορταστικές ετοιμασίες αρχίζουν σχεδόν από τις αρχές του Δεκεμβρίου και ολοκληρώνονται την παραμονή με τα τελευταία ψώνια. Οι καλοί νοικοκυραίοι, άνδρες χωρικοί, ξωμάχοι φροντίζουν τις έξω από το σπίτι δουλειές και οι καλές νοικοκυρές τις δουλειές του σπιτιού, ώστε την παραμονή να είναι όλα έτοιμα.
Οι άνδρες ασχολούνται με τα σπαρτά που τελειώνουν στις δέκα με δεκαπέντε του μήνα, με την περιποίηση των γιδοπροβάτων, την βόσκησή τους, την τροφή τους (σανό, τριφύλλια, βελόνια, ξύλα) στα υποστατικά, με τα ζώα και το σφαχτό της ημέρας. Οι νοικοκυρές συγυρίζουν τα σπίτια (καθαριότητα, στρώσιμο, χριστόψωμα, γλυκά κ.τ.λ.), γιατί περιμένουν τους δικούς τους (παιδιά, νύφες, εγγόνια) να έρθουν από τις πολιτείες -συνήθως τις παραμονές – και πρέπει το σπίτι να είναι σε όλα του τακτοποιημένο.
Τα χριστόψωμα διαφέρουν από τα καθημερινά ζυμώματα. Γίνονται με ψιλοκρισαρισμένο αλεύρι, για να είναι λευκά και αφράτα. Τα παστώνουν με σουσάμι, τους φτιάχνουν ένα μεγάλο σταυρό και φυτεύουν καρύδια για να είναι πιο εντυπωσιακά και να ξεχωρίζουν από τα άλλα ψωμιά. Παράλληλα ο νοικοκύρης κανονίζει το κρέας που θα μαγειρευτεί ανήμερα. Σε πολλά από τα χωριά, αντί να σφάξουν τα ζώα τις αποκριές, που συνηθίζουν οι περισσότεροι, το κάνουν παραμονές των Χριστουγέννων. Το πιο φτωχικό σφαχτό θα είναι ένας καλός κόκορας.
Έτσι το βράδυ της παραμονής είναι όλα έτοιμα για την ημέρα των Χριστουγέννων. Πριν κοιμηθεί η οικογένεια, κλείνουν καλά πόρτες και παραθύρια, για να μην μπουν μέσα τα κακά πνεύματα. Η φωτιά ενισχυμένη καίει στο τζάκι. Σε πολλά χωριά πριν κοιμηθούν βγάζουν έξω ένα αναμμένο ξύλο (δαυλί) για να διώχνει τους καλικάντζαρους και να τους αποθαρρύνει να πλησιάσουν τα σπίτια τους.
Η λειτουργία των Χριστουγέννων αρχίζει νύχτα, για να τελειώσει στα χαράματα. Η νυχτερινή λειτουργία εκτός από τη θρησκευτικότητά και την γραφικότητά της, επιβαλλόταν στα ορεινά χωριά μας και για λόγους πρακτικούς. Τα σφαχτά (γιδοπρόβατα) έπρεπε να βγουν και για την βοσκή τους και φυσικά έπρεπε να τα συνοδεύει ο τσοπάνης τους, που έπρεπε να είναι φαγωμένος και πιωμένος, για να αντέχει στο κρύο και τις βροχές.
Στο τέλος της λειτουργίας αρχίζουν τα «χρόνια πολλά», οι ευχές, τα χειροφιλήματα και οι ασπασμοί. Επιστρέφοντας στο σπίτι, το χριστουγεννιάτικο τραπέζι είναι έτοιμο και το φαγητό αρχίζει με κρασοκατάνυξη, μεζέδες, γλυκά και ευχές.
Απόσπασμα από το βιβλίο “Λαογραφικές Σελίδες” του Νώντα Περ. Σακελλαρόπουλου.