Γράφει η Ελένη Βενιέρη
Πολιτικός Επιστήμων, Διεθνολόγος
“Μια ιεραρχική κοινωνία δεν είναι δυνατή παρά μόνο αν βασίζεται στη φτώχεια και στην άγνοια.”
George Orwell, 1903-1950, Βρετανός συγγραφέας
ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Το επίπεδο ανάπτυξης και η φτώχεια αποτελούν θέματα τα οποία βρίσκονται διαχρονικώς υψηλά στην ημερήσια διάταξη όλων των οργανωμένων κοινωνιών. Επιπλέον, αποτελούν δομικά τους προβλήματα, μεγαλύτερου ή μικρότερου βαθμού, ανάλογα με την αποτελεσματικότητα της μεθόδου –κατασταλτική ή προληπτική– η οποία κάθε φορά επιλέγεται για την αντιμετώπισή τους. Ο εντοπισμός και η αναγνώριση του εκάστοτε προβλήματος, η σωστή περιγραφή και η σε βάθος ανάλυσή του αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για το σχεδιασμό και την εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών με στόχο την εξάλειψη της φτώχειας. Εάν δεν έχουμε ήδη βρει το κλειδί της εξάλειψής της, μπορούμε άμεσα να δοκιμάζουμε τρόπους για τον αποτελεσματικότερο χειρισμό των συνεπειών της.
Στη βάση αυτού του δημιουργικού πειραματισμού και με την ταυτόχρονη αξιοποίηση του ρόλου της οικονομίας που πρότεινε η Esther Duflo, εντάσσεται η «Επιστήμη κατά της φτώχειας». Η Esther Duflo συγκαταλέγεται στους κυριότερους εκπροσώπους μιας σχολής οικονομικής σκέψης που δε στηρίζεται σε μαθηματικά μοντέλα, αλλά στην εφαρμογή εμπειρικών και πειραματικών μεθόδων. Αυτές οι μέθοδοι επέτρεψαν να δοθούν επιτυχείς λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα και ανανέωσαν ριζικά τα οικονομικά της ανάπτυξης. Κατά τη γνώμη της, ο οικονομολόγος μπορεί να είναι εκτός από καθαρός επιστήμονας, ένας τεχνικός που συνδυάζει την αποκτηθείσα γνώση από την εμπειρία του παρελθόντος με την πειραματική μέθοδο, δηλαδή, τη δοκιμή νέων τρόπων για την αντιμετώπιση ειδικών προβλημάτων, όπως το «μοντέλο Grameen» για την παροχή μικροδανείων με όρους στους φτωχούς, προς αντικατάσταση των τοκογλύφων των χωριών.
Η Esther Duflo γεννήθηκε στο Παρίσι το 1972. Σπούδασε οικονομικά και ιστορία στην École normale supérieure και στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης (MIT), όπου και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ. Είναι καθηγήτρια των οικονομικών της ανάπτυξης στο MIT, όπου ίδρυσε και διευθύνει το Εργαστήριο δράσης κατά της φτώχειας Abdul Latif Jameel (J-PAL). Παράλληλα, διδάσκει στην École d’Économie de Paris. Το βιβλίο της «Η πάλη κατά της φτώχειας»[1] (“Expérience, science et lutte contre la Pauvreté”) είναι το εναρκτήριο μάθημα που έδωσε στο Collège de France, εγκαινιάζοντας τη διεθνή έδρα «Γνώση κατά φτώχειας», στις 8 Ιανουαρίου του 2009. Η Esther Duflo ταξιδεύει στην Ινδία, στην Κένυα, στο Μαρόκο, στη Μαδαγασκάρη και επιστρέφει στη Γαλλία για να σαγηνεύσει τους ακαδημαϊκούς κύκλους. Η εφημερίδα “Le Monde” της απονέμει το βραβείο καλύτερου νέου Γάλλου οικονομολόγου το 2003. Βραβεύεται συνεχώς για το έργο της έως και το 2010 οπότε και κερδίζει το “John Bates Clark Medal” το οποίο την καθιστά υποψήφια για το βραβείο Nobel. Ο Μπιλ Γκέιτς την έχει προσκαλέσει σε δείπνο. Ο Κλίντον δηλώνει εντυπωσιασμένος και η Παγκόσμια Τράπεζα χρησιμοποιεί αρκετά από τα προγράμματά της.
Στο βιβλίο της αναλύει, μεταξύ άλλων, μια μεταρρύθμιση του διοικητικού μηχανισμού στην Ινδία, στο πλαίσιο της οποίας ανατέθηκε στις διοικητικές περιφέρειες ενός κρατιδίου να διαχειριστούν τους τοπικούς πόρους, υπό τον όρο, στο ένα τρίτο των περιφερειών, οι οποίες επελέγησαν τυχαία, οι υπεύθυνοι να είναι γυναίκες. Όπως αποδείχθηκε, στις περιφέρειες αυτές το ποσοστό των δημοσίων δαπανών που διατέθηκε στην κοινωνική υποδομή (πόσιμο νερό, υγεία, εκπαίδευση) ήταν σημαντικά υψηλότερο. Αυτό υποδεικνύει ότι οι επιπτώσεις της αποκέντρωσης στην καταπολέμηση της φτώχειας εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την τοπική διακυβέρνηση. Σε πρόσφατο άρθρο της στον Economist[2] παρέθεσε τα αποτελέσματα ενός πειράματος στην Ινδία, αποδεικνύοντας τα πολλαπλασιαστικά οφέλη της τόνωσης της αυτοπεποίθησης των πληθυσμών υπό φτώχεια, καθώς και το φαύλο κύκλο της κατάθλιψης στον οποίο βρίσκονται κι από τον οποίο, κάποιος δύναται να τους αποτραβήξει με απλές μεθόδους. Τότε, θα επιδράσει κι ο μηχανισμός της μίμησης και για τους πληθυσμούς που δε συμμετείχαν στο πείραμα. Και πάλι στην Ινδία, παρατηρήθηκε ότι ελλείψει αποτελεσματικών κρατικών πολιτικών, οι φτωχότερες οικογένειες αποφασίζουν να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία. Τα πειράματα στην πράξη, κατά την Duflo, «…διαθέτουν ανατρεπτική δύναμη…». «Υποχρεώνουν τους επιστήμονες να αποδέχονται την αντίρρηση και την έκπληξη»[3]. «Aυτή είναι η πραγματική δύναμή τους και συγχρόνως η ευκαιρία να προχωρήσουν μαζί η επιστήμη και ο αγώνας κατά της φτώχειας».
Σύμφωνα με το επίμετρο του Α. Δ. Παπαγιαννίδη στο βιβλίο της Duflo, «Πέρα από μια φωτισμένη ξενάγηση στα οικονομικά της ανάπτυξης και στη μάχη κατά της φτώχειας, η Esther Duflo προτείνει μια προσέγγιση που καταλήγει σε παρεμβατική άσκηση των οικονομικών». Ο οικονομολόγος γίνεται παράγοντας διαμόρφωσης της προς εφαρμογή οικονομικής πολιτικής μέσω μίας μεθόδου καθαρά πειραματικής. Εφαρμόζει μεθόδους στην πράξη, προς επαλήθευση θεωριών και ενίσχυση του corpus τους μέσω συνεχούς αξιολόγησης και επανάληψης της πειραματικής προσέγγισης, τηρώντας αυστηρά τις επιστημονικές προδιαγραφές. Διαφορετικά, οι θεωρίες διαψεύδονται με απώτερο στόχο τη βελτίωση της ανθρώπινης καθημερινότητας. Με τον τρόπο αυτό, επιφυλάσσεται ένας ρόλος των οικονομικών ως επιστήμη και πιο συγκεκριμένα, ένας ρόλος του οικονομολόγου ως μηχανικού αν όχι εξειδικευμένου υδραυλικού. Η Duflo είναι πεπεισμένη ότι ο οικονομολόγος που στρατολογείται στο όνομα της πολιτικής είτε ως τεχνοκράτης – σύμβουλος, είτε ως κυβερνητικός παράγοντας, μπορεί σε κάθε περίπτωση να δοκιμάσει να προσφέρει, με την προσδοκία ότι θα επιτύχει. Διευκολύνεται, ακόμη και σε διαδικασίες πειραματισμού, από τη ρουζβελτιανή σοφή και θαρραλέα αναγνώριση ότι: “The country needs and […] demands bold, persistent, experimentation. It is common sense to take a method and try it: If it fails, admit it frankly and try another. But above all, try something”[4].
Πώς συνδέονται οι ανεπτυγμένες οικονομίες –όπως η Ελλάδα του 2012– και τα προβλήματά τους, με την αναπτυξιακή διαδικασία στον Τρίτο Κόσμο; Με το πώς προωθείται η χρήση κατάλληλων λιπασμάτων στο Μαλάουι, με το πώς μοιράζονται, σε ποιά τιμή και πόσο χρησιμοποιούνται κουνουπιέρες στις εγκύους στην Κένυα, με το πώς δίνονται μικροδάνεια στο Μπανγκλαντές, με το πώς καταρρέει το εκπαιδευτικό σύστημα και το ΕΣΥ της Ινδίας, με το πώς αξιολογείται η συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική στο Ράτζασταν ή τη Δυτική Βεγγάλη; Η Ελλάδα δεν ήταν ανέκαθεν μια ανεπτυγμένη χώρα. Διαθέτει άφθονες μνήμες της φτώχειας και της μετέπειτα εμπειρίας ανάπτυξης. Τα βήματα των παππούδων και των προπάππων μας «πέρασαν» μέσα από παρόμοιες αναζητήσεις και πειραματισμούς με εκείνους της σημερινής Αφρικής ή της Ασίας. Και να, που τώρα βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο οι μνήμες να ζωντανέψουν.
Η διάχυση της ιστορίας, της γνώσης του καινοτόμου και η αλλαγή πολιτικής είναι βαρύνουσας σημασίας. Εδώ, η Ελλάδα ακολούθησε τησύγχρονη παγκόσμια τάση. Παρακολούθησε την αποδόμηση των δανειακών θέσεων των νοικοκυριών της μέσα σε μία μόλις δεκαετία και απώλεσε δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης αφού εκμεταλλεύτηκε την πλουσιοπάροχη αλλά άσκοπη και αναποτελεσματική κρατική διάθεση κοινωνικών επιδομάτων. Σε ό,τι αφορά τη δημόσια εκπαίδευση, παρακολουθήσαμε επί χρόνια την αιμορραγία προς τον ιδιωτικό τομέα του οποίου η ρύθμιση ξεκίνησε μόλις πρόσφατα. Πλέον, ήδη παρακολουθούμε την αντίστροφη πορεία για τους λανθασμένους, φυσικά, λόγους. Το δημόσιο σχολείο δε βελτιώθηκε σε ικανό βαθμό ώστε να προσελκύσει. Αντιθέτως, υπολείπεται βασικών υποδομών και έμψυχου υλικού προκειμένου να καλύψει τα ρεύματα της επιστροφής των γόνων των πρώην προνομιούχων οικογενειών οι οποίες «χτυπήθηκαν» από την οικονομική κρίση. Ίδια πορεία παρατηρείται και στο σύστημα δημόσιας υγείας τη στιγμή που εμείς ακόμη αναζητούμε τις αιτίες αιμορραγίας απίστευτων οικονομικών πόρων με κατεύθυνση τις τσέπες επιτηδείων. Αν μιλήσουμε για συμμετοχή των γυναικών σε πολιτικές θέσεις, θα παρατηρήσουμε κάποια βελτίωση εξαιτίας των ποσοστώσεων, αλλά θα ξεχωρίσουμε πάνω απ’ όλα τις διακηρύξεις μεταρρυθμιστικών προθέσεων κενών μετουσίωσης σε πράξη.
Αν εμπιστευτούμε –εμείς οι Έλληνες– την ασφαλιστική δικλείδα της Duflo στη ρουζβελτιανή παραδοχή που αναφέραμε παραπάνω, τότε θα πρέπει να αναμένουμε τον από μηχανής θεό οικονομολόγο που θα μας βγάλει από τις «συμπληγάδες» της οικονομικής μας κρίσης. Έχουμε ανάγκη από καινοτόμες προσεγγίσεις, απελευθερωμένες από τα στεγανά που επιβάλει η πειθαρχία της Ευρωζώνης.
Αν ήδη αναρωτιέστε κατά πόσο η ελληνική οικονομία μπορεί να γίνει πεδίο πειραματισμών και δοκιμών, όπως έγινε η Αφρική ή η Ινδία με τη χρήση λιπάσματος ή τη γενίκευση της χρήσης της κουνουπιέρας, τότε θα σας υπενθυμίσω ότι ο Roosevelt αναφερόταν με τη φράση του “…above all, try something…” στις Ηνωμένες Πολιτείες της Μεγάλης Ύφεσης του 1930. Συνεπώς, δοκιμάζοντας τη λογική του δημιουργικού πειραματισμού της Duflo, η Ελλάδα του 2012 θα μπορούσε να πρωταγωνιστήσει και πάλι στην Ε.Ε. και στο διεθνές στερέωμα, αναπολώντας το 1981, όταν οδηγούσε την ΕΟΚ στη διαμόρφωση περιφερειακής πολιτικής, πειραματιζόμενη με τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα που αργότερα αντικαταστάθηκαν από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης. Τώρα, οφείλει να υποδείξει το μονόδρομο της ομοσπονδιακής λογικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να εξασφαλίσει την ενότητά της και τη διασφάλιση των κεκτημένων της.
[1] Esther Duflo, Η Πάλη κατά της φτώχειας, Α.Δ. Παπαγιαννίδης (μετάφραση – επίμετρο), Αθήνα, Πόλις, 2010.
[2] Hope springs a trap, 12/05/2012, διαθέσιμο στο: http://www.economist.com/node/21554506?zid=295&ah=0bca374e65f2354d553956ea65f756e0
[3] ό.π., σημ. 1, σ. 64-65.
[4] ό.π., σημ. 1, σ. 79.